Στην παροχή επιδομάτων και σε μειώσεις φόρων από τις εθνικές κυβερνήσεις περιορίζονται οι “συστάσεις” της Κομισιόν για την αντιμετώπιση της έκρηξης στις τιμές της ενέργειας, σύμφωνα με το προσχέδιο της “εργαλειοθήκης” για την διαχείριση των κοινωνικών επιπτώσεων από την ενεργειακή κρίση, το οποίο πρόκειται να τεθεί προς έγκριση στην επικείμενη Σύνοδο Κορυφής των ηγετών των 27 χωρών-μελών, στις 21-22 Οκτωβρίου.
Όπως αναμενόταν, η εργαλειοθήκη δεν περιλαμβάνει θεσμικού χαρακτήρα διορθωτικές κινήσεις στις αγορές ηλεκτρισμού, ρύπων ή φυσικού αερίου. Το “toolkit" τονίζει μαλιστα ότι τα επιδόματα ή οι μειώσεις φόρων θα πρέπει να έχουν προσωρινό χαρακτήρα και να απευθύνονται στα ευάλωτα νοικοκυριά.
Το προσχέδιο της Επιτροπής, όπως δημοσιεύτηκε στο Euractiv, αναφέρεται επίσης στις “αναβαλλόμενες πληρωμές” λογαριασμών ηλεκτρισμού ως μέσου ελάφρυνσης της επιβάρυνσης των νοικοκυριών με χαμηλό εισόδημα και τονίζει ότι οι εφάπαξ πληρωμές είναι γενικά προτιμότερες επειδή διατηρούν τα κίνητρα για μείωση της κατανάλωση ενέργειας.
Η Κομισιόν υπογραμμίζει ότι οι φόροι και τα τέλη κατά μέσο όρο αντιπροσωπεύουν το 41% των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος των νοικοκυριών και το 30-34% των επιχειρήσεων. Ως εκ τούτου μέτρα αναστολής τους, είναι αποδεκτά, υπό την προϋπόθεση ότι είναι προσωρινά. Αντιμετωπίζει θετικά την άμεση κρατική υποστήριξη για τις μικρές επιχειρήσεις, επισημαίνοντας ότι αποδεκτά είναι τα μέτρα που δεν στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό και δεν οδηγούν σε κατακερματισμό της εσωτερικής αγοράς ενέργειας της ΕΕ.
Κατηγορηματική είναι η θέση της Κομισιόν ότι οι κυβερνήσεις δεν θα πρέπει να παρέμβουν στη λειτουργία του Μηχανισμού Εμπορίας Ρύπων (ETS) και στην αγορά του CO2. Υπενθυμίζει ότι τα περισσότερα από τα έσοδα των δημοπρασιών ρύπων επιστρέφουν στα κρατικά ταμεία και ότι τα χρήματα αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν για άμεση υποστήριξη σε νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις. Πρόκειται για το σχήμα που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση για τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε η Κομισιόν τους πρώτους εννέα μήνες του έτους, οι χώρες της ΕΕ εισέπραξαν από τις δημοπρασίες ρύπων επιπλέον έσοδα ύψους 10,8 δισ. ευρώ, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2020, λόγω της μεγάλης ανόδου της τιμής του CO2, η οποία έχει σχεδόν τριπλασιαστεί.
Τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται επίσης να προωθήσουν τα δικαιώματα των καταναλωτών, προσφέροντας τη δυνατότητα ευκολότερης εναλλαγής προμηθευτών. Σε περίπτωση πτώχευσης ενεργειακών εταιριών, οι κυβερνήσεις της ΕΕ θα κληθούν να ορίσουν έναν προμηθευτή τελευταίου καταφυγίου, ο οποίος για την ελληνική αγορά είναι η Elpedison.
Η Κομισιόν, όπως αναφέρει το Euractiv, εμφανίστηκε απρόθυμη να ανοίξει ξανά τις οδηγίες της ΕΕ για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες αναθεωρήθηκαν πριν από σχεδόν τρία χρόνια. Αυτό που προτείνει είναι η έναρξη μιας πρωτοβουλίας για την εμβάθυνση της διασυνοριακής περιφερειακής συνεργασίας στις λιανικές αγορές ενέργειας και η εκπόνηση μίας μελέτης για τον σχηματισμό των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας.
Σε ότι αφορά τη μεταρρύθμιση της αγοράς φυσικού αερίου η Κομισιόν ετοιμάζει εδώ και μήνες ένα σχέδιο που αναμένεται να παρουσιαστεί το Δεκέμβριο. Στο πλαίσιο αυτό θα επανεξετάσει θέματα σχετικά με την αποθήκευση και την ασφάλεια του εφοδιασμού.
Το επερχόμενο πακέτο για το φυσικό αέριο στοχεύει στην ενδυνάμωση των καταναλωτών, προκειμένου να επιλέξουν ανανεώσιμα αέρια και χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έναντι του ορυκτού αερίου. Η Επιτροπή προβλέπει επίσης έναν νέο κανονισμό για τη δημιουργία νέων διασυνοριακών περιφερειακών ομάδων κινδύνου για το αέριο, εστιάζοντας σε περιοχές με χαμηλή αποθήκευση. Οι ομάδες θα αναλύσουν τους κινδύνους για τα επόμενα 5 χρόνια και θα παράσχουν συμβουλές για τη διαχείριση κινδύνων.
Όσον αφορά στη χρηματοδότηση, η Επιτροπή θα υποβάλει μια «συμπληρωματική» πρόταση για τις τεχνολογίες μετάβασης, που θα περιλαμβάνει το φυσικό αέριο. Περαιτέρω πληροφορίες για το θέμα αυτό δεν περιλαμβάνει το προσχέδιο της εργαλειοθήκης.
Τέλος, η Κομισιόν ζητά από τις χώρες-μέλη να επιταχύνουν τις διαδικασίες αδειοδότησης ΑΠΕ, σχεδιάζει περαιτέρω μέτρα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης του ευρωπαϊκού κτιριακού αποθέματος και προτείνει την ενίσχυση των μηχανισμών εποπτείας, με τη συμμετοχή των εθνικών αρχών ανταγωνισμού, του ευρωπαϊκού φορέα των ρυθμιστικών αρχών ενέργειας (ACER) και της Επιτροπής Ανταγωνισμού.