* Το Eurogroup της 5ης Απριλίου 2019, με βάση την 2η Έκθεση Ενισχυμένης Εποπτείας της 27ης Φεβρουαρίου 2019 και την επικαιροποίηση της 3ης Απριλίου 2019, αναγνώρισε την πρόοδο που σημειώθηκε στην υλοποίηση των συμφωνημένων δεσμεύσεων και σημαντικών μεταρρυθμίσεων, ιδίως αναφορικά με τον Προϋπολογισμό του 2019 και το νέο πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Η ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας, εξασφάλισε την έγκριση της δόσης ύψους €1 δισ. Το ακριβές ποσό της εκταμίευσης ανέρχεται στα €973 εκατ., εκ των οποίων τα €644 εκατ. αφορούν κέρδη που επέφεραν στις κεντρικές τράπεζες τα ελληνικά ομόλογα, ενώ τα υπόλοιπα €339 εκατ. αφορούν την αναστολή αύξησης του επιτοκίου για τη δεύτερη δανειακή σύμβαση.
Η ΕΕ τονίζει την πρόοδο που σημειώθηκε αναφορικά με: α) την υιοθέτηση νομοθεσίας για την ενίσχυση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, β) τη λήψη πρόσθετων μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος των κόκκινων δανείων (ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, κρατικές εγγυήσεις, σχέδιο δράσης για την αφερεγγυότητα νοικοκυριών), γ) το νέο πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας, δ) την πλήρωση των κενών θέσεων στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, ε) την επαναπροκύρηξη του διαγωνισμού για την εκποίηση τμήματος των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, στ) την αναδιάρθρωση της ΔΕΠΑ, ζ) την επίλυση των ζητημάτων που έχουν ανακύψει στην ΕΓΝΑΤΙΑ οδό (θέματα σταθμών διοδίων) και η) μια σειρά μέτρων για τη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης.
Παράλληλα, η ΕΕ επισημαίνει ότι επιβεβαιώθηκε η μείωση του αφορολόγητου από 1/1/2020 κι ότι εξακολουθούν να εκκρεμούν διάφορα ζητήματα, ιδίως αναφορικά με τα κόκκινα δάνεια και το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας, για τα οποία προτείνει μία διαδικασία συνεχούς αξιολόγησης. Επιπρόσθετα, η ΕΕ επισημαίνει την ανάγκη για επιτάχυνση της εξόφλησης των οφειλών προς ιδιώτες και της υλοποίησης του προγράμματος των ιδιωτικοποιήσεων.
* Την ίδια ώρα, το ΔΝΤ στην έκθεσή του για τις Παγκόσμιες Οικονομικές Προβλέψεις το 2019, εκτιμά χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρωζώνη το 2019 σε σύγκριση με τις προηγούμενες προβλέψεις του (+1,3% έναντι πρόβλεψης +1,9% στις προβλέψεις του Ιανουαρίου 2019). Αυτό αναμένεται να επηρεάσει και το εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας, με το συνολικό έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών να εκτιμάται σε -2,7% του ΑΕΠ (έναντι -0,4% στις προβλέψεις του Οκτωβρίου 2018). Σημειώνεται ότι το ΔΝΤ στην τελευταία έκθεσή του δεν έχει επικαιροποιήσει τις εκτιμήσεις του για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας (+2,4% για το 2019), καθώς βασίζεται σε στοιχεία που ήταν διαθέσιμα μέχρι τον Φεβρουάριο του 2019, πριν δηλαδή ανακοινωθούν τα επίσημα στοιχεία για το ελληνικό ΑΕΠ του 4ου τριμήνου 2018. Τα επικαιροποιημένα στοιχεία για την Ελλάδα θα περιληφθούν στην ειδική έκθεση με βάση το Άρθρο 4, η οποία αναμένεται να δημοσιευθεί τον Ιούνιο. Επιπρόσθετα, στην έκθεση Fiscal Monitor (Απρ. 2019), το ΔΝΤ διατήρησε αμετάβλητες τις προβλέψεις του για το πρωτογενές πλεόνασμα της Ελλάδας, εκτιμώντας ότι η χώρα θα πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους που έχει θέσει για τα πρωτογενή πλεονάσματα έως το 2022. Ειδικότερα, προβλέπει ότι θα διαμορφωθεί σε 3,5% του ΑΕΠ το 2019 και θα κυμανθεί σε αυτό το επίπεδο έως το 2022, με σταδιακή αποκλιμάκωση το 2023 και το 2024 (3% και 2,8% του ΑΕΠ αντίστοιχα).
Σε κάθε περίπτωση, όπως σημειώνει ο ΣΕΒ, οι τάσεις που καταγράφονται στην οικονομία είναι μικτές, αν και οι περισσότεροι οικονομικοί δείκτες εξακολουθούν να σημειώνουν βελτίωση.
Κατά γενική εκτίμηση, η ελληνική οικονομία ακολουθεί μια θετική πορεία, με την έξοδο από το μνημόνιο, την επιτυχή πρόσβαση στις διεθνείς αγορές και την σταδιακή αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης να τονώνουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Παρόλα αυτά, τονίζει ο ΣΕΒ, η επενδυτική ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας οπισθοδρομεί, μειώνοντας τις προοπτικές για θεαματική αύξηση του ΑΕΠ και ταχεία αποκλιμάκωση της ανεργίας. Κατά τους αναλυτές του ΣΕΒ, είναι σαφές ότι ο νέος εθνικός στόχος πρέπει να είναι η ταχεία σύγκλιση με την επενδυτική ανταγωνιστικότητα της ΕΕ. Για να γίνει αυτό η πολιτεία θα πρέπει να συνεχίσει την υλοποίηση των συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων, να επιταχύνει τις ιδιωτικοποιήσεις, να διευρύνει την παραγωγική βάση, να στηρίξει την καινοτομία, να άρει την υπερ-φορολόγηση, να μειώσει το μη μισθολογικό κόστος και να διαμορφώσει ένα ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας. Τέλος, όπως έχει ήδη τονίσει ο ΣΕΒ, θα πρέπει να αποκλειστούν οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι που δημιουργούνται από μία παρατεταμένη προεκλογική περίοδο.