Aνησυχία για το έλλειμμα στον Ειδικό Λογαριασμό των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΕΛΑΠΕ) και τις επιπτώσεις που αυτό μπορεί να έχει όσον αφορά στις πληρωμές προς τους παραγωγούς πράσινης ενέργειας, έχει αρχίσει να εκφράζεται στην αγορά.
Ήδη η εκτίμηση του ΔΑΠΕΕΠ για έλλειμμα της τάξης των 110 εκατ. ευρώ στον ΕΛΑΠΕ στο τέλος του 2020, χωρίς στο ποσό αυτό να συνυπολογίζεται η υποχρέωση προς τους θεσμούς για διατήρηση πλεονάσματος 70 εκατ. ευρώ, θεωρείται εξαιρετικά συντηρητική, αφού αρκετές από τις παραδοχές στις οποίες στηρίζεται, όπως η Οριακή Τιμή Συστήματος κλπ έχουν ξεπεραστεί και θεωρούνται ως υπερβολικά αισιόδοξες.
Τα έσοδα του Λογαριασμού έχουν περιοριστεί εξ αιτίας της μείωσης του ΕΤΜΕΑΡ, (τέλους υπέρ ΑΠΕ) από το φθινόπωρο του 2019 και της πτώσης των εσόδων από τις δημοπρασίες δικαιωμάτων CO 2, τόσο λόγω της υποχώρησης της τιμής των ρύπων εξ αιτίας της πανδημίας, όσο και της μείωσης της ζήτησης δικαιωμάτων, καθώς ρυπογόνες βιομηχανίες έχουν περιορίσει αισθητά τη δραστηριότητά τους, λόγω της κρίσης. Ακόμα και η ΔΕΗ έχει περικόψει δραστικά την λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων της.
Από την άλλη πλευρά, οι δαπάνες του ΕΛΑΠΕ προβλέπονται αυξημένες, εξ αιτίας της πτώσης της Οριακής Τιμής Συστήματος στη χονδρική αγορά ηλεκτρισμού αλλά και της προσθήκης νέας “πράσινης” ισχύος μέσα στο έτος.
Ας σημειωθεί ότι ο ΕΛΑΠΕ, που είναι ο Λογαριασμός, ο οποίος αποζημιώνει τους παραγωγούς των ΑΠΕ, κατά βάση καλύπτει τη διαφορά μεταξύ της ΟΤΣ και της προσδιορισμένης τιμής, που εισπράττει ο παραγωγός, ανάλογα με το καθεστώς με το οποίο έχει εισέλθει στην αγορά (εγγυημένη τιμή, premium, τιμή κατόπιν δημοπρασίας).
Το πρόβλημα μπορεί να γίνει οξύτερο με τη λειτουργία του target model, το οποίο με βάση τις πιο πρόσφατες δεσμεύσεις του υπουργείου Περιβάλλοντος- Ενέργειας θα τεθεί σε ισχύ στις 17 Σεπτεμβρίου. Η κατάργηση ορισμένων υποστηρικτών μηχανισμών που φέρνει η εφαρμογή του πανευρωπαϊκού μοντέλου- στόχου, μπορεί να εκτοξεύσει το έλλειμμα του ΕΛΑΠΕ πάνω από τα 200 εκατ. ευρώ στο τέλος του 2020, εκτιμούν κύκλοι της αγοράς.
Το υπουργείο Περιβάλλοντος- Ενέργειας μέχρι στιγμής κρατά κλειστά τα χαρτιά του όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίσει το νέο έλλειμμα. Δείχνει πάντως με κάθε τρόπο ότι θέλει να αποφύγει την επανάληψη γεγονότων του παρελθόντος, όταν το έλλειμμα είχε φθάσει σε ποσά της τάξης του 1 δισ. ευρώ το έτος και ελήφθηκαν δραστικά μέτρα με ‘κούρεμα” εγγυημένων τιμών και αναδιάρθρωση όλου του συστήματος των αποζημιώσεων προς τους παραγωγούς.
Στην πιο πρόσφατη κρίση που είχε πλήξει τον ΕΛΑΠΕ, το 2015-16, το πρόβλημα είχε αντιμετωπιστεί με το περίφημο ΠΧΕΦΕΛ, τη χρέωση προμηθευτή, μέτρο που φορείς των ΑΠΕ επαναφέρουν στο προσκήνιο, δεν φαίνεται όμως να γίνεται αποδεκτό καθώς πλήττει τους προμηθευτές ηλεκτρισμού και πρωτίστως τη ΔΕΗ. Κύκλοι της αγοράς υπενθυμίζουν ότι εκτός από το ΠΧΕΦΕΛ, ο νόμος Σκουρλέτη 4414/16 περιελάμβανε και μία διάταξη περί δυνητικής εφαρμογής ενός τέλους προμηθευτή υπέρ των ΑΠΕ, δυνατότητα που δεν ενεργοποιήθηκε ποτέ.
Μία άλλη λύση που φαίνεται να έχει πέσει στο τραπέζι είναι η μεταφορά μέρους των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ), που εισπράττει η ΔΕΗ στον ΕΛΑΠΕ, δηλαδή ένας συμψηφισμός των χρεώσεων ΥΚΩ και ΕΤΜΕΑΡ με ουδέτερο αποτέλεσμα για τον καταναλωτή. Και τούτο γιατί το κόστος ηλεκτροδότησης των μη συνδεδεμένων νησιών, που καλύπτει κατά κύριο λόγο η χρέωση των ΥΚΩ, έχει μειωθεί σημαντικά φέτος λόγω της πτώσης της τιμής του πετρελαίου και της διασύνδεσης των Κυκλάδων και θεωρείται ότι ένα μέρος του θα μπορούσε να ενισχύσει τις ΑΠΕ.
Συγκεκριμένα, οι ΥΚΩ καλύπτουν τη διαφορά του κόστους παραγωγής ηλεκτρισμού μεταξύ του διασυνδεδεμένου συστήματος και του ακριβότερου κόστους παραγωγής στα μη συνδεδεμένα νησιά.
Ωστόσο τόσο η λύση αυτή, όπως και οι προηγούμενες θα έπληττε τη ΔΕΗ, της οποίας πάντως τα οικονομικά δείχνουν να ανακάμπτουν ταχύτερα απ’ ότι αρχικά υπολογιζόταν, καθώς τα τιμολόγιά της αυξήθηκαν το φθινόπωρο του 2019 κατά περίπου 8%, ενώ στη συνέχεια οι δαπάνες της μειώθηκαν σημαντικά λόγω της πτώσης της τιμής των υγρών καυσίμων, της μείωσης του κόστους ρύπων κλπ.