Με τη ΔΕΗ να κάνει την αρχή, έρχεται στροφή στα εταιρικά πράσινα ομόλογα κάνουν οι εισηγμένες και μη επιχειρήσεις. Τάση, η οποία έχει ξεκινήσει μέσα στην πανδημία, οι εισηγμένες εστιάζουν στην χρηματοδότησή τους με έξυπνους τρόπους, με τις τράπεζες και τους θεσμικούς επενδυτές να «ακούν» περισσότερο την παροχή κεφαλαίων στις επιχειρήσεις με όρους απόλυτα συνδεδεμένους με την επίτευξη στόχων για το περιβάλλον. Την προηγούμενη εβδομάδα πραγματοποιήθηκε σχετικά ειδική εκδήλωση στην Αθήνα με συμμετοχή εκπροσώπων της διοίκησης του Χρηματιστηρίου Αθηνών, όπου καταγράφηκε το ενδιαφέρον από πλευράς εισηγμένων εταιρειών, με τον ίδιο τον επικεφαλής της ΕΧΑΕ να αναγνωρίζει το ενδιαφέρον από πλευράς εταιρειών σε περιβάλλον αύξησης των επιτοκίων, βάζοντας τις επιχειρήσεις σε δεύτερες σκέψεις ως προς την καταφυγή τους στον τραπεζικό δανεισμό που τα επιτόκια καλπάζουν. Η διαφορά με τα πράσινα ομόλογα, είναι ότι τα επιτόκια είναι χαμηλότερα από τα τρέχοντα, αλλά το αν θα πληρώσουν penalty ή όχι, εξαρτάται από συγκεκριμένους περιβαλλοντικούς στόχους που θα πρέπει να πιάνουν οι εταιρείες κάθε χρόνο. Σύμφωνα με στοιχεία της τράπεζας της Ελλάδος, έχουν εκδοθεί, στις διεθνείς αγορές και στην εγχώρια αγορά, τίτλοι συνδεδεμένοι με στόχους βιωσιμότητας, αξίας στην έκδοση 2,45 δισεκ. ευρώ και 1,1 δισεκ. ευρώ αντίστοιχα. Πηγές στο Χ.Α. σημείωναν στο b.e. ότι το επόμενο διάστημα κι εφόσον αρχίζει να κοπάζει ο προεκλογικός θόρυβος και αποκατασταθεί το ήρεμο κλίμα στην οικονομία, θα φανεί και ο αριθμός των εισηγμένων που θα προσφύγουν έκδοση πράσινων ομολογιακών δανείων, καταγράφοντας προς το παρόν το αυξημένο ενδιαφέρον που υπάρχει.
Σημειώνεται πάντως, ότι το 2022 οι εξελίξεις στις διεθνείς αγορές εταιρικών ομολόγων ήταν δυσμενείς, καθώς οι αποδόσεις αυξήθηκαν, ενώ η εκδοτική δραστηριότητα περιορίστηκε. Παρομοίως, οι αποδόσεις των ομολόγων που έχουν εκδώσει ελληνικές μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις ακολούθησαν έντονη ανοδική τάση. Η ομαλοποίηση των αποδόσεων των εταιρικών ομολόγων, που παρατηρήθηκε από το τέλος του 2022 και στις αρχές του 2023, διακόπηκε μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank, καθώς αυξήθηκαν οι αποδόσεις των εταιρικών ομολόγων διεθνώς, των επιχειρήσεων του χρηματοπιστωτικού κλάδου, αλλά και των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων, που είτε είναι χαμηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (subordinated) είτε χαμηλής πιστοληπτικής αξιολόγησης. Η άνοδος των αποδόσεων το 2022 επηρέασε την εκδοτική δραστηριότητα των ελληνικών μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων στις αγορές ομολόγων, με αποτέλεσμα το σημαντικό περιορισμό των νέων εκδόσεων. Έτσι, το 2022 οι νέες εκδόσεις ελληνικών εταιρικών ομολόγων ήταν σημαντικά μειωμένες σε σχέση με το 2021, σε συνάφεια με την επιδείνωση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος, όπως παρατηρεί η Τράπεζα της Ελλάδος στην ετήσια οικονομική της έκθεση.
Η συνολική αξία των τίτλων που έχουν εκδοθεί από ελληνικές μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις μέσω θυγατρικών τους σε διεθνείς αγορές από το 2013 έως σήμερα ανέρχεται σε περίπου 12,6 δισεκ. ευρώ, με υφιστάμενο υπόλοιπο 5,2 δισεκ. ευρώ. Όσον αφορά την εγχώρια αγορά, από την έναρξη λειτουργίας της το 2017 έως τα τέλη Μαρτίου του 2023, έχουν πραγματοποιηθεί εκδόσεις ομολόγων από ελληνικές μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις συνολικού ύψους περίπου 4,4 δισεκ. ευρώ, με υφιστάμενο υπόλοιπο περίπου 3,7 δισεκ. ευρώ.