Όταν το non paper φεύγει μέσα από το Μέγαρο Μαξίμου και αφορά στον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Ι. Στουρνάρα, πρώην υπουργό Οικονομικών, στολίζοντάς τον με χαρακτηρισμούς, όπως «αποτυχημένος», τότε σημαίνει ότι οι σχέσεις της κυβέρνησης μαζί του είναι τόσο θερμές, όσο αυτή τη στιγμή που χιονίζει, δείχνει το θερμόμετρο στην Πάρνηθα (σ.σ. υπό του μηδενός)…
Χαρακτηρίζοντας τον Γ. Στουρνάρα «αποτυχημένο υπουργό Οικονομικών», υποστηρίζουν ότι όλες οι ενδείξεις αποδεικνύουν ότι η χώρα μπορεί να βγει στις αγορές με ευνοϊκά επιτόκια. Ο δε κ. Στουρνάρας κατά την παρουσίαση της έκθεσης της Τράπεζας Ελλάδος για την Ελληνική οικονομία εξέφρασε την άποψη ότι μετά τον Αύγουστο, η Ελλάδα θα πρέπει να ενταχθεί σε ένα πρόγραμμα προληπτικής πιστωτικής γραμμής. Άποψη που έδωσε τροφή για νέα σχόλια περί τέταρτου μνημονίου, τη στιγμή που τα επιτόκια στα ομόλογα έχουν αρχίσει να αποκλιμακώνονται αισθητά.
«Επειδή ένας αποτυχημένος υπουργός Οικονομικών τότε και μια αποτυχημένη κυβέρνηση είχαν θέσει ως βέλτιστη εκδοχή όχι την έξοδο στις αγορές με ευνοϊκά επιτόκια αλλά τη γραμμή στήριξης, δεν σημαίνει ότι μια πετυχημένη κυβέρνηση δεν θα τα καταφέρει πολύ καλύτερα. Ήδη όλες οι ενδείξεις αυτό αποδεικνύουν», σημειώνουν χαρακτηριστικά.
Νωρίτερα ο διοικητής της ΤτΕ , παραδίδοντας την Ενδιάμεση Εκθεση για την Οικονομία στον Ν. Βούτση, είχε δηλώσει πως «το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι η Ελλάδα βρίσκεται ακόμα έξι μονάδες κάτω από την επενδυτική βαθμίδα και έχουμε οκτώ μήνες για να το διορθώσουμε». Τόνισε ότι «εάν δεν μπορεί να διορθωθεί, πρέπει ακριβώς να δούμε τι θα συμβεί μετά τον Αύγουστο του 2018».
«Έχουμε προτάσεις κι ελπίζω να διαβαστούν» σημείωσε.
Η πρόταση αφορά την επιλογή ενός νέου Μνημονίου για μια προληπτική γραμμή στήριξης. Στην έκθεση καταγράφεται η επιχειρηματολογία υπέρ αυτής της επιλογής:
«Η ύπαρξη ενός τέτοιου προληπτικού πλαισίου στήριξης εκτιμάται ότι μπορεί να δράσει υποστηρικτικά για την ελληνική οικονομία, μειώνοντας το κόστος δανεισμού, καθώς θα παρέχει ασφάλεια σχετικά με την πρόσβαση του Ελληνικού Δημοσίου σε χρηματοδότηση μετά τη λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018», γράφει η TτΕ. «Κάτι τέτοιο θα τονώσει την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών στις μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, διότι αυτοί θα γνωρίζουν ότι η οικονομική πολιτική είναι και θα παραμείνει συνετή, αποκλείοντας την επανεμφάνιση των ανισορροπιών».
«Η αποσαφήνιση της μορφής που θα λάβει η στήριξη της ελληνικής οικονομίας μετά το τέλος του προγράμματος είναι σημαντική, στην περίπτωση που μέχρι τότε δεν θα έχει βελτιωθεί η πιστοληπτική διαβάθμιση της χώρας, και για έναν πρόσθετο λόγο: για να μην απολεσθεί η δυνατότητα των ελληνικών ομολόγων (α) να χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος και (β) να συμμετάσχουν στις αγορές ομολόγων της ΕΚΤ, στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE), είτε στην κανονική του διάρκεια είτε στη διάρκεια της επανεπένδυσης σε νέους τίτλους.