Νομοθετική ρύθμιση για την άμεση εξαίρεση των ΡΡΑ, των διμερών συμβολαίων προμήθειας ηλεκτρισμού με ΑΠΕ από το πλαφόν που ισχύει στην εγχώρια χονδρική αγορά, ζητά επίσημα, με επιστολή προς τον υπουργό Περιβάλλοντος- Ενέργειας Κώστα Σκρέκα, η ‘Ενωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ), υποστηρίζοντας ότι το πλαφόν στην πράξη “σπάει” τις διμερείς συμβάσεις.
Προς το σκοπό αυτό, η ‘Ενωση επικαλείται και τον πρόσφατο κανονισμό της ΕΕ που απαλλάσσει από το πλαφόν τα πράσινα PPA και γενικότερα “τις διμερείς συμβάσεις οι οποίες επιφέρουν στους παραγωγούς έσοδα που δεν υπερβαίνουν το ανώτατο όριο που έχει θεσπιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο,” θα πρέπει να εξαιρούνται από την επιβολή ανώτατου ορίου εσόδων”, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το ευρωπαϊκό κείμενο
Σύμφωνα με την ΕΒΙΚΕΝ το πλαφόν λειτουργεί ανασταλτικά για τον τελικό αγοραστή, γιατί οι βιομηχανίες καταλήγουν τελικώς να πληρώνουν περισσότερα από όσα αρχικά είχαν συμφωνήσει με τον παραγωγό. Για παράδειγμα,έστω ότι ένας παραγωγός ΑΠΕ έχει συμφωνήσει να πουλά σε μια βιομηχανία στην τιμή των 60 ευρώ/MWh. Με το σημερινό σύστημα και το πλαφόν των 85 ευρώ/MWh που ισχύει για τις ΑΠΕ, ο παραγωγός εισπράττει 85 ευρώ/MWh από την αγορά και επιστρέφει στον αγοραστή τα 25 ευρώ της διαφοράς. Δεδομένου όμως ότι ο αγοραστής μέσω του προμηθευτή έχει πληρώσει για ισόποση ενέργεια τις ίδιες ώρες 250 ευρώ/MWh ( όσο μία μέση ημερήσια τιμή στην Αγορά Επόμενης Ημέρας) καταλήγει τελικώς να πρέπει να πληρώσει 225 ευρώ (250-25), ενώ η όλη λειτουργία του σχήματος αυτού επιβαρύνει και με κάποια πρόσθετα εκατομμύρια το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης για τα επιδόματα
Αντίθετα, χωρίς το πλαφόν, ο παραγωγός θα επέστρεφε στον αγοραστή 190 ευρώ/MWh, όση είναι η διαφορά μεταξύ της τιμής ημέρας των 250 ευρώ/MWh και της συμφωνημένης τιμής των 60 ευρώ /MWh.
Oσο συμβαίνει αυτό, ο αγοραστής δεν έχει κίνητρο να υπογράψει διμερές συμβόλαιο με τον παραγωγό ΑΠΕ, πράγμα που δεν στερεί μόνον από τη βιομηχανία μία φθηνότερη, σταθερή τιμή ενέργειας αλλά στερεί, ειδικά από τον υποψήφιο επενδυτή, και τη σύμβαση πώλησης του παραγόμενου ηλεκτρισμού, η οποία πλέον είναι σχεδόν απαραίτητη προϋπόθεση για την τραπεζική χρηματοδότηση του έργου.
Οπως επισημαίνουν βιομηχανικοί κύκλοι, όταν το πλαφόν εφαρμόζεται στις διμερείς συμβάσεις αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, θα πρέπει να λαμβάνει ως βάση υπολογισμού, τα πραγματικά έσοδα του παραγωγού, όπως αυτά προκύπτουν μετά το διακανονισμό της ανταλλαγής ενέργειας με τον αγοραστή, στη συμφωνημένη μεταξύ τους τιμή.
Δεδομένης της ενεργειακής κρίσης, η σύναψη διμερών μακροχρόνιων συμβάσεων σε σταθερή τιμή με παραγωγούς ΑΠΕ ή και με καθετοποιημένους που μπορούν να σταθμίσουν στο κόστος παραγωγής τους και ναδώσουν μια καλύτερη τιμή, αποτελούν τη μόνη λύση για τη βιομηχανία. Στο τέλος του χρόνου λήγουν και οι διμερείς συμβάσεις της βιομηχανίας με τη ΔΕΗ, αφήνοντας τις επιχειρήσεις έκθετες στις απρόβλεπτες και μεγάλες διακυμάνσεις τιμών της χονδρεμπορικής αγοράς, όσο το τοπίο παραμένει θολό για το τι θα συμβεί από το 2023 και μετά.
Αναλυτικότερα, η ΕΒΙΚΕΝ στην επιστολή της αναφέρει τα εξής:
“Στις σημερινές συνθήκες ενεργειακής κρίσης η έκθεση των βιομηχανιών έντασης ενέργειας στις πολύ υψηλές τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς υπονομεύει ακόμη και τη βιωσιμότητα τους.
Θεωρούμε ότι συμφωνείτε ότι μόνη λύση πλέον αποτελεί η σύναψη διμερών μακροχρόνιων συμβάσεων με παραγωγούς ΑΠΕ.
Στο πλαίσιο της λειτουργίας του Προσωρινού Μηχανισμού Επιστροφής Μέρους Εσόδων Αγοράς Επόμενης Ημέρας (Ηλεκτρικής Ενέργειας) από τον περασμένο Ιούλιο εφαρμόζεται μια διοικητικά καθοριζόμενη μοναδιαία τιμή (πλαφόν) επί της τιμής αποζημίωσης για όλες τις τεχνολογίες παραγωγής από τη συμμετοχή τους στην αγορά επόμενης ημέρας (DAM).
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω προκύπτει ότι η επιβολή του πλαφόν καθιστά πλέον τελείως αδύνατη στην πράξη τη σύναψη μιας διμερούς σύμβασης, καθώς καθίσταται αδύνατη η εκκαθάριση της συναλλαγής μεταξύ των δύο μερών.
Όπως προκύπτει σαφώς από το υφιστάμενο ευρωπαικό πλαίσιο, οι διμερείς συμβάσεις, οι οποίες επιφέρουν στους παραγωγούς έσοδα που δεν υπερβαίνουν το ανώτατο όριο που έχει θεσπιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, θα πρέπει να εξαιρούνται από την επιβολή ανώτατου ορίου εσόδων (παράγραφος 30 του προοιμίου του Κανονισμού 2022/1854 )………Στην περίπτωση των διμερών συμβάσεων, τα έσοδα του παραγωγού ταυτίζονται με τη συμβατική τιμή που έχει συμφωνηθεί με τον αγοραστή, η οποία κατά κανόνα είναι σταθερή, με αποτέλεσμα να μην προκύπτουν έσοδα για τον παραγωγό, άνω του ανώτατου ορίου εσόδων αγοράς.
Επομένως, για να καταστεί εφικτή η διαπραγμάτευση και σύναψη νέων μακροχρόνιων διμερών συμβάσεων αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας είναι απολύτως αναγκαίο να θεσπιστεί ρύθμιση για την εξαίρεση των διμερών συμβάσεων, από την επιβολή του ανώτατου ορίου εσόδων που εφαρμόζεται στο πλαίσιο του προσωρινού μηχανισμού επιστροφής μέρους εσόδων αγοράς επόμενης ημέρας.”