Δεν υπάρχουν βραχυπρόθεσμες ανησυχίες για την ελληνική οικονομία, σημειώνει ο Αμερικανικός οίκος JP Morgan σε έκθεσή του μετά τη Σύνοδο του ΔΝΤ στο Μπαλί και τις επαφές που είχε με στελέχη του οικονομικού επιτελείου.Η οικονομική πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης επικεντρώνεται σε τρεις προτεραιότητες:
-Μια ξεκάθαρη οδό όσον αφορά στη χρηματοδότηση των επόμενων 10-15 ετών
-Τη δημιουργία ενός σχεδίου βιώσιμης ανάπτυξης και
-Τη διατήρηση ενός «μαξιλαριού» ρευστότητας.
Οσον αφορά στη χρηματοδότηση, Ελληνες αξιωματούχοι σημείωσαν ότι η μέση ωρίμανση του ελληνικού χρέους ξεπερνά τα 25 χρόνια, οπότε η Αθήνα έχει 10-15 χρόνια για να διαχειριστεί το ύψος των τίτλων που εκκρεμούν.
Η αναπτυξιακή στρατηγική της χώρας δίνει έμφαση στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και των υποδομών. Οι αξιωματούχοι βλέπουν αύξηση του ΑΕΠ κατά 2-2,1% φέτος και 2,4% το 2019, αλλά το ζήτημα είναι οι εν λόγω ρυθμοί ανάπτυξης να καταστούν βιώσιμοι μακροπρόθεσμα.
Τα μηνύματα από τις εξαγωγές είναι θετικά, ενώ η κατανάλωση αυξήθηκε το δεύτερο τρίμηνο, για πρώτη φορά μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα. Το τρίτο τρίμηνο αναμένεται να ενισχυθεί και λόγω των τουριστικών εσόδων.
Οσον αφορά στην πολιτική ατζέντα, κυβερνητικοί αξιωματούχοι σημείωσαν ότι η αναπτυξιακή στρατηγική είναι στο επίκεντρο του προεκλογικού προγράμματος, οπότε αν η υφιστάμενη κυβέρνηση κερδίσει τις εκλογές, οι πολίτες και οι επενδυτές θα γνωρίζουν τι πρέπει να περιμένουν. Οι εκλογές αναμένεται να λάβουν χώρα το συντομότερο τον Μάιο και το αργότερο τον Σεπτέμβριο του 2019.
Σε σχέση με το «μαξιλάρι» ρευστότητας, η Ελλάδα έχει αδιάθετα 25 δισ. από τα προγράμματα, κάτι που της αφήνει περιθώρια ευελιξίας για το αν θα βγει στις αγορές, αν θα επαναγοράσει χρέος από το ΔΝΤ ή βραχυπρόθεσμους τίτλους από την ΕΚΤ.