Οι προβληματικές διαδικασίες του ελληνικού δημοσίου, η υψηλή φορολογία, η έλλειψη πρόσβασης στον τραπεζικό δανεισμό σε συνδυασμό με το κόστος ασφάλισης και η αδυναμία άσκησης πολιτικών προώθησης των προϊόντων στις ξένες αγορές αποτελούν κύρια προσκόμματα στη δυναμική ανάπτυξη των εξαγωγών. Καταγράφοντας τα μεγάλα διαρθρωτικά εμπόδια που εξακολουθούν να εγκλωβίζουν την ελληνική οικονομία σε εσωστρέφεια, δύο έρευνες της «διαΝΕΟσις» αποκαλύπτουν ότι η χώρα μας είναι μια σπάνια περίπτωση «μικρής ημίκλειστης» οικονομίας, το εξαγωγικό μοντέλο της οποίας συνθέτουν η υπερβολική συμμετοχή των υπηρεσιών (50%) στο σύνολο των εξαγωγών, η μεγάλη εξάρτηση των εξαγωγών αγαθών από τα πετρελαιοειδή (32%) και η χαμηλή συμμετοχή στο σύνολο των εξαγωγών του βιομηχανικού τομέα κατά 24% και του γεωργικού τομέα κατά 10%.
Από τη χαρτογράφηση του ελληνικού εξαγωγικού τομέα από το 2001 έως σήμερα, σε συνεργασία με ομάδα ερευνητών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και μια ποσοτική έρευνα σε 525 εξαγωγικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα σε συνεργασία με την ICAP, που διεξήχθη τον Οκτώβριο 2018, προκύπτει ότι τις εξαγωγές μας «φρενάρουν», μεταξύ άλλων, η υπολειτουργία αρμόδιων φορέων, η έντονα γραφειοκρατική εξαγωγική διαδικασία, η καθυστέρηση επιστροφής ΦΠΑ, οι συνεχόμενες μεταβολές του νομοθετικού πλαισίου με 250 φορολογικά νομοσχέδια από το 1975 και μετά), ενώ, διαπιστώνεται πως το 70% των επιχειρήσεων εμφανίζουν χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα.
Αναλυτικά, τα κύρια συμπεράσματα των αναλυτών κατατείνουν στα εξής:
-Η Ελλάδα εξάγει κυρίως σε γειτονικές χώρες με χαμηλό εισόδημα.
• Το 2015 το 75% των ελληνικών εξαγωγικών επιχειρήσεων (30% των συνολικών εξαγωγών μας σε αξία) έκαναν εξαγωγές στις φτωχότερες γειτονικές χώρες (Τουρκία, Κύπρο, Βουλγαρία, Αίγυπτο και Λίβανο).
-Οι ελληνικές εξαγωγές γίνονται από λίγες, πολύ μεγάλες επιχειρήσεις.
• Οι 100 μεγαλύτερες εξαγωγικές επιχειρήσεις εξήγαγαν το 2014 πάνω από το 50% των συνολικών εξαγωγών.
• Οι εξαγωγικές επιχειρήσεις με περισσότερους από 250 εργαζομένους κάνουν πάνω από το 70% των συνολικών εξαγωγών της χώρας.
• Το 2015 η μέση εξαγωγική επιχείρηση πραγματοποίησε εξαγωγές της τάξης των €3 εκατ. (χωρίς τα πετρελαιοειδή).
-Στον κλάδο του ελαιολάδου εμφανίζονται πολλές από τις παθογένειες που πλήττουν γενικότερα τις εξαγωγικές επιχειρήσεις.
• Το 2015 η Ιταλία απορρόφησε το 70% των ελληνικών εξαγωγών του ελαιολάδου σε χύμα μορφή. Οι Ιταλοί εξαγωγείς τυποποιούν το χύμα ελληνικό ελαιόλαδο και το επανεξάγουν ως ιταλικό.
• Είναι χαρακτηριστικό ότι το μερίδιο της Ιταλίας στις εισαγωγές των ΗΠΑ (η δεύτερη μεγαλύτερη εισαγωγέας ελαιολάδου παγκοσμίως) ήταν 43,5% το 2015, ενώ της Ελλάδας μόλις 3,1%.
Σε ότι αφορά τις ίδιες τις επιχειρήσεις, πάντως, διαπιστώνεται σαφές έλλειμμα ανταγωνιστικότητας των προϊόντων που εξάγουν λόγω αδυναμίας δημιουργίας ισχυρού branding και διαφοροποίησης των ίδιων των προϊόντων, καθώς και υψηλό κόστος παραγωγής, ενώ προβλήματα ανακύπτουν από τα δίκτυα πώλησης του εξωτερικού και το μέγεθος των εταιρειών.
Ως προς την Πολιτεία, οι έρευνες καταλήγουν σε μια σειρά προτάσεων για την προώθηση των ελληνικών εξαγωγών, μερικές από τις οποίες είναι:
-Βελτίωση του θεσμικού πλαισίου της Δημόσιας Διοίκησης με άρση των εμποδίων που αποθαρρύνουν την εξαγωγική δραστηριότητα των επιχειρήσεων.
-Προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας.
-Βελτίωση των υποδομών και του δικτύου μεταφορών.
-Αξιοποίηση των διπλωματικών υπηρεσιών για την υποστήριξη των εξαγωγικών επιχειρήσεων.
-Επένδυση σε έρευνα και τεχνολογία.
-Ταχύτερη εκκαθάριση ΦΠΑ για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις.
-Μεγαλύτερη ευελιξία και χαλάρωση αυστηρών κριτηρίων στην ασφάλιση των εξαγωγών.
Για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, οι αναλυτές εισηγούνται τα εξής: Δημιουργία κουλτούρας καινοτομίας και εξωστρέφειας, Διαφοροποίηση προϊόντων και παρεχόμενων υπηρεσιών, Μακροχρόνια δέσμευση σε στρατηγική branding, Διοικητική οργάνωση με εξαγωγικό προσανατολισμό και στελέχωση με εξειδικευμένο προσωπικό, Μείωση κόστους λειτουργίας και παραγωγής, Συνεργασία με δίκτυα εξωτερικού και μεγάλες αλυσίδες, Συνεχή επιμόρφωση προσωπικού και ανάπτυξη εξαγωγικών δεξιοτήτων, Συνεργασία με πανεπιστήμια για δημιουργία καινοτομιών σε όλες τις λειτουργίες της επιχείρησης, με παράλληλη μείωση του κόστους λειτουργίας, Συνεργασία με άλλες εξαγωγικές επιχειρήσεις και συμπληρωματικές δράσεις, Συμμετοχή σε διεθνείς εκθέσεις.