H Αγγελική Τζιάκα μετακόμισε στο Ηνωμένο Βασίλειο λίγο μετά τις περικοπές σε συντάξεις και μισθούς του δημοσίου που άρχισε να εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση κατά το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης που συμφώνησε με τους διεθνείς πιστωτές το 2010.
Ένιωθε ότι η απόφαση ήταν ξεκάθαρη: δουλειά στο εξωτερικό ή κίνδυνος μακροχρόνιας ανεργίας στην πατρίδα. «Είχα μόλις αποφοιτήσει από την ιατρική και ήθελα να κάνω την ειδικότητα μου στο εξωτερικό γιατί το μέλλον (στον τομέα της υγείας) στην Ελλάδα έδειχνε πολύ αβέβαιο» ανέφερε η κα. Τζιάκα.
Οκτώ χρόνια αργότερα η 33χρονη εργάζεται ως ψυχίατρος στο εθνικό σύστημα υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου. Για την ώρα δεν σχεδιάζει να αναζητήσει δουλειά στην Ελλάδα. «Πίστευα ότι θα έμενα μακριά για περίπου δύο χρόνια, μετά η κρίση θα περνούσε» πρόσθεσε. «Αλλά τελικά δεν έγινε έτσι και τώρα δεν ξέρω πότε τα πράγματα θα είναι και πάλι σταθερά».
Καθώς η Ελλάδα ετοιμάζεται να αποχωρήσει αυτή την εβδομάδα από το πρόγραμμα διάσωσης, σε ένα σημάδι πως η επιστροφή στην οικονομική ομαλότητα είναι κοντά, ο αριθμός των μορφωμένων Ελλήνων που δεν βλέπουν μέλλον στη χώρα είναι ένα ακόμα από τα μεγάλα εμπόδια στην μακροχρόνια ανάκαμψη και βιωσιμότητα της.
«Το brain drain έχει ξεκάθαρα αρνητικό αντίκτυπο στις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδαςβραχυπρόθεσμα» τόνισε ο Γιώργος Παγουλάτος, καθηγητής στην ΑΣΟΕ. «Το ερώτημα είναι κατά πόσον αυτή η δεξαμενή των όλο και πιο καταρτισμένων Ελλήνων που ζουν στο εξωτερικό θα επιστρέψει τελικά και θα βοηθήσει στην τόνωση της μακροχρόνιας δυνητικής ανάπτυξης της χώρας».
Περίπου 350.000 με 400.000 Έλληνες, κυρίως εικοσάρηδες και τριαντάρηδες, έχουν μεταναστεύσει – κατά κύριο λόγο σε άλλες χώρες της Ε.Ε. – μετά το 2010. Πάνω από τα δύο τρίτα είναι απόφοιτοι πανεπιστημίου και πολλοί έχουν μεταπτυχιακά και διδακτορικά, σύμφωνα με τον Εμμανουήλ Πρατσινάκη, ερευνητή σε πανεπιστήμιο της Οξφόρδης που χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Ωνάση.
«Απόφοιτοι ιατρικής, πολυτεχνείων και σχολών ηλεκτρολόγων μηχανικών που το αντικείμενο των σπουδών τους έχει μεγάλη ζήτηση στις χώρες προορισμού, αποτελούν ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού που μεταναστεύει» σημείωσε ο κ. Πρατσινάκης. «Oι μάνατζερ ξενοδοχείων και οι σεφ με εμπειρία σε πολυτελείς μονάδες της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας έχουν και αυτοί ζήτηση».
Έχουν φύγει τόσοι πολλοί γιατροί μετά το 2010 που το πιεσμένο οικονομικά σύστημα υγείας αντιμετωπίζει έλλειμμα 8.000 γιατρών, ανέφερε ο Γιώργος Πατούλης, πρόεδρος του ιατρικού συλλόγου Αθηνών. «Η χώρα έχει χάσει πάνω από 18.000 γιατρούς, όχι μόνο νέους αποφοίτους αλλά και καταξιωμένους επιστήμονες. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν πολύ λίγες ενδείξεις ότι θα τους πάρουμε πίσω» σημείωσε.
Για τους Έλληνες της μεσαίας τάξης, οι μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό είναι εδώ και καιρό ένας τρόπος να προχωρήσουν στην μικρή κοινότητα επαγγελματιών της χώρας. Αυτό άλλαξε καθώς η οικονομία άρχισε να αναπτύσσεται ραγδαία στις αρχές του 2000 με τη δημιουργία της ευρωζώνης και οι ευκαιρείς για τους νέους επαγγελματίες αυξήθηκαν. Οι Έλληνες ήταν από τους λιγότερο κινητικούς Ευρωπαίους, ειδικά όσον αφορά τις αλλαγές καριέρας που απαιτούσαν μακρινές μετακινήσεις, έχουν δείξει συγκριτικές έρευνες.
Η κρίση διέλυσε τις ελπίδες ότι η εγχώρια αγορά εργασίας θα συνεχίσει να αναπτύσσεται και κατέστησε εμφανές ότι το μοτίβο των σύντομων περασμάτων από το εξωτερικό μπορεί να μετατραπεί σε κάτι πιο μόνιμο.
«Η μετανάστευση έχει γίνει μια από τις πιθανές επιλογές και οι φίλοι και οι συγγενείς αντιδρούν πολύ πιο θετικά από ότι στο παρελθόν στις αποφάσεις συγγενών και φίλων να φύγουν» τόνισε ο κ. Πρατσινάκης.
Oι Έλληνες του εξωτερικού δεν βιάζονται πάντως να επιστρέψουν. Σύμφωνα με έρευνα που διενέργησε πέρυσι η Ε.Ε. στο Λονδίνο και στην Ολλανδία, λιγότερο από το 10% των Ελλήνων μεταναστών σχεδιάζει να επιστρέψει τα επόμενα τρία χρόνια και μόνο το 20% θέλει να το κάνει μακροπρόθεσμα.
Η Τόνια Στούμπου είναι από αυτούς που άλλαξαν απότομα τα σχέδια τους όταν ξέσπασε η κρίση. Περίμενε ότι θα επιστρέψει από το Λονδίνο μετά από ένα μεταπτυχιακό στο μάνατζμεντ εφοδιαστικών αλυσίδων. Προβλέποντας ότι θα δυσκολευτεί να βρει δουλειά στην Ελλάδα, αποφάσισε να παραμείνει στο Ηνωμένο Βασίλειο και να «δουλέψει για κάποια χρόνια».
Η προοπτική επιστροφής στην Ελλάδα εξασθενούσε καθώς συνεχιζόταν η κρίση, λέει η ίδια.
«Δούλεψα για μια, μετά για μια άλλη μεγάλη εταιρεία με παγκόσμια παρουσία. Πραγματικά απολαμβάνω την δουλειά που έχω τώρα, υπάρχουν προοπτικές εξέλιξης και νιώθω ότι έχω μια ζωή στο Λονδίνο» σημείωσε η κα. Στούμπου. «Θα ήθελα να δουλέψω στην Ελλάδα κάποια στιγμή, πιθανότατα στην οικογενειακή μας επιχείρηση, αλλά δεν βιάζομαι».
Ο Θοδωρής Μεσσίνης, υπεύθυνος IT σε ελβετική τράπεζα στη Γενεύη, είχε πρόσφατα μια προσφορά να εργαστεί σε εταιρεία fintech στην Aθήνα. «Ο μισθός που μου πρότειναν ήταν αναπάντεχα υψηλός, αλλά όταν αναλογίστηκα τι κάνω εδώ – κατευθύνω μια ομάδα προγραμματιστών, μαθαίνω πώς να είναι μάνατζερ, ζω σε μια εύτακτη ευρωπαϊκή χώρα – αποφάσισα ότι είμαι καλύτερα εδώ» υποστήριξε ο κ. Μεσσίνης.
Η μετακίνηση στο Κατάρ στην αρχή της κρίσης, στη συνέχεια η απόκτηση μεταπτυχιακού και η εργασία στις ΗΠΑ προτού εγκατασταθώ στην Ελβετία, «με βοήθησαν να καταλάβω τις ευκαιρίες που υπάρχουν στο εξωτερικό», σημείωσε ο κ. Μεσσίνης.
Μετά το υψηλό του 2013 οι αποχωρήσεις από την Ελλάδα άρχισαν σταδιακά να περιορίζονται, ενώ ένας μικρός αριθμός μεταναστών που έφυγαν νωρίς κατά τη διάρκεια της κρίσης επιστρέφει. «Οι αποταμιεύσεις τους και η εμπειρία τους επιτρέπει να σχεδιάσουν τον επαναπατρισμό με καλύτερους όρους» τόνισε ο κ. Πρατσινάκης.
Πηγή: Financial Times, αναδημοσίευση από το euro2day.gr