Tην αναπροσαρμογή της ρήτρας ρύπων στα τιμολόγια της ΔΕΗ στη Μέση Τάση, προκειμένου να αντανακλά το πραγματικό κόστος, ζητούν οι επιχειρήσεις της κατηγορίας αυτής, οι οποίες από την 1η Οκτωβρίου θα δουν τις χρεώσεις ενέργειας να αυξάνονται περίπου 20%, λόγω της κατάργησης των εκπτώσεων συνέπειας και όγκου, που ίσχυε μέχρι σήμερα για τις επιχειρήσεις με κατανάλωση άνω των 13 GWh ετησίως, που ηλεκτροδοτούνται από τη ΔΕΗ στη Μέση Τάση.
Πρόκειται για ένα από τα πολλά ζητήματα που απασχολούν τις βιομηχανικές επιχειρήσεις την περίοδο αυτή, όπως ο μηχανισμός που θα αντικαταστήσει τα ΝΟΜΕ (δημοπρασίες ηλεκτρισμού) ή το μέλλον της διακοψιμότητας, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το υψηλό ενεργειακό κόστος. Μάλιστα όλα τα ζητήματα αυτά έχουν τεθεί υπόψη του υφυπουργού Ενέργειας Γεράσιμου Θωμά αλλά και της ΡΑΕ σε μία ανοικτή διαβούλευση προκειμένου να βρεθεί λύση.
Δεν είναι η πρώτη φορά, που η βιομηχανία θέτει θέμα αδιαφάνειας στη μεθοδολογία υπολογισμού της χρέωσης CO2, υποστηρίζοντας ότι ο τρόπος που χρησιμοποιεί η ΔΕΗ επιτρέπει υπερβολικές επιβαρύνσεις, μεγαλύτερες από το κόστος που υφίσταται η ίδια η επιχείρηση για τα δικαιώματα εκπομπών CO2.
Ας σημειωθεί ότι η χρέωση CO2 έχει φθάσει να αντιστοιχεί περίπου στο 35% του ανταγωνιστικού κόστους των βιομηχανικών τιμολογίων της ΔΕΗ.
Μετά από δύο επιστολές της ΕΒΙΚΕΝ, του φορέα που εκπροσωπεί τις ενεργοβόρες βιομηχανίες, την περασμένη άνοιξη παρενέβη η ΡΑΕ συστήνοντας στη ΔΕΗ να συμπεριλάβει στα τιμολόγια Μέσης και Υψηλής Τάσης αναλυτικά στοιχεία για τον προσδιορισμό της συγκεκριμένης χρέωσης CO2 ώστε να πληρούνται οι όροι της διαφάνειας και της επαληθευσιμότητας.
Το πρόβλημα στις χρεώσεις πέραν από την ίδια την τιμή των ρύπων, που υπολογίζεται από τον μέσο όρο της τιμής προηγούμενων μηνών, προκύπτει και από το ανθρακικό αποτύπωμα, μία μεταβλητή που σχετίζεται άμεσα με την ποσότητα του CO 2 που εκλύει η ΔΕΗ, κατά κύριο λόγο δηλαδή με την παραγωγή των λιγνιτικών μονάδων.
Όπως υποστηρίζουν οι επιχειρήσεις ο μηχανισμός αναπροσαρμογής της χρέωσης του κόστους εκπομπής CO2, έτσι όπως τον εφαρμόζει η ΔΕΗ είναι αδόκιμος καθώς δεν αντανακλά τις διακυμάνσεις στο αποτύπωμα άνθρακα το οποίο μεταβάλλεται σημαντικά από μήνα σε μήνα. Αυτός ίσως να ήταν και ο λόγος, που στις νέες συμβάσεις που υπέγραψε η ΔΕΗ με τις επιχειρήσεις της Υψηλής Τάσης μετά την παρέμβαση της ΡΑΕ, δεν περιλαμβάνεται η ρήτρα αναπροσαρμογής, την οποία όμως η ΔΕΗ διατηρεί στα τιμολόγια Μέσης Τάσης.
Για παράδειγμα, η χρέωση του CO2 στα τιμολόγια του Ιανουαρίου 2019 ήταν 17,4 ευρώ/MWh στην Υψηλή Τάση και 18 ευρώ/MWh στη Μέση Τάση, ενσωματώνοντας τόσο την πολύ υψηλή τιμή των δικαιωμάτων εκπομπής CO 2 του Δεκεμβρίου 2018, όοο και τη συγκυριακά υψηλή παραγωγή λιγνιτικών μονάδων που είχαν ως αποτέλεσμα το πολύ υψηλό αποτύπωμα άνθρακα της ΔΕΗ κατά τον ίδιο μήνα, το Δεκέμβριο του 2018.
Παρότι τους επόμενους μήνες το αποτύπωμα άνθρακα της ΔΕΗ μειώθηκε σημαντικά, η χρέωση CO2 παρέμεινε σταθερή στα 17,4 ευρώ/MWh όλο το τετράμηνο Ιανουαρίου – Απριλίου και μειώθηκε τον Μάιο για την περίοδο ως και τον Αύγουστο στα 14,09 ευρώ/MWh. Εάν όμως η τιμή αναθεωρούνταν κάθε μήνα λαμβάνοντας υπ΄ όψη το αποτύπωμα άνθρακα, η χρέωση θα ήταν για τον Φεβρουάριο 15 ευρώ/MWh, τον Μάρτιο 10 ευρώ/MWh, τον Απρίλιο 10,8 ευρώ/MWh, τον Ιούνιο 10 ευρώ/MWh, τον Ιούλιο 12 ευρώ/MWh και τον Αύγουστο 12,2 ευρώ/MWh, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των επιχειρήσεων.