Εν αναμονή της εξειδίκευσης των πρόσφατων μέτρων για τις τιμές ηλεκτρισμού τελεί η ενεργειακή αγορά, παραγωγοί και προμηθευτές, εκφράζοντας ταυτόχρονα τόσο ανησυχία για τις επιπτώσεις και τον τρόπο εφαρμογής όσο και αμφιβολίες για το κατά πόσον ο νέος μηχανισμός στήριξης είναι συμβατός με τους κανονισμούς της ΕΕ.
Κύκλοι της αγοράς τόνιζαν ότι θα χρειαστεί νομοθετική παρέμβαση και αλλαγή στον Κώδικα Προμήθειας για να τεθεί σε ισχύ ο νέος μηχανισμός, ιδιαίτερα όσον αφορά τον τρόπο αμοιβής των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας και τις τιμές στις οποίες θα αγοράζουν οι προμηθευτές το ρεύμα, προσθέτοντας ότι το υπουργείο Περιβάλλοντος- Ενέργειας θα πρέπει εντός του αμέσως επόμενου χρονικού διαστήματος να ανακοινώσει τον αναλυτικό τρόπο λειτουργίας του νέου μηχανισμού, καθώς ήδη έχουν προκύψει πολλά ερωτήματα.
Σύμφωνα με τα όσα έχουν εξαγγελθεί μέχρι σήμερα, οι προμηθευτές ηλεκτρισμού δεν θα αγοράζουν το ρεύμα στην οριακή τιμή, όπως αυτή διαμορφώνεται στην Αγορά Επόμενης Ημέρας αλλά στη μεσοσταθμική τιμή, όπως αυτή διαμορφώνεται από τις προσφορές του συνόλου των τεχνολογιών παραγωγής ηλεκτρισμού που συμμετέχουν καθημερινά στην αγορά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τα υπερέσοδα των παραγωγών “θα κοπούν με το μαχαίρι στην πηγή”, όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο πρωθυπουργός Κυρικάκος Μητσοτάκης, ενώ για την αμοιβή τους θα υπολογίζεται το πραγματικό τους κόστος συν ένα εύλογο περιθώριο κέρδους. Στο πλαίσιο αυτό, ο μηχανισμός θα πρέπει να αποζημιώνει τους παραγωγούς όταν το πραγματικό τους κόστος παραγωγής είναι υψηλότερο του μεσοσταθμικού και ταυτόχρονα να επιδοτεί τους λογαριασμούς των καταναλωτών, προκειμένου να επιτευχθεί η δέσμευση του πρωθυπουργού και του υπουργού Περιβάλλοντος- Ενέργειας Κώστα Σκρέκα ότι με το νέο σύστημα θα καλύπτεται περίπου το 80% της αύξησης στην τιμή του ρεύματος.
Aσαφής παραμένει ο τρόπος υπολογισμού του “πραγματικού κόστους” των παραγωγών, όπως και του ύψους του “εύλογου περιθωρίου κέρδους”. Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, τη μεθοδολογία υπολογισμού των δύο αυτών σημαντικών παραμέτρων έχει αναλάβει να καταρτίσει η ΡΑΕ και ως βάση θα χρησιμοποιηθεί ο αλγόριθμος για τον υπολογισμό των υπερεσόδων των ενεργειακών ομίλων από την τεράστια αύξηση της χονδρικής τιμής του ρεύματος. Στα υπερκέρδη αυτά (windfall profits) θα επιβληθεί το έκτακτο τέλος 90%, όπως έχει ανακοινωθεί. Το τέλος αυτό θα ισχύσει αναδρομικά, από το δεύτερο εξάμηνο του 2021. Μάλιστα επιλέχθηκε η επιβολή τέλους και όχι φόρου, όπως λεγόταν αρχικά, επειδή η νομοθεσία δεν επιτρέπει την αναδρομική ισχύ στους νέους φόρους.
‘Εγκυρες πηγές εκτιμούν τα υπερέσοδα των εταιριών παραγωγής ηλεκτρισμού σε ποσό από 150 ως 200 εκατ. ευρώ. Τα σχετικά στοιχεία έχουν συγκεντρωθεί και αναλυθεί από τη ΡΑΕ, η οποία αναμένεται να τα παραδώσει στην κυβέρνηση εντός των αμέσως επόμενων ημερών.
Οι πόροι από το μέτρο αυτό σχεδιάζεται να χρηματοδοτήσουν ένα μέρος της δαπάνης για την καταβολή των επιστροφών στους λογαριασμούς των καταναλωτών, όπως έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση
Όσον αφορά στο κόστος του νέου μηχανισμού, με τη διπλή επιδότηση υπολογίζεται σε 3,4 δισ. ευρώ για τους δώδεκα μήνες που θα ισχύσει, από τον Ιούλιο του 2022 ως τον Ιούλιο 2023, λαμβάνοντας ως βάση υπολογισμού χονδρική τιμή ρεύματος στα 240 ευρώ/MWh.
Μέχρι στιγμής, στην κυβέρνηση δεν φαίνεται να ανησυχούν για εμπόδια από τις Βρυξέλλες, θεωρώντας ότι η όλη παρέμβαση βρίσκεται εντός των ευρωπαϊκών κανονιστικών πλαισίων. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του υπουργού κ. Σκρέκα χθες στην τηλεόραση του Σκάι “Δεν τίθεται θέμα εφαρμογής ή μη εφαρμογής της κυβερνητικής παρέμβασης στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας από την 1η Ιουλίου” είπε ο υπουργός, προσθέτοντας ότι η επίσημη γνωστοποίηση θα γίνει στην ΕΕ εντός της εβδομάδας.
Κυβερνητικές πηγές εκτιμούν ότι ο νέος μηχανισμός δεν χρειάζεται έγκριση από την Κομισιόν για να τεθεί σε εφαρμογή, καθώς η οδηγία για το Target Model στο άρθρο 5 παράγραφος 7 επιτρέπει την παρέμβαση για τις τιμές σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, δήλωσαν οι ίδιες πηγές.
Ο τρόπος που έχει σχεδιαστεί το νέο σύστημα είναι τέτοιος που δεν παρεμβαίνει στον ανταγωνισμό και ειδικά στο διασυνοριακό εμπόριο ρεύματος- θέμα το οποίο “θα κτυπούσε” στην ευρωπαϊκή νομοθεσία-, αφού αφήνει ελεύθερη τη διαμόρφωση της τιμής στην Αγορά Επόμενης Ημέρας (DAM). Δεν αντιγράφει το ισπανικό μοντέλο αλλά προσιδιάζει περισσότερο με αυτό που είχε προτείνει η Γαλλία δηλαδή ο προμηθευτής να πληρώνει το μεσοσταθμικό κόστος και όχι το οριακό κόστος, ενώ συνάδει και με την εργαλειοθήκη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.