Με σκεπτικισμό αντιμετωπίζουν οι βιομηχανίες τις επικείμενες διαπραγματεύσεις με τη ΔΕΗ για τη διαμόρφωση των νέων βιομηχανικών τιμολογίων στην Υψηλή Τάση για το δωδεκάμηνο Μαρτίου 2018- Φεβρουρίου 2019, καθώς δύο βασικοί παράμετροι, ο τρόπος χρέωσης των ρύπων και οι ζώνες αιχμής, όπως τις υπολογίζει η ΔΕΗ, εξακολουθούν να προβληματίζουν τις επιχειρήσεις.
Τις επόμενες ημέρες η ΔΕΗ αναμένεται να αποστείλει τις επιστολές στις ενεργοβόρες βιομηχανίες για να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για τα νέα συμβόλαια προμήθειας, με βάση τις αποφάσεις της πρόσφατης γενικής συνέλευσης, που παρέτεινε την ισχύ των τιμολογίων Υ.Τ. του 2017-18 και ενέκρινε τις εκπτώσεις όγκου.
Το πρώτο ερώτημα αφορά στη χρέωση για το κόστος των ρύπων. Και τούτο γιατί στα τιμολόγια Υψηλής και Μέσης Τάσης η ΔΕΗ προβλέπει διακριτή χρέωση ανά τόνο CO2/MWh, που μετακυλίεται στους πελάτες, οι οποίοι στη συνέχεια αποζημιώνονται για μέρος του κόστους αυτού, μέσω του συστήματος αντιστάθμισης της δαπάνης ρύπων για την ενεργοβόρο βιομηχανία. Ομως η ΔΕΗ χρεώνει το κόστος αυτό με βάση τη μέση τιμή του CO2, όπως διαμορφώθηκε τον προηγούμενο μήνα στο Ευρωπαικό Χτηματιστήριο Ρύπων, ενώ η βιομηχανία αποζημιώνεται μέσω της αντιστάθμισης, με βάση τη μέση τιμή των ρύπων του προηγούμενου χρόνου. Δεδομένοι ότι οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπής CO2 από τον Φεβρουάριο του 2018 και μετά έχουν σχεδόν τριπλασιαστεί σε σχέση με τα μέσα επίπεδα του 2017, η διαφορά στον τρόπο χρέωσης εγκυμονεί για τη βιομηχανία ένα έξτρα κόστος της τάξης των 50 εκατ. ευρώ.
Κύκλοι της βιομηχανίας υπολογίζουν τη μέγιστη αποζημίωση-αντιστάθμιση σε περίπου 4 ευρώ/MWh (με βάση τον μέσο όρο της τιμής του 2017), ενώ η ΔΕΗ χρεώνει τους ρύπους 5-9 ευρώ/MWh. Μάλιστα επειδή τον Μάιο λειτούργησαν οι λιγνιτικές μονάδες η χρέωση του CO2 στα τιμολόγια ΥΤ και ΜΤ εκτιμάται στα 8,8-9,2 ευρώ/MWh.
Στη Χαμηλή Τάση, η οποία ηλεκτροδοτεί τα νοικοκυριά και τις μικρές επαγγελματικές μονάδες, το κόστος του CO 2 είναι ενσωματωμένο στα τιμολόγια. Εκιμάται δε ότι φέτος η ΔΕΗ μπορεί να επιβαρυνθεί με ποσό της τάξης των 150- 200 εκατ ευρώ λόγω της αύξησης της τιμής των ρύπων, την οποία δεν μετακυλίει στα τιμολόγιά της. Παράλληλα η εταιρία έχει συνάψει και αρκετές συμβάσεις με πελάτες στη Μέση Τάση, όπως τράπεζες, αλυσίδες σούπερ μάρκετ κλπ, στις οποίες έχει ενσωματώσει το κόστος ρύπων. Σε συνδυασμό και με τις εκπτώσεις συνέπειας είναι πιθανό η τελική τιμολόγηση ενός πελάτη της Μέσης Τάσης να είναι χαμηλότερη, από αυτή που πληρώνει ένας καταναλωτής στην ΥΤ.
Το άλλο πρόβλημα προέρχεται από τις ζώνες αιχμής. Συγκεκριμένα, με απόφαση της ΡΑΕ, η Χρέωση Χρήσης Συστήματος του ΑΔΜΗΕ υπολογίζεται βάσει της μέσης κατανάλωσης στις ώρες αιχμής των μηνών Δεκεμβρίου, Ιανουαρίου, Φεβρουαρίου. Η ΔΕΗ όμως διατηρεί ως αιχμή, τη ζώνη που ίσχυε στο παρελθόν, πριν το “φωτοβολταϊκό μπουμ” , δηλαδή από τις 10 το πρωί με 2 το μεσημέρι.
Αυτό σημαίνει ότι οι βιομηχανίες, αν δεν θέλουν να πληρώσουν τις υψηλότερες χρεώσεις των ωρών αιχμής, θα πρέπει να αποφεύγουν τόσο τη ζώνη αιχμής του ΑΔΜΗΕ, από τις 6 το απόγευμα ως τις 11 μμ όσο και τη ζώνη αιχμής της ΔΕΗ από τις 10 πμ ως τις 2 μμ, που σημαίνει ότι 9 ώρες την ημέρα δεν θα πρέπει να λειτουργούν.
Παρότι έχει προταθεί στη ΔΕΗ να εναρμονιστεί με το σύστημα της ΡΑΕ και του ΑΔΜΗΕ για τις ώρες αιχμής, μέχρι στιγμής η εταιρία δεν το έχει πράξει και το ζήτημα αυτό, όπως και ο τρόπος χρέωσης των ρύπων αναμένεται να απασχολήσουν τις επικείμενες διαπραγματεύσεις για τις νέες συμβάσεις προμήθειας.