Τη δημιουργία ευρωπαϊκής αγοράς Θέρμανσης- Ψύξης, στην οποία θα ενσωματωθούν τα δικαιώματα εκπομπής ρύπων, προτείνει μεταξύ άλλων μελέτη της ΕΕ για την προώθηση των συστημάτων Ψύξης και Θέρμανσης από ΑΠΕ και τη σταδιακή εγκατάλειψη των ορυκτών καυσίμων.
Οι επενδύσεις στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας μπορούν να προσφέρουν σημαντικά οφέλη όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας της ΕΕ και να δώσουν σημαντική ώθηση στην απασχόληση και την ανάπτυξη, υποστηρίζει η νέα μελέτη, που δημοσιεύθηκε χθες από τη Γενική Διεύθυνση Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Πρόκειται για μία μελέτη που χωρίζεται σε δύο μέρη και εστιάζεται στη σημαντική οικονομική συμβολή των ΑΠΕ, εντοπίζοντας και ορισμένες πιθανές λύσεις, ιδίως όσον αφορά στα διοικητικά εμπόδια, που θα μπορούσαν να δώσουν ακόμη μεγαλύτερη ώθηση σε ορισμένους τομείς.
Το πρώτο μέρος της μελέτης επικεντρώνεται στην ανταγωνιστικότητα των τεχνολογιών ανανεώσιμης ενέργειας στο πλαίσιο της βιομηχανίας θέρμανσης και ψύξης. Εκτιμά ότι οι τέσσερις κύριες λύσεις ανανεώσιμης θέρμανσης και ψύξης (βιομάζα, βιοαέριο, αντλίες θερμότητας και ηλιακά-θερμικά συστήματα) αντιπροσωπεύουν ήδη πάνω από 650.000 θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης και συγκεντρώνουν συνολικό κύκλο εργασιών 67,2 δισ. Ευρώ, με βάση τα στοιχεία του 2017. Δηλαδή αφορά περίπου στο 50% των εργαζομένων στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην ΕΕ (1,4 εκατομμύρια άτομα) και αντιστοιχεί στο 43% του συνολικού κύκλου εργασιών ΑΠΕ (155 δισεκατομμύρια ευρώ το 2017).
Ωστόσο, η μελέτη διαπιστώνει ότι υπάρχουν σημαντικά εμπόδια για την επίτευξη πλήρους ανταγωνιστικότητας. Για να αντιμετωπιστεί αυτό, συνιστά τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αγοράς θέρμανσης και ψύξης, στην οποία θα ενσωματωθούν οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπής CO 2, παρέχοντας έτσι ίσους όρους ανταγωνισμού με τα ορυκτά καύσιμα και αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητα των εναλλακτικών λύσεων που βασίζονται στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας σε σύγκριση με τις λύσεις που βασίζονται στα ορυκτά καύσιμα. Η μελέτη προτείνει επίσης την κατάργηση της υφιστάμενης διάκρισης υπέρ των λύσεων με ορυκτά καύσιμα, με μέτρα, όπως για παράδειγμα την αναβάθμιση των δεξιοτήτων και της ευαισθητοποίησης των εγκαταστατών και των αγοραστών της τεχνολογίας, τον εξορθολογισμό των τεχνικών απαιτήσεων και των προδιαγραφών πιστοποίησης, καθώς και της τυποποίησης και της αδειοδότησης στην Ευρώπη για το άνοιγμα των τοπικών αγορών.
Το δεύτερο μέρος της μελέτης εξετάζει την ανταγωνιστικότητα της προμήθειας ηλεκτρισμού από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας από εταιρίες Πρόκειται για μία αγορά η οποία σημείωσε σημαντική ανάπτυξη το 2018. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η εταιρική προμήθεια ηλεκτρισμού από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας βελτιώνει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των ευρωπαϊκών εταιρειών, αντιμετωπίζει όμως ακόμα ορισμένα εμπόδια, στην προσπάθεια εύρεσης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας Η έκθεση δείχνει ότι εάν οι βιομηχανικές και εμπορικές εταιρείες με έδρα την ΕΕ δεσμευτούν να καλύψουν ως το 2030 το 30% της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρισμού τους από ΑΠΕ , τότε ο τομέας της ανανεώσιμης ενέργειας της ΕΕ θα δημιουργήσει πάνω από 750 δισεκατομμύρια ευρώ σε ακαθάριστη προστιθέμενη αξία και 220.000 νέες θέσεις εργασίας.
Μελετώντας επίσης τους στόχους ανανεώσιμης θέρμανσης και ψύξης του 2030 για κάθε κράτος μέλος, η μελέτη παρουσιάζει τα εθνικά ενεργειακά και κλιματικά προγράμματα (NECP) τα οποία τα κράτη μέλη πρέπει να ολοκληρώσουν πριν από το τέλος του 2019, υπενθυμίζοντας ότι μόνο 16 από τα κράτη -μέλη συμπεριέλαβαν στους στόχους για το 2030 την παραγωγή θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές στα σχέδια NECP που υποβλήθηκαν φέτος. Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης ανάλυση των εμποδίων για την εταιρική προμήθεια ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε 10 κράτη μέλη της ΕΕ και παρέχει προτάσεις για τη διευκόλυνση της χρήσης συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Ελλάδα
Οσον αφορά στους στόχους της Ελλάδας για την Θέρμανση και Ψύξη από ΑΠΕ, η μελέτη αναφέρει τα εξής:
Ο στόχος του 2030 για την Ελλάδα είναι η διείσδυση των ΑΠΕ-Θέρμανση/Ψύξη να φθάσει στο 32,3% και τον ΑΠΕ στον ηλεκτρισμό στο 56,4%.Ο στόχος διασυνδεσιμότητας για την Ελλάδα είναι 15%.
Το πρόγραμμα “Προώθηση των ΑΠΕ και της Συμπαραγωγής Θερμότητας για ιδιοκατανάλωση θέρμανσης “ στοχεύει στην εγκατάσταση συστημάτων Θέρμανσης-Ψύξης και Συμπραγωγής Θερμότητας για ιδιοκατανάλωση και περιλαμβάνει τη χρηματοδότηση των συστημάτων ΑΠΕ Θέρμανσης- Ψύξης, δηλαδή τη χρήση βιομάζας, βιοαερίου, γεωθερμίας, ηλιακής θερμότητας και άλλων ΑΠΕ, καθώς και εγκαταστάσεις συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης με ΑΠΕ.
Ρυθμιστικά μέτρα έχουν συμβάλει στην προώθηση των ΑΠΕ για θέρμανση και ψύξη, όπως η υποχρεωτική κάλυψη του 60% των αναγκών σε ζεστό νερό από ηλιακά θερμικά συστήματα σε νέες κατασκευές ή σε ριζικές ανακαινίσεις κτιρίων.
Οι κανονισμοί για την προώθηση της βιομάζας, της γεωθερμίας, των αντλιών θερμότητας και των ηλιακών θερμικών συστημάτων έχουν ήδη εισαχθεί , συνεισφέροντας σημαντικά στη διείσδυση των ΑΠΕ για θέρμανση-ψύξη, μέσω της άρσης ειδικών εμποδίων.
Οσον αφορά στην προώθηση της βιομάζας εκδόθηκε υπουργική απόφαση για τη ρύθμιση της λειτουργίας των συστημάτων καύσης για τη θέρμανση κτιρίων και την παραγωγή ζεστού νερού, καθώς και για τις προδιαγραφές χρήσης καυσίμων στερεής βιομάζας για μη βιομηχανική χρήση.
Η Ελλάδα σκοπεύει να κατασκευάσει νέα περιφερειακά δίκτυα θέρμανσης, ικανών να παρέχουν περί τις 30-40 MWth, τα οποία θα τροφοδοτούνται με στερεή βιομάζα και γεωθερμία. Τα δίκτυα αυτά προβλέπονται κυρίως για περιοχές της Βορείου Ελλάδος και κάποιων νησιών του Αιγαίου.