΄Ενα ακόμη «μήνυμα», προς ξένους επενδυτές, να εμπιστευθούν και πάλι την Ελλάδα, αποτέλεσε η προχθεσινή προσφορά 3 δις ευρώ, για την έκδοση του εταιρικού ομολόγου της ΔΕΗ. Η ενίσχυση, προδήλως, της θέσης της μεγαλύτερης επιχείρησης της χώρας, αναμένεται να λειτουργήσει ως οδηγός στο γενικότερο πρόγραμμα των αποκρατικοποιήσεων, «πουσάροντας» τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Στην προκειμένη περίπτωση, η βάση για την είσοδο ιδιωτών στον ηλεκτρισμό, κατ' αρχήν με την σκοπούμενη πώληση της «μικρής ΔΕΗ», και, εν συνεχεία, με την πλήρη αποκρατικοποίησή της (θα χρειασθούν, βεβαίως, τουλάχιστον, δύο χρόνια), θεωρείται πολύ ισχυρή. Μια «καθαρή», από βάρη, ΔΕΗ, με εξασφαλισμένα τα επενδυτικά σχέδιά της, προδιαγράφει ένα ελπιδοφόρο μέλλον, όσον αφορά το άνοιγμα της ενεργειακής αγοράς, επ' ωφελεία, παραγωγών, προμηθευτών-παρόχων και καταναλωτών. Με την προϋπόθεση, φυσικά, ότι, κατά την εφαρμογή του νέου πλαισίου λειτουργίας της αγοράς, θα τηρούνται οι απαραίτητοι κανόνες, θα υπάρχει έλεγχος και διαφάνεια.
Ειδικότερα, η ανταπόκριση των επενδυτών στην έκδοση του ομολόγου της ΔΕΗ, ήταν πέρα από κάθε προσδοκία, αφού, το ποσό που ζητούσε να αντλήσει από τις αγορές υπερκαλύφθηκε κατά 6 φορές. Έτσι, αντί για 500 εκ. ευρώ, η συνολική προσφορά έφθασε τα 3 δισ. ευρώ. Το βιβλίο των προσφορών έκλεισε, προχθές. Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση που εκδόθηκε, «η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού Α.Ε. προέβη επιτυχώς στην προσφορά Ομολογιών ("Senior Notes") ύψους 700.000.000, με συνδυασμό Ομολογιών ύψους 200.000.000 λήξεως το 2017 και Ομολογιών ύψους 500.000.000 λήξεως το 2019 με σταθερό επιτόκιο 4,75 % και 5,5% ετησίως αντίστοιχα».
Τα έσοδα από την έκδοση και πώληση των Ομολογιών θα χρησιμοποιηθούν για την χρηματοδότηση του επενδυτικού προγράμματος της επιχείρησης και τη μερική προπληρωμή υφιστάμενων δανείων. Ο όγκος των προσφορών και το ιδιαίτερα ανταγωνιστικό επιτόκιο που ξεπέρασε τις αρχικές προσδοκίες και είναι σημαντικά χαμηλότερο από το κόστος δανεισμού από εμπορικές τράπεζες που πρόσφατα πέτυχε η επιχείρηση, οδήγησε στην απόφαση να αντληθούν επιπλέον 200 εκ. από την προχθεσινή έκδοση. Όπως έγινε γνωστό, το επιπλέον ποσό των 200 εκ. θα διατεθεί αποκλειστικά για την πρόωρη αποπληρωμή υφιστάμενου χρέους της επιχείρησης υψηλότερου κόστους. Σημειώνεται, δε, αρμοδίως, πως με την πρόωρη αποπληρωμή χρεολυσίων συνολικού ύψους 450 εκ. στο πλαίσιο της πρόσφατης αναχρηματοδότησης δανείων ύψους 2,2 δις με κοινοπραξία ελληνικών τραπεζών, η ΔΕΗ επιτυγχάνει, παράλληλα, μείωση του επιτοκίου του υπολοίπου του εν λόγω δανείου κατά 50 μονάδες βάσης (0,5%).
«Σε μια δύσκολη περίοδο για την ελληνική οικονομία, -τονίζει η Διοίκηση της επιχείρησης-, οι στρατηγικές επιλογές της ΔΕΗ και τα μετρήσιμα επιτεύγματα, ενίσχυσαν και συνεχίζουν να ενισχύουν την αξιοπιστία της εταιρείας αλλά και την αξιοπιστία της χώρας. Η εξέλιξη επιβεβαιώνει και βελτιώνει σημαντικά τις θετικές προοπτικές της ΔΕΗ και είναι σε συνέχεια της προ ημερών τριπλής αναβάθμισης από διεθνή οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης και την επίσης πρόσφατη επιτυχημένη σύναψη δανείων συνολικού ύψους 2,5 δις ευρώ από ελληνικούς και ξένους τραπεζικούς οργανισμούς. Έχοντας υλοποιήσει και χρηματοδοτήσει επενδύσεις ύψους 4 δις. τα τελευταία τέσσερα χρόνια, εμπράκτως αποδεικνύεται πως η ΔΕΗ αποτελεί αξιόπιστο πυλώνα οικονομικής ανάπτυξης και απασχόλησης για τη χώρα, διαδραματίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο διατηρώντας πάντα τον έντονα κοινωνικό της χαρακτήρα».
Ιδιαιτέρως θετικά ήταν τα σχόλια για την όλη εξέλιξη, σε διεθνές επίπεδο. Το Bloomberg μετέδωσε ότι «η εμπιστοσύνη επιστρέφει στην Ελλάδα, μετά από μια 4ετή εξορία από τις διεθνείς αγορές», ενώ, αναλυτής της Societe General υπογράμμισε ότι «η Ελλάδα αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της κρίσης του δημόσιου χρέους και ό,τι αυτό συνεπάγεται […] Η σημερινή εξέλιξη αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης στο έργο που γίνεται στη χώρα, αλλά δείχνει και ότι οι άνθρωποι εκεί είναι διατεθειμένοι να προχωρήσουν». Υπενθυμίζεται, τέλος, ότι, μόλις πρόσφατα, η Standard & Poor΄s είχε αξιολογήσει με "B" τον προτεινόμενο συνδυασμό ομολόγων λήξεως 2017 και 2019 της ΔΕΗ (όπως άλλωστε είχε κάνει και στις 4 Απριλίου αναβαθμίζοντας την πιστοληπτική ικανότητα της επιχείρησης από "CCC").