Σοβαρό πρόβλημα στις επιχειρήσεις προκαλούν οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου, που αυξάνουν υπέρμετρα το ενεργειακό κόστος. Μεγάλες ευρωπαικές βιομηχανίες έχουν αναστείλει ή περιορίσει την παραγωγή τους επικαλούμενες την τεράστια αύξηση τη τιμής του αερίου και άλλες περνούν στα προιόντά τους τις ανατιμητικές πιέσεις, τροφοδοτώντας τον πληθωρισμό και επιβαρύνοντας τους καταναλωτές. Όσες βιομηχανίες δε είναι εκτεθειμένες στον διεθνή ανταγωνισμό, αντιμετωπίζουν ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα, γιατί οι τιμές αερίου TTF, που είναι η τιμή αναφοράς του αερίου για την Ευρώπη …. δεν ισχύουν παντού, ούτε επιβαρύνουν με τον ίδιο τρόπο τις επιχειρήσεις στις διάφορες χώρες.
Η ‘Ενωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ) σε επιστολή της προς τον υπουργό Περιβάλλοντος- Ενέργειας Κώστα Σκρέκα ζητά την παρέμβασή του, ώστε να εξασφαλιστούν κάποιες φθηνότερες προμήθειες για τις βιομηχανίες έντασης ενέργειας.
Οπως αναφέρει η επιστολή, οι προμήθειες φυσικού αερίου , ακόμη και των μεγάλων βιομηχανιών, βασίζονται στη μέση τιμή που διαμορφώνεται από τις χρηματιστηριακές τιμές (TTF) του προηγούμενου μήνα πλέον ενός premium της τάξης των 2 ευρώ/ΜWh.
Οι τιμές του ΤΤF, μετά τα ρεκόρ που κατέγραψαν τις ημέρες πριν τα Χρισούγεννα, την περασμένη εβδομάδα έπεσαν σημαντικά όμως με το ξεκίνημα του 2022 ξεναβρήκαν το ανοδικό τους τέμπο. Χθες, μετά από έντονες διακυμάνσεις, η τιμή στο συμβόλαιο Φεβρουαρίου TTF διαμορφώθηκε στα 89,700 ευρώ/MWh. Πρόκειται για μία άνοδο της τάξης του 11,6% σε μία ημέρα, που έρχεται σε συνέχεια μίας αύξησης περίπου 20% τη Δευτέρα (3/1). Η αβεβαιότητα για το φυσικό αέριο και οι υψηλές τιμές φαίνεται ότι μπορεί να διατηρηθούν για πολλούς μήνες ακόμη.
Ενα επίπεδο τιμών φυσικού αερίου γύρω στα 90 ευρώ/MWh, ισοδυναμεί σύμφωνα με την ΕΒΙΚΕΝ, σε μια επιβάρυνση του κόστους φυσικού αερίου για τις βιομηχανίες έως και 400% , σε σχέση με τις τιμές του αερίου το 2019.
Στην επιστολή προς τον υπουργό, η ‘Ενωση τονίζει ότι στην αγορά υπάρχουν σημαντικές ποσότητες φθηνότερου αερίου που διοχετεύτονται στη χώρα μας μέσω αγωγών, είτε από τον ΤΑΡ, είτε από τη Gazprom μέσω του του αγωγού στα ελληνο-βουλγαρικά σύνορα.
Ας σημειωθεί ότι χθες η ΔΕΠΑ Εμπορίας ανακοίνωσε την υπογραφή της σύμβασης ανανέωσης του συμβολαίου της με τη Gazprom, που προβλέπει ότι το 80% της ποσότητας θα τιμολογείται με ρήτρα TTF και το 20% με ρήτρα πετρελαίου.
Αν συνυπολογιστούν και οι προμήθειες από τον ΤΑΡ, αυτό σημαίνει ότι περίπου το 30% ή και παραπάνω του αερίου που εισάγεται στη χώρα μας έχει σημαντικά χαμηλότερη τιμή ως προς το TTF.
“Οι ποσότητες αυτές είναι υπεραρκετές για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των μεγάλων βιομηχανιών της χώρας( μεταποίηση αλουμινίου, χαλυβουργίες κ.λ.π). Δυστυχώς όμως οι φθηνές ποσότητες φαίνεται ότι κατευθύνονται στους ηλεκτροπαραγωγούς, οι προσφορές των οποίων όμως στη χονδρική αγορά ηλεκτρισμού δεν προκύπτουν αναλογικά μειωμένες” αναφέρει η ΕΒΙΚΕΝ στην επιστολή της,
Στο πλαίσιο αυτό η ‘Ενωση ζητεί την παρέμβαση του υπουργού “ώστε να καταστεί εφικτή η διάθεση ικανών ποσοτήτων φυσικού αερίου σε ανταγωνιστική τιμή στις βιομηχανίες έντασης ενέργειας, για τις οποίες το αέριο αποτελεί σημαντικό στοιχείο κόστους”, όπως χαρακτηριστικά καταλήγει η επιστολή.