Σε συνέντευξη που έδωσε στη Frankfurter Allgemeine Sonntagszeitung την Κυριακή, η κα Μέρκελ ανέφερε ότι τα εργαλεία που υπάρχουν τώρα διαθέσιμα δεν είναι αρκετά για να σταθεροποιήσουν την ευρωζώνη με διατηρήσιμο τρόπο, τονίζοντας πως η σταθεροποίηση της ευρωζώνης απαιτεί τραπεζική ένωση και ένωση κεφαλαιαγορών.
Όπως σημείωσε, η ευρωζώνη χρειάζεται ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο για να καταστεί λιγότερο εξαρτώμενη από το ΔΝΤ. Κατά την ίδια, η ευρωζώνη χρειάζεται ένα διακυβερνητικό Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο που θα μπορεί να παρέχει σε προβληματικά κράτη μέλη βραχυπρόθεσμες πιστωτικές γραμμές, αν αντιμετωπίσουν προβλήματα χρέους που απειλούν ολόκληρο το μπλοκ.
«Αν ολόκληρη η ευρωζώνη βρίσκεται σε κίνδυνο, το ΕΝΤ θα πρέπει να μπορεί να δώσει μακροπρόθεσμες πιστώσεις προκειμένου να βοηθήσει τις χώρες. Αυτές οι πιστώσεις θα πρέπει να εκτείνονται σε διάστημα 30 ετών και να έχουν όρους που βασίζονται σε σαρωτικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».
«Επιπλέον, μπορώ να φανταστώ την πιθανότητα μιας βραχυπρόθεσμης πιστωτικής γραμμής, διάρκειας πέντε ετών για παράδειγμα. Έτσι θα μπορούσαμε να πάρουμε υπό την προστασία μας χώρες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες λόγω έκτακτων καταστάσεων», πρόσθεσε.
Στην ίδια συνέντευξη, η κα Μέρκελ φάνηκε να αποκλείει το ενδεχόμενο ελάφρυνσης του ιταλικού χρέους, δηλώνοντας πως η αρχή της αλληλεγγύης μεταξύ των μελών της ευρωζώνης δεν θα πρέπει να μετατρέψει το μπλοκ σε μια ένωση διαμοιρασμού του χρέους.
Ερωτηθείσα για τα δημοσιεύματα που φέρουν τα κυβερνώντα κόμματα της Ιταλίας να θέλουν άφεση χρέους ύψους 250 δισ. ευρώ από την ΕΚΤ, η κα Μέρκελ είπε πως μια ένωση αλληλεγγύης δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε μια ένωση χρέους. Σημειώνεται πως σήμερα το χρέος της Ιταλίας ξεπερνά τα 2,3 τρισ. ευρώ (αντιστοιχεί στο 23,4% του δημόσιου χρέους της ευρωζώνης) και η χώρα χρειάζεται να καταβάλλει ετησίως τόκους ύψους σχεδόν 80 δισ. ευρώ για να το εξυπηρετήσει.