Yπέρ της διατήρησης του υφιστάμενου σχήματος των αγορών ηλεκτρισμού, ενδεχομένως με κάποιες βελτιώσεις φαίνεται ότι τάσσονται οι περισσότερες από τις εγχώριες εταιρίες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, στο πλαίσιο των ζυμώσεων που γίνονται την περίοδο αυτή, εν όψει του σχεδίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την μεταρρύθμιση της αγοράς ηλεκτρισμού,
Οι τελικές θέσεις των ηλεκτροπαραγωγών θα πρέπει να κατατεθούν στις Βρυξέλλες ως τις 13 Φεβρουαρίου, οπότε λήγει η δημόσια διαβούλευση που διενεργεί η Κομισιόν για το θέμα , εν όψει της παρουσίασης της δικής της πρότασης τον Μάρτιο.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι οι παραγωγοί ηλεκτρισμού τάσσονται κατά του διαχωρισμού των αγορών με βάση το καύσιμο, δηλαδή μία αγορά για τις μονάδες που λειτουργούν με ορυκτά καύσιμα και μία για τις υπόλοιπες (ΑΠΕ και πυρηνικά).. Επίσης, εκτιμούν ότι θα πρέπει να υπάρξει και ένα capacity market, δηλαδή ένας τρόπος αμοιβής για την ευελιξία που παρέχουν οι μονάδες φυσικού αερίου στο σύστημα, καθώς η αυξανόμενη διείσδυση των ΑΠΕ απαιτεί και την πολύ μεγάλη ευελιξία των συμβατικών μονάδων, εν προκειμένω φυσικού αερίου, που θα πρέπει να είναι ικανές να ανταποκριθούν στις ανάγκες του συστήματος, καλύπτοντας την πτώση της παραγωγής των ΑΠΕ, όταν δεν ευνοούνται από τις καιρικές συνθήκες.
Θέση κατά του διαχωρισμού των αγορών έχει διατυπώσει και ο ACER, ο φορέας των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών ενέργειας, αλλά και πολλές ευρωπαϊκές εταιρίες και φορείς.
Από την άλλη πλευρά, μετά την εκτόξευση της τιμής του ηλεκτρισμού εξ αιτίας της αλματώδους ανόδου του φυσικού αερίου το 2022 και κάτω από τη πίεση των καταναλωτών για χαμηλότερες τιμές, πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ζητούν να αλλάξει το μοντέλο.
Ανάμεσά τους και η ελληνική κυβέρνηση, από τις πρώτες που διατύπωσε τη θεωρία ότι το σημερινό μοντέλο της αγοράς αντανακλά την πραγματικότητα των προηγούμενων δεκαετιών, όταν οι ΑΠΕ ήταν λιγοστές στο ενεργειακό μείγμα και ο τρόπος αμοιβής των παραγωγών ηλεκτρισμού υπολογιζόταν με βάση τη λειτουργική δαπάνη (OΡEX), η οποία κατά βάση αφορούσε τους παραγωγούς με ορυκτά καύσιμα.
Σήμερα όμως που οι ΑΠΕ παίρνουν τη σκυτάλη με στόχο σε λίγα χρόνια να κυριαρχήσουν στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής, οι χώρες που συμφωνούν με τη θεωρία αυτή, υποστηρίζουν ότι το μοντέλο της αγοράς πρέπει να αλλάξει. Για τις ΑΠΕ και τα πυρηνικά το μεγαλύτερο κόστος είναι η κεφαλαιουχική δαπάνη (CAPEX). ‘’Αρα η αμοιβή του συστήματος για όλους τους ηλεκτροπαραγωγούς που συμμετέχουν στην αγορά, ανεξαρτήτως τεχνολογίας παραγωγής, δεν μπορεί να διαμορφώνεται με βάση το ΟΡΕΧ των μονάδων αερίου, υποστηρίζουν ορισμένοι και ζητούν διαχωρισμό των αγορών, προκειμένου να οφέλη των ΑΠΕ να περνούν στον καταναλωτή απ’ ευθείας μέσω των τιμών.
Σήμερα, η αμοιβή των ηλεκτροπαραγωγών από την αγορά διαμορφώνεται με βάση της ακριβότερη μονάδα που εισέρχεται στο σύστημα καθημερινά, δηλαδή τις μονάδες αερίου, οι οποίες καθορίζουν την τιμή και για όλες τις υπόλοιπες τεχνολογίες.
Ωστόσο, δεν είναι λίγοι όσοι υποστηρίζουν ότι το υφιστάμενο μοντέλο έχει αποδώσει, έδωσε τα κατάλληλα σήματα στην αγορά ακόμα και κατά τη διάρκεια της κρίσης και ότι οι όποιες αλλαγές και βελτιώσεις θα πρέπει να εξεταστούν με ψυχραιμία, όταν τελειώσει η ενεργειακή κρίση και αφού αποτιμηθούν όλες οι παράμετροι
Επισημαίνουν δε το ρόλο που έχει να παίξει το φυσικό αέριο τουλάχιστον για τα επόμενα είκοσι χρόνια, καθώς θα είναι απαραίτητο στο σύστημα μέχρι οι ΑΠΕ, οι μονάδες αποθήκευσης κλπ και όλες οι άλλες νέες τεχνολογίες ηλεκτισμού, να μπορέσουν να εξασφαλίσουν αξιόπιστη, συνεχή και φθηνή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας
Υπάρχει όμως και αντίλογος. Χώρες που επιμένουν ότι η ενεργειακή κρίση έφερε στο προσκήνιο αδυναμίες και αστοχίες του υφιστάμενου σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και ζητούν πρακτικές λύσεις για την εξασφάλιση επαρκούς και φθηνής ενέργειας τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τις επιχειρήσεις.
Οι εθνικοί εκπρόσωποι των χωρών-μελών έχουν ήδη κληθεί να εκφράσουν τις απόψεις τους στην ομάδα εργασία που συγκρότησε η σουηδική προεδρία της ΕΕ, σχετικά με ζητήματα όπως η διασφάλισητης διάθεσης νέας, καθαρής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην αγορά και τον τρόπο προστασίας των καταναλωτών από την υπερβολική αστάθεια των τιμών.
Το τρέχον μοντέλο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας σχεδιάστηκε σε διαφορετικούς χρόνους και έχει αποδειχθεί ευάλωτο σε καταστάσεις πίεσης. Τώρα χρειάζεται μια γενική διόρθωση για να διευκολυνθεί η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, υποστηρίζει η υπουργός Ενέργειας της Ισπανίας Teresa Ribera. Παρεμφερείς απόψεις έχει εκφράσει και η Γαλλία, όπως και άλλες χώρες, ζητώντας ένα σύστημα το οποίο θα αποδίδει στους καταναλωτές τα οφέλη των ΑΠΕ, παρέχοντας ταυτόχρονα κίνητρα για περισσότερες πράσινες επενδύσεις.
Ως μία λύση στις αντίθετες απόψεις που διατυπώνονται σήμερα όσον αφορά σητν στην αναμόρφωση της αγοράς, προβάλλονται τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία έχουν τη δυνατότητα σταθεροποίησης της τιμής ηλεκτρισμού για τους καταναλωτές. Τα διμερή συμβόλαια (PPA) μπορούν να εξασφαλίσουν κίνητρα για πράσινες επενδύσεις, χαμηλότερο κόστος αλλά και προβλεψιμότητα τιμών, που είναι αναγκαία για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας.