Αναφορικά με τα αίτια της ευρω-ήττας και έναν πρώτο σχεδιασμό της νέας εκλογικής τακτικής, το στίγμα έδωσε ο Αλέξης Τσίπρας. Κατά τις πληροφορίες, ανέδειξε ως τις πιο σημαντικές αιτίες για την ήττα της Κυριακής την υποτίμηση των (αρνητικών για την κυβέρνηση) διεργασιών στον μεσαίο χώρο και την ελλιπή επικοινωνιακή τακτική.
Ως προς το πρώτο, εκτιμήθηκε ότι δεν προβλήθηκε όσο έπρεπε (ή και… καθόλου) το κυβερνητικό πρόγραμμα για τα μεσαία στρώματα, που έχει εκπονηθεί για την επόμενη τετραετία. Το εν λόγω σχέδιο το ανέφερε ο κ. Τσίπρας σε συνεντεύξεις του, ωστόσο «δεν το κάναμε σημαία, ακριβώς επειδή δεν μετρήσαμε σωστά το μέγεθος του προβλήματος», παραδέχονται.
Αυτό το κενό άρχισε ήδη να καλύπτεται από χθες, με κυβερνητικά στελέχη (όπως η Έφη Αχτσιόγλου) αφενός να παραδέχονται την επιβάρυνση των μεσαίων στρωμάτων και, αφετέρου, να παραπέμπουν στις αλλαγές που έχει επεξεργαστεί η κυβέρνηση.
Μία άλλη αιτία είναι η προβολή του «φόβου» εάν γίνει κυβέρνηση “η ΝΔ του Μητσοτάκη”, χωρίς όμως να συνοδεύεται από πειστικές εξηγήσεις ανά θέμα -π.χ. στο «ασφαλιστικό Πινοσέτ».
«Πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, τα τότε στελέχη της ΝΔ έλεγαν ότι "έρχονται οι κομμουνισταί να σας πάρουν τα σπίτια" ή "δεν θα υπάρχει χαρτί υγείας στα σούπερ μάρκετ". Όχι απλώς δεν έπεισαν αλλά κάθε ριπή φόβου έστελνε κόσμο στον ΣΥΡΙΖΑ. Οι αναλογίες δεν είναι ίδιες, αλλά κι εμείς "ρίξαμε φόβο" χωρίς απόδειξη», σημειώνουν.
Για τον λόγο αυτό, συνεκτιμήθηκε χθες (και αποφασίσθηκε) στην πορεία προς τις εθνικές κάλπες να προβληθεί το θετικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ (κυρίως για τον μεσαίο χώρο) και να πιεστεί η ΝΔ να δίνει απαντήσεις πάνω στα θέματα που προκάλεσε με τις θέσεις της το τελευταίο διάστημα -ασφαλιστικό, 7ήμερη εργασία, το 8ωρο και άλλα.
Ως προς το επικοινωνιακό, τα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος εκτιμούν ότι τα δημοσκοπικά ευρήματα που μεταφέρονταν στο Μαξίμου δεν αντιστοιχούσαν στην πραγματικότητα (τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά), με αποτέλεσμα να υπάρχει η αίσθηση μέχρι… τα exit polls ότι η διαφορά θα έκλεινε «κάτω από πέντε μονάδες, μπορεί και τρεις».