Ηπιότερη ετήσια ανάπτυξη, κατά 1,4% σε πραγματικούς όρους, κυρίως λόγω επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας, σε συνθήκες υψηλού πληθωρισμού και αβεβαιότητας προβλέπει το ΙΟΒΕ για το 2023, ενώ, αναθεωρεί προς τα κάτω την εκτίμηση για ανάκαμψη το 2022, σε 5,2%, σε σταθερές τιμές, κυρίως λόγω μικρότερης διεύρυνσης των εξαγωγών (5,8%) και μείωσης της δημόσιας κατανάλωσης (-1,1%), -αναμένεται αύξηση σε ιδιωτική κατανάλωση (7,7%), επενδύσεις (12,1%) και εισαγωγές (9,1%).
Ειδικότερα, αναλύοντας την πρόβλεψη της έκθεσης για 4ο τρίμηνο, του 2022 ο Γενικός διευθυντής του Ιδρύματος, Νίκος Βέττας, ανέφερε ότι για το 2023 κρίσιμος ως προς την οικονομική μεγέθυνση, θα είναι ο ρόλος των επενδύσεων για τις οποίες προβλέπεται αύξηση 8% έναντι αύξησης 12,1% το 2022.
Σε σχέση με τον πληθωρισμό το ΙΟΒΕ προβλέπει υποχώρηση στο 4% (αντί 5% που βλέπει το ΥΠΟΙΚ) από 9,6% το 2022 λόγω και τις σημαντικής πτώσης των τιμών της ενέργειας τους τελευταίους μήνες.
Πιο αναλυτικά, από την τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ για την ελληνική οικονομία, σταχυολογούνται, μεταξύ άλλων, τα εξής:
-Κατά τη διάρκεια του 2022, η ελληνική οικονομία κατέγραψε ιδιαίτερα σημαντική δυναμική μεγέθυνσης, με τάση εξασθένισης, σε συνέχεια ενός κύκλου διακυμάνσεων που ξεκίνησε με την κρίση της πανδημίας.
-Για την αξιολόγηση της πορείας της οικονομίας βραχυχρόνια, υπάρχουν σημαντικοί θετικοί παράγοντες. Συνολικά, και ξεκινώντας από χαμηλότερη βάση, η οικονομίας μας μπορεί να τρέξει πιο γρήγορα από τον μέσο όρο της Ευρώπης.
-Το συσσωρευμένο δυναμικό της ελληνικής οικονομίας είναι μεγαλύτερο από αυτό στις περισσότερες ευρωπαϊκές. Η ανεργία, και γενικότερα η δεξαμενή ανεκμετάλλευτης εργασίας, παραμένει υψηλή, και ακόμη μεγαλύτερο είναι το επενδυτικό κενό. Το Ταμείο Ανάκαμψης και η λοιπή εισροή ευρωπαϊκών πόρων είναι υψηλής σημασίας και μπορούν να κινητοποιήσουν ευρύτερες επενδύσεις. Εξωστρεφείς επιχειρήσεις, κυρίως μεταποιητικές έχουν τοποθετηθεί σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Το δημόσιο χρέος, αν και πολύ υψηλό, είναι προς το παρόν λιγότερο εκτεθειμένο στις αυξήσεις των επιτοκίων από ότι άλλων οικονομιών.
-Το εξωτερικό περιβάλλον πιέζει εξαγωγές και επενδύσεις λόγω επιβράδυνσης της ανάκαμψης στην Ευρώπη, συνεχιζόμενης αύξησης των επιτοκίων και υψηλής αβεβαιότητας. Οι οικονομικές αποφάσεις τείνουν να γίνονται με αποφυγή της έκθεσης στον κίνδυνο, και άρα πιο εσωστρεφείς και βραχυπρόθεσμες, ακριβώς το αντίθετο από το επιθυμητό.
-Η σημαντική επιδείνωση στο εμπορικό ισοζύγιο και ο υψηλός δομικός πληθωρισμός αναδεικνύουν συστηματικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας. Η τάση για διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος καθώς υπάρχει μεγέθυνση αντανακλά σχετικά χαμηλή ανταγωνιστικότητα. Η τάση για άνοδο των κεντρικών τιμών προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς ανακάμπτει η κατανάλωση, υποδηλώνει μικρή δυνατότητα έγκαιρης ανταπόκρισης της παραγωγής και χαμηλή ένταση ανταγωνισμού.
-Κρίσιμο είναι να επιτευχθεί σύντομα αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα. Κάτι τέτοιο αποτελεί θετικό σήμα για τις αγορές, βελτιώνει τις προσδοκίες και οδηγεί στη διεύρυνση της επενδυτικής βάσης και την αποκλιμάκωση του κόστους χρηματοδότησης.
-Η ευστάθεια του δημοσιονομικού ισοζυγίου αποτελεί προϋπόθεση για την συστηματική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
-Στην πλευρά των φορολογικών εσόδων, στον τρέχοντα χρόνο υπάρχουν τέσσερις θετικές εξελίξεις, από την ίδια τη μεγέθυνση της οικονομίας, από την επίδραση της διάδοσης των ηλεκτρονικών πληρωμών, από τους έμμεσους φόρους λόγω πληθωρισμού και από την φορολογία των εισοδημάτων καθώς εφαρμόζεται μια προοδευτική κλίμακα.
-Στην πλευρά των δημοσίων δαπανών, οι πολιτικές στήριξης μέσω επιδομάτων, πέρα από επιδράσεις στα δημοσιονομικά και μακροοικονομικά ισοζύγια, έχουν παράπλευρες επιδράσεις στην κατανάλωση και τη φορολογική συμμόρφωση.
Σύμφωνα με τον κ.Βέττα, για την Ευρώπη, κομβικός θα είναι ο χειρισμός των επιπτώσεων από το τρίπτυχο της ενεργειακής κρίσης, του πληθωρισμού και της ρωσικής εισβολής. Το πώς θα διαμορφωθούν οι κανόνες για το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο αποτελεί στοίχημα για περαιτέρω δημοσιονομική ολοκλήρωση.
Τέλος, για τη χώρα μας, όπως είπε, οι βουλευτικές εκλογές σε λίγους μήνες είναι σημαντικές για τη σταθερότητα που θα επιτρέψει σημαντικές επενδύσεις, αλλά και τη διαμόρφωση μεσοπρόθεσμης πολιτικής που θα μπορεί να συνδυάσει δύο επιθυμητά χαρακτηριστικά: σοβαρότητα σε ένα επικίνδυνο περιβάλλον και πρόθεση για μεταρρυθμιστικές τομές.