Αντιδράσεις από τους παραγωγούς ηλεκτρισμού με ΑΠΕ, τους προμηθευτές και τη βιομηχανία αλλά και προβληματισμό για τα “μαθηματικά” του υπουργείου Περιβάλλοντος- Ενέργειας έχουν προκαλέσει τα μέτρα που ανακοίνωσε ο υπουργός Κωστής Χατζηδάκης για να καλύψει το έλλειμμα του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ, το οποίο, χωρίς τις περικοπές εκτιμάται ότι θα φθάσει περίπου στα 300 εκατ. ευρώ στο τέλος του χρόνου.
Το πακέτο για το κλείσιμο του ελλείμματος, προβλέπει μεταξύ άλλων, έκτακτη εισφορά 6% επί του τζίρου του 2020 για τις ΑΠΕ που λειτουργούσαν στις 31/12/2015, έκτακτο τέλος 2 ευρώ/MWh στους προμηθευτές ηλεκτρισμού το 2021, αύξηση στο 78% από 65% σήμερα του ποσοστού από τα έσοδα πώλησης του CO2 που διοχετεύεται στον ΕΛΑΠΕ, μηχανισμό ισόποσης αυξομείωσης μεταξύ των χρεώσεων ΥΚΩ και ΕΤΜΕΑΡ, επιβάρυνση στο ντίζελ κίνησης 0,03 λεπτά το λίτρο κλπ.
Τα ερωτήματα που προκαλούνται είναι πολλά: Πέρα από τη προφανή επιβάρυνση στους παραγωγούς ΑΠΕ και τους προμηθευτές- 60 εκατ. ευρώ υπολογίζεται μόνον για τη ΔΕΗ το έξτρα κόστος-, η “ανταλλαγή” από τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας στο ΕΤΜΕΑΡ μπορεί, για παράδειγμα, να δημιουργεί νομικά, ρυθμιστικά και άλλα προβλήματα, καθώς οι ΥΚΩ δημιουργήθηκαν για την κάλυψη του επιπλέον κόστους παραγωγής ηλεκτρισμού στα νησιά και το ΕΤΜΕΑΡ για την αμοιβή των ΑΠΕ.
Επιπρόσθετα, γεννά ερωτηματικά για το ύψος του τελικού λογαριασμού ρεύματος στον καταναλωτή, όταν λειτουργήσουν οι νέες ηλεκτρικές διασυνδέσεις των νησιών και ειδικά της Κρήτης, αφού η γενικευμένη πεποίθηση μέχρι σήμερα ήταν ότι ο όφελος από τη μείωση των ΥΚΩ - αφού με τις διασυνδέσεις μειώνεται το επιπλέον κόστος παραγωγής των νησιών- θα αντιστάθμιζε στον λογαριασμό την αναμενόμενη αύξηση στη χρέωση μεταφοράς του ΑΔΜΗΕ.
Από τη βιομηχανία εκφράζονται ανησυχίες και για την αύξηση του ποσοστού των εσόδων από την πώληση δικαιωμάτων ρύπων που προορίζεται για τον ΕΛΑΠΕ και τούτο γιατί είναι αμφίβολο αν το υπόλοιπο των εσόδων από τους ρύπους θα επαρκεί για να καλύψει την αντιστάθμιση που παίρνει η βιομηχανία για το ΕΤΜΕΑΡ. Ας σημειωθεί ότι από φέτος έχουν αλλάξει οι κανονισμοί για τον μηχανισμό της αντιστάθμισης, προσαρμοζόμενοι στα ευρωπαϊκά δεδομένα, και πλέον εντάσσονται σε αυτόν τα διυλιστήρια και ενδεχομένως και οι αυτοπαραγωγοί. Αυτό λογικά αυξάνει τη σχετική δαπάνη σε μία περίοδο που απομένει μόνον το 22% των εσόδων, από 35% προηγουμένως, για το σκοπό αυτό και την κάλυψη όποιων άλλων υποχρεώσεων χρηματοδοτούνταν μέχρι σήμερα από τα έσοδα πώλησης δικαιωμάτων ρύπων.
Το μεγάλο ζητούμενο βέβαια είναι πώς θα αντιδράσουν οι προμηθευτές ηλεκτρισμού με το έκτακτο τέλος των 2 ευρώ/MWh, αν δηλαδή θα το μετακυλήσουν ή όχι στην κατανάλωση. Το υπουργείο υπολογίζει τη συνολική επιβάρυνση των προμηθευτών ηλεκτρισμού σε 110 εκατ. ευρώ για το 2021. Το μεγαλύτερο βάρος- εκτιμάται γύρω στα 60 εκατ. ευρώ- θα κληθεί να το επωμιστεί η ΔΕΗ, αφού έχει μερίδιο αγοράς άνω του 60% και είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής. Η απόφαση για το θα το περάσει ή όχι στους πελάτες της θα υπαγορευτεί προφανώς και από πολιτικούς λόγους, ενώ από αυτήν ίσως εξαρτηθεί και η αντίδραση των άλλων προμηθευτών γιατί θα είναι δύσκολο να την ανταγωνιστούν, αν αυξήσουν τα τιμολόγιά τους. Πολλοί προμηθευτές δε είναι δεσμευμένοι στους πελάτες τους για τις τιμές με μεσοπρόθεσμα συμβόλαια. Στο παρελθόν, όταν είχε επιβληθεί μία άλλα ανάλογης σκοπιμότητας χρέωση στους προμηθευτές, το περίφημο ΠΧΕΦΕΛ, η ΔΕΗ και άλλοι πάροχοι επωμίστηκαν το κόστος, με άμεσο αντίκτυπο στα οικονομικά τους αποτελέσματα
¨Οσο για τους παραγωγούς ΑΠΕ, οι αντιδράσεις για το “κούρεμα” 6% των εσόδων του 2020, ήταν ιδιαίτερα έντονες, όπως αποτυπώθηκαν και στην επιστολή του προέδρου του Συνδέσμου Παραγωγών Ενέργειας με Φωτοβολταϊκά κ. Στέλιου Λουμάκη. Ο ΣΠΕΦ χαρακτήρισε αποκαρδιωτικό και εξοργιστικά άδικο το μέτρο, ζητώντας την άμεση ανάκλησή του. Είναι η δεύτερη φορά που περικόπτονται τα έσοδα των παραγωγών πράσινης ενέργειας, μετά το “κούρεμα” των εγγυημένων τιμών αμοιβής των ΑΠΕ το 2014