Τον κίνδυνο κατάρρευσης αμερικανικών εταιριών σχιστολιθικού πετρελαίου και αερίου, μίας κατάρρευσης που θα προκαλούσε αλυσιδωτά σοκ στην παγκόσμια οικονομία και βέβαια την ευρωπαϊκή, επεσήμαναν τόσο ο πρόεδρος του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας όσο και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι.
Ο υπουργός Ενέργειας του Λουξεμβούργου Claude Turmes, μιλώντας σε διαδικτυακή συζήτηση που διοργάνωσε το Euractiv στις Βρυξέλλες, προειδοποίησε για τον κίνδυνο πτώχευσης εταιρειών σχιστολιθικού πετρελαίου των ΗΠΑ, εξ αιτίας του κραχ στις τιμές του αμερικανικού πετρελαίου τον Απρίλιο, λέγοντας μάλιστα ότι το σοκ θα μπορούσε να γίνει αισθητό σε ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία.
Μόλις προχθές, η αμερικανική εταιρεία Chesapeake Energy, από τις πρωτοπόρες του «σχιστολιθικού μπουμ», προειδοποίησε ότι ενδέχεται να μην είναι σε θέση να παραμείνει στην αγορά, μετά τη δραματική πτώση των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου που προκάλεσε η πανδημία του COVID-19 και το πάγωμα της οικονομικής δραστηριότητας.
«Εάν οι αμερικανικές εταιρείες σχιστολιθικού φυσικού αερίου και πετρελαίου καταρρεύσουν, τότε ο αντίκτυπος στον αμερικανικό χρηματοπιστωτικό τομέα θα μπορούσε να εξαπλωθεί ταχύτατα στην Ευρώπη», δήλωσε ο κ. Turmes, προσθέτοντας ότι στη φάση που βρισκόμαστε το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η παγκόσμια οικονομία θα ήταν μία « Lehman Brothers νούμερο 2».
Η κατάρρευση της εν λόγω αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας το 2008 είχε πυροδοτήσει την παγκόσμια οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας με τις πολύ αρνητικές συνέπειες για την ευρωπαϊκή οικονομία και βέβαια την ελληνική.
Με τη ζήτηση πετρελαίου να αναμένεται ότι θα παραμείνει σε χαμηλά επίπεδα για αρκετό χρονικό διάστημα ακόμα, ο υπουργός Ενέργειας του Λουξεμβούργου τάχθηκε υπέρ της θέσπισης ενός κατώτατου ορίου στις τιμές του διοξειδίου του άνθρακα, τουλάχιστον για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να μειωθεί η εξάρτηση της Ευρώπης από τα ορυκτά καύσιμα.
Αλλά και ο εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ) Φατίχ Μπιρόλ συμφωνεί ότι υπάρχει κίνδυνος πτώχευσης εταιριών σχιστολιθικού πετρελαίου και αερίου στις ΗΠΑ. «Εάν η αμερικανική πετρελαϊκή βιομηχανία καταρρεύσει, αυτό θα προκαλούσε κραδασμούς στην παγκόσμια οικονομία», προειδοποίησε, υπενθυμίζοντας ότι το πετρέλαιο είναι το πιο ευρέως εμπορεύσιμο προϊόν στον κόσμο στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές.
Ωστόσο, αυτός ο κίνδυνος έχει υποχωρήσει μετά τη σχετική ανάκαμψη των τιμών του πετρελαίου, πρόσθεσε ο κ. Μπιρόλ, λέγοντας ότι οι παγκόσμιες αγορές πετρελαίου παραμένουν προς παρόν σε «κίτρινο συναγερμό». Παράλληλα κάλεσε τους Ευρωπαίους να μην εφησυχάζουν όσον αφορά στο πετρέλαιο, καθώς είναι ένα προϊόν που θα το χρειαζόμαστε για αρκετά χρόνια ακόμα και δήλωσε ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να σχεδιάσουν μια ομαλή μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα.
Από την άλλη πλευρά, αναφερόμενος στους στόχους για την κλιματική ουδετερότητα, ο κ. Μπιρόλ δήλωσε ότι ο Covid-19 και το κραχ στις τιμές του αργού πετρελαίου τον Απρίλιο δοκιμάζουν την αποφασιστικότητα των μεγάλων πολυεθνικών του πετρελαίου να περάσουν στις πράσινες τεχνολογίες.
Τη Δευτέρα του Πάσχα, 20 Απριλίου, οι τιμές του αργού στις ΗΠΑ έπεσαν για πρώτη φορά στην ιστορία σε αρνητικά επίπεδα, εξ αιτίας της κάθετης πτώσης της ζήτησης, εξ αιτίας του lockdown.
«Οι αγορές πετρελαίου περνούν πολύ ασυνήθιστες στιγμές», δήλωσε ο κ. Μπιρόλ, εκφράζοντας παράλληλα την ελπίδα πως οι κορυφαίοι ευρωπαϊκοί όμιλοι πετρελαίου θα είναι τελικώς με το μέρος της λύσης για ένα βιώσιμο μέλλον.
Οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου πρέπει να πάρουν οι ίδιες τα ηνία για τον εκσυγχρονισμό της στρατηγικής τους, αυξάνοντας τις επενδυτικές δαπάνες για καθαρή ενέργεια, δήλωσε ο κ. Μπιρόλ.
Στις αρχές του χρόνου, η Shell και η BP είχαν παρουσιάσει σχέδια για την επίτευξη μηδενικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα έως το 2050, στο πλαίσιο των μακροπρόθεσμων στόχων της ΕΕ για την Κλιματική Αλλαγή.
Τέσσερις ευρωπαϊκές εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου, οι Shell, Eni, Total και Repsol θεωρούνται ότι ευθυγραμμίζονται με τον στόχο μείωσης της αύξησης της θερμοκρασίας στους 2 ° C της Συμφωνίας του Παρισιού, σύμφωνα με νέα έρευνα της πρωτοβουλίας Transition Pathway Initiative που κυκλοφόρησε την Τρίτη (12 Μαΐου). .
Η BP και η OMV είναι πλέον οι μόνες από τις μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες υδρογονανθράκων που δεν ευθυγραμμίζονται με τις δεσμεύσεις του Παρισιού, σύμφωνα με την ίδια ανάλυση της TPI, φορέα που στηρίζουν επενδυτικά κεφάλαια ύψους 19 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Ωστόσο, κανένας από τους ευρωπαϊκούς πετρελαϊκούς ομίλους δεν έχει ακόμη ευθυγραμμιστεί με τον στόχο για μηδενικές εκπομπές άνθρακα, καταλήγει η έρευνα της TPI.