Τέσσερις μήνες ήταν αρκετοί για να γυρίσει ένα χρόνο πίσω η αγορά ενέργειας. Σύμφωνα με τον πρώην υφυπουργό Ενέργειας κ. Α. Παπαγεωργίου, «τα οδυνηρά αποτελέσματα στα οποία μας οδήγησε το υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο της αγοράς, που πολεμήσαμε βήμα προς βήμα τα προηγούμενα χρόνια, κάνουν και πάλι την εμφάνιση τους μέσα σε λίγους μόνο μήνες.
Ενώ παράλληλα αυτή η επιδείνωση της ρευστότητας είναι φυσικό και επόμενο να φθάσει πολύ γρήγορα και στους υπόλοιπους κύκλους της ενεργειακής αλυσίδας, και να προκαλέσει σημαντικούς κινδύνους για τη βιωσιμότητα του συστήματος.
Όλοι ευχόμαστε να μην έλθουμε πάλι αντιμέτωποι με τον κίνδυνο του “κραχ” που αποτρέψαμε τα προηγούμενα χρόνια εξουδετερώνοντας την βόμβα που λέγεται “αλυσίδα χρεών στην αγορά ηλεκτρισμού”.
Αλλά μέχρι στιγμής τα σημάδια μόνο θετικά δεν είναι.
Ο ενιαίος ΦΠΑ όμως, που όπως ακούγεται βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση, θα πλήξει σε σχέση με τον ενεργειακό τομέα τους πάντες και οριζόντια.
Και φυσικά θα επιβαρύνει με αυξήσεις το σύνολο των επιχειρήσεων και των βιομηχανιών, που δίνουν αγώνα επιβίωσης και δίνουν προστιθέμενη αξία και θέσεις εργασίας στην οικονομία.
Ακόμη και πρωτοβουλίες που παραδώσαμε δρομολογημένες και έτοιμες προς υλοποίηση βρίσκονται ακόμη σε εκκρεμότητα.
Διαβάζουμε για παράδειγμα πως η Κυβέρνηση έχει συστήσει Επιτροπή για την εφαρμογή της Διακοψιμότητας.
Και όλοι φυσικά αναρωτιόμαστε αν πρόκειται για την ίδια διακοψιμότητα που καταψηφίστηκε από τη σημερινή κυβέρνηση όταν ήταν στην αντιπολίτευση.
Και το δεύτερο είναι αν αναλογίζεται η Κυβέρνηση τις συνέπειες αυτών των νέων καθυστερήσεων από την αδράνεια της, ως προς την υλοποίηση ενός μέτρου με συνέπειες θετικές για το ηλεκτρικό σύστημα και το κόστος ενέργειας. Ένος μέτρου που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει μάλιστα ελέγξει και εγκρίνει ως προς το σύνολο των παραμέτρων του.
Όπως δυστυχώς φοβάμαι επίσης ότι τυχόν τροποποιήσεις δεν πρόκειται να γίνουν αποδεκτές από την Ε.Ε. αλλά και άλλες επικίνδυνες πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται, όπως η αποψίλωση των αρμοδιοτήτων της Ρυθμιστικής Αρχής και η υπονόμευση της ανεξαρτησίας της.
Μέσα φυσικά σε αυτό το ευρύτερο κλίμα αβεβαιότητας βλέπουμε επενδύσεις πολλών δισεκατομμυρίων, που δρομολογήθηκαν κατά το προηγούμενο διάστημα – επενδύσεις που θα αναβάθμιζαν το βιοτικό επίπεδο και την ευημερία των πολιτών – να τίθενται σε κίνδυνο.
Το καταλαβαίνει ο καθένας με στοιχειώδη γνώση της αγοράς, πως η ΔΕΗ, για παράδειγμα, δεν έχει πρόσβαση σε χρηματοδότηση για να βρει κεφάλαια για το επενδυτικό της πρόγραμμα.
Και πώς άλλωστε αυτό να συμβεί, όταν η πιστοληπτική της ικανότητα έχει καταβαραθρωθεί μέσα σε λίγους μόνον μήνες από το σύνολο των αναλυτών και οίκων αξιολόγησης.
Ήδη, η S&P, την έχει υποβαθμίσει σε CCC, εκεί δηλαδή οπού την παραλάβαμε πριν ξεκινήσουμε την μεταρρυθμιστική προσπάθεια των προηγουμένων ετών.
Και θυμηθείτε πως τέτοιο καιρό πέρυσι η ΔΕΗ αναβαθμιζόταν κατά τρεις μονάδες, έβγαινε στις αγορές, δανειζόταν με ευνοϊκά επιτόκια για να αναχρηματοδοτήσει τον δανεισμό και να προχωρήσει σε νέες επενδύσεις για το ενεργειακό μας μέλλον.
Όλα αυτά μοιάζουν πολύ μακρινά έναν μόλις χρόνο μετά".