Την υπουργική απόφαση που θα ανάψει το πράσινο φως για τη χορήγηση στους προμηθευτές ηλεκτρισμού της προκαταβολής ενός μέρους της κρατικής επιδότησης που αντιστοιχεί στους λογαριασμούς των καταναλωτών, περιμένουν οι πάροχοι, καθώς οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική έχουν ξεφύγει, καθιστώντας σχεδόν μη διαχειρίσιμη τη ρευστότητα των εταιριών του κλάδου και απειλώντας άμεσα τη βιωσιμότητα τους , ειδικά των μη καθετοποιημένων.
“Ο Αύγουστος πέρασε άπρακτος. Ελπίζουμε τις πρώτες ημέρες του Σεπτεμβρίου να έχουμε την απόφαση” δήλωσε χαρακτηριστικά ένας προμηθευτής, τονίζοντας ότι τα όποια περιθώρια ρευστότητας έχουν απομείνει εξαντλούνται με το ξέφρενο ράλι της χονδρικής τιμής ηλεκτρισμού. Ας σημειωθεί ότι η προκαταβολή της επιδότησης έχει νομοθετηθεί από τον Ιούλιο αλλά ακόμα δεν έχει υπογραφεί η υπουργική απόφαση που θα επιτρέψει την εφαρμογή της. Οσο για το ύψος της προκαταβολής, τόσο η ΡΑΕ όσο και οι πάροχοι ζητούν να προσδιοριστεί στο 75% της εκτιμώμενης επιδότησης του επόμενου μήνα. Το ακριβές ποσοστό δεν έχει οριστεί ακόμα.
Η μέση τιμή στην Αγορά Επόμενης Ημέρας διαμορφώνεται σήμερα στα 671,14 ευρώ/MWh (-4%). Αν και λίγο χαμηλότερα από τα ρεκόρ της περασμένης εβδομάδας, οι τιμές παραμένουν σε εξωφρενικά υψηλά επίπεδα, κατά πολύ υψηλότερα αυτών, βάσει των οποίων υπολογίστηκε η επιδότηση στα τιμολόγια ηλεκτρισμού του Σεπτεμβρίου , η οποία ανέρχεται σε συνολικό ποσό των 1,9 δις ευρώ.
Οι προμηθευτές ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου τονίζουν ότι καμία εταιρία δεν μπορεί να δανείζεται και να εκταμιεύει 20,30 ή ακόμη και 40 εκατομμύρια ευρώ κάθε μήνα για να αγοράζει ρεύμα από το Χρηματιστήριο Ενέργειας. Τα ρίσκα είναι τεράστια ιδιαίτερα σε μία “άγρια αγορά”, όπως χαρακτηρίζουν την ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου, που τη μία ημέρα βρίσκεται στα 350 ευρω/MWh, την επόμενη στα 280 ευρώ/MWh και τη μεθεπόμενη άνετα μπορεί να φθάσει στα 400 ευρώ/MWh.
Η τιμή του αερίου και συγκεκριμένα του TTF στα συμβόλαια παράδοσης του επόμενου μήνα είναι εκείνη που ως γνωστόν καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και την τιμή ηλεκτρισμού χονδρικής.
Για πρώτη φορά την περασμένη Παρασκευή η Γερμανία συντάχθηκε με το αίτημα αρκετών χωρών της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδος για τη μεταρρύθμιση της ενιαίας αγοράς ηλεκτρισμού, προκειμένου να αποσυνδεθεί η χρηματιστηριακή τιμή του φυσικού αερίου από τις τιμές του ηλεκτρισμού και κυρίως τις τιμές λιανικής του ρεύματος. Μέχρι πρόσφατα το Βερολίνο διαφωνούσε με την όποια πρόταση μεταρρύθμισης της ενιαίας αγοράς ηλεκτρισμού. Μετά την άνοδο όμως της τιμής στα 1.000 ευρώ/ΜWh στη Γερμανία την προηγούμενη εβδομάδα σε ορισμένα προθεσμιακά συμβόλαια, η κυβέρνηση του Βερολίνου άλλαξε στάση, ακολουθούμενη από το Βέλγιο και την Αυστρία. Μάλιστα ήδη εκπονείται το γερμανικό σχέδιο, το οποίο πάντως δεν υιοθετεί την ελληνική πρόταση για τη δημιουργία δύο επιμέρους αγορών, μία για τον ηλεκτρισμό από ορυκτά καύσιμα (φυσικό αέριο, άνθρακα, πετρέλαιο) και μία για τα υπόλοιπα (ΑΠΕ, υδροηλεκτρικά, πυρηνικά).
Οι προμηθευτές θεωρούν ότι αυτή τη φορά θα ληφθούν μέτρα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκτιμώντας ότι η μόνη λύση είναι η αποσύνδεση της τιμής του ηλεκτρισμού από το φυσικό αέριο. Το ερώτημα είναι πόσο γρήγορα θα μπορέσει να ανταποκριθεί η Κομισιόν, καθώς όσο περνά ο καιρός τόσο και μεγαλώνει το πρόβλημα, με σημαντικές συνέπειες όχι μόνον για τις εταιρίες, αλλά και για την οικονομία και την κοινωνία.
Σήμερα η κρατική επιδότηση τους λογαριασμούς ρεύματος μπορεί να μειώνει το τελικό κόστος για τον καταναλωτή αλλά εισπράττεται από τον προμηθευτή, με χρονική υστέρηση, μετά την έκδοση του λογαριασμών. Με την τελευταία νομοθετική ρύθμιση, η οποία όμως για να εφαρμοστεί απαιτεί την έκδοση υπουργικής απόφασης, μέρος της επιδότησης θα προκαταβάλλεται στους προμηθευτές, ώστε να αμβλυνθεί το τεράστιο πρόβλημα ρευστότητας που ήδη απειλεί με λουκέτο αρκετούς προμηθευτές, κυρίως τους μη καθετοποιημένους.