Η ουσία είναι ωστόσο, ότι έστω και με σφιγμένα τα δόντια η Γερμανίδα καγκελάριος, όπως και μια σειρά από δυτικοευρωπαίους ηγέτες αποδέχτηκαν τον Ερντογάν ως τον βασικό τους συνομιλητή στην προσπάθεια να απαλύνουν τις συνέπειες του προσφυγικού δράματος για τις δικές τους χώρες.
Θα πει κανείς ότι αυτό είναι λογικό. Πώς θα μπορούσαν να παρακάμψουν την Τουρκία σε αυτή τη φάση και για αυτό το ζήτημα; Το πρόβλημα είναι όμως με ποιούς όρους γίνεται η προσέγγιση. Γιατί εδώ είναι σχεδόν ολοφάνερο ότι ο «Σουλτάνος», που έχει αποδείξει ότι ξέρει από παζαρέματα επιχειρεί να θέσει τις δικές του προϋποθέσεις στην ΕΕ, με ένα τρόπο ανάλογο εκείνου, με τον οποίο έθεσε και προ απειλητικών διλημμάτων και το εκλογικό του σώμα για να πάρει την αυτοδυναμία. Είναι πλέον σαφές ότι στην (τουρκική) δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, όσο υπάρχουν ακόμα τα εργαλεία του εκβιασμού.
Η Ευρώπη λοιπόν, που αρνείται να συζητήσει με τον Ασαντ και καυτηριάζει τις συχνές «παρεκτροπές» του Πούτιν υποχρεώνεται να αλλάξει τώρα μέτρα και σταθμά, να ανεχτεί τις φεουδαρχικές συμπεριφορές και την συνέχιση ενός πολέμου, που έχει στόχο τον αφανισμό των Κούρδων, προκειμένου να κρατήσει μακριά της ένα πρόβλημα για το οποίο δεν έχει λύση.
Από μόνο του αυτό το πλαίσιο μάλλον δεν μπορεί να αφήνει μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας, ούτε για την ίδια την Τουρκία, ούτε για την Ευρώπη, ούτε φυσικά για τα «αντικείμενα» του παζαρέματος, τους ίδιους τους πρόσφυγες.
Προφανώς μεγάλο κομμάτι της τουρκικής κοινωνίας ψήφισε υπό το καθεστώς του φόβου, ενώ οι πολεμικές κραυγές κατά των Κούρδων προσέλκυσαν και ένα μεγάλο τμήμα των εθνικιστών ψηφοφόρων. Προφανώς το νέο Σύνταγμα που «υπόσχεται» τώρα ο Ερντογάν δεν θα φέρει περισσότερη δημοκρατία και ελευθερίες στη γειτονική μας χώρα, αν κρίνουμε από τα όσα συνέβησαν τους τελευταίους μήνες.
Αυτό σημαίνει ότι για την ΕΕ, που επιλέγει να βάλει το κεφάλι στην άμμο για να κάνει ότι δεν τα βλέπει όλα αυτά, χάνεται ακόμα ένα κομμάτι αξιοπιστίας. Οι Βρυξέλλες παραμένουν αιχμάλωτες της λογικής «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Μόνο που ο σκοπός κάθε άλλο παρά ιερός είναι. Είναι προφανές ότι η γραφειοκρατία των Βρυξελλών επιμένει να προσπαθεί να απωθεί όσο μπορεί μακριά της τα δυσάρεστα ζητήματα και να ασχολείται μόνο με όσα μπορούν να της προσδώσουν την αυτοικανοποίηση μιας βλαχοδημαρχίστικης ψευτογκλαμουριάς.
Η «συμβολική» μετεγκατάσταση 30 προσφύγων στην καρδιά της Ευρώπης την ώρα που χιλιάδες άλλοι θαλασσοπνίγονται στο Αιγαίο, αυτό ακριβώς δείχνει. Για τους κυνηγημένους και ξεριζωμένους από τη Συρία τα σημάδια κάθε άλλο παρά ευοίωνα είναι, όσο παραμένουν «εγκλωβισμένοι» ανάμεσα σε μια κυνική Τουρκία και μια αμήχανη Ευρώπη.