Aνοδικές πιέσεις στο κόστος ηλεκτρισμού φαίνεται ότι δημιουργούν κάποιοι χειρισμοί του ΑΔΜΗΕ που αφορούν στην ένταξη λιγνιτικών μονάδων στο σύστημα, ακόμα και όταν η ζήτηση είναι χαμηλή, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ορισμένων προμηθευτών αλλά και μεγάλων καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας.
Τον Μάιο με την εβδομαδιαία ζήτηση το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα να κυμαίνεται κάτω από τις 0,9 ΤWh -ξεπέρασε το επίπεδο αυτό μόνον την τελευταία εβδομάδα του προηγούμενου μήνα- ο ΑΔΜΗΕ για λόγους ευστάθειας του συστήματος έδινε εντολές κατανομής σε κάποιες λιγντικές μονάδες της ΔΕΗ, όπως στον ‘Αγιο Δημήτριο 3, στη Μεγαλόπολη 4 και στη Μελίτη. ‘
Οταν ο Διαχειριστής δίνει εντολή κατανομής σε μονάδα παραγωγής από λιγνίτη ακυρώνει το πρόγραμμα άλλων μονάδων, οι οποίες πληρώνονται από το Χρηματιστήριο για την ενέργεια που δεν εισφέρουν, ενώ ο ΑΔΜΗΕ αποζημιώνει τις λιγνιτικές μονάδες με την τιμή της Αγοράς Εξισορρόπησης, που συνήθως είναι λίγο υψηλότερη από τα 100 ευρώ/ΜWh.
Η πρακτική αυτή σε συνδυασμό με τον αλγόριθμο που χρησιμοποιεί ο Διαχειριστής δημιουργεί, όπως υποστηρίζεται, ένα τεράστιο όγκο ενέργειας τόσο καθοδικής, όσο και ανοδικής, πράγμα που αυξάνει το κόστος και αντανακλάται στους προμηθευτές και τους βιομηχανικούς καταναλωτές. Είναι χαρακτηριστικό ότι καθημερινά καταγράφονται ποσότητες 13.000 MWh ανοδικής και 12.000 ΜWh καθοδικής ενέργειας.
Κύκλοι της αγοράς ανέφεραν ότι αυτή η υψηλού κόστους τακτική δεν μπορεί να διατηρείται επί μακρόν και ότι τα προβλήματα ευστάθειας και επάρκειας του συστήματος θα μπορούσαν να λυθούν και με άλλα μέτρα και όχι απαραίτητα με την ένταξη λιγνιτικών μονάδων.
Οι μονάδες καύσης λιγνίτη της ΔΕΗ, οι οποίες επιβαρύνονται με το διαρκώς αυξανόμενο κόστος ρύπων, ανεβάζουν κατά πολύ τις τιμές. Επιπλέον αυξάνουν το ανθρακικό αποτύπωμα της εταιρίας και στρεβλώνουν τη λειτουργία των Αγορών Επόμενης Ημέρας και Εξισορρόπησης, όπως υποστηρίζουν οι ίδιοι παράγοντες.
Με τον τρόπο αυτό ανεβαίνει το κόστος για τις εταιρίες προμήθειας αλλά και για τους καταναλωτές και μάλιστα άμεσα για ορισμένους εξ αυτών, που τροφοδοτούνται στη Μέση και την Υψηλή Τάση, με τη χρέωση CO 2 για τις επιχειρήσεις να φθάνει στα 20 ευρώ/MWh.
Το όφελος της σταδιακής απολιγνιτοποίησης εξανεμίζεται από την “παράπλευρη” ένταξη λιγνιτικών μονάδων σε μία περίοδο μάλιστα κατά την οποία οι τιμές εκπομπής CO 2 είναι ιδιαίτερα αυξημένες.
Ας σημειωθεί ότι πέρυσι κατά την ίδιο χρονικό διάστημα λιγνιτικές μονάδες δεν εισέρχονταν στο σύστημα.