Προοπτικές ανάπτυξης του EastMed, είτε με τη κλασική μορφή αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου, είτε μέσω της διοχέτευσης του αερίου στις αιγυπτιακές εγκαταστάσεις υγροποίησης και της εξαγωγής του με τη μορφή LNG διαβλέπει ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Cheniere, κ. Anatol Feyegin, μίας από τις μεγαλύτερες εταιρίες εξαγωγής LNG των ΗΠΑ, ενώ δεν φαίνεται να ανησυχεί για το ενδεχόμενο ταχείας απαξίωσης των εγκαταστάσεων φυσικού αερίου στην Ευρώπη, λόγω της πολιτικής του μηδενικού ανθρακικού αποτυπώματος.
«Θεωρώ ότι ο EastMed μπορεί να αναπτυχθεί οικονομικά και υπεύθυνα και να αποτελέσει (τροφοδότη) όχι μόνον της περιοχής αλλά και γραμμή εξαγωγής αερίου, είτε πρόκειται για αγωγό, είτε μέσω της μεταφοράς του αερίου στις κατάλληλες εγκαταστάσεις, σε χώρες όπως η Αίγυπτος» δήλωσε χαρακτηριστικά, απαντώντας σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου στο περιθώριο του συνεδρίου για το LNG, που διοργάνωσε χθες ο ΔΕΣΦΑ. Πρόσθεσε πάντως ότι είναι πολλοί οι παράγοντες που θα καθορίσουν την τελική απόφαση για τον τρόπο εξαγωγής του αερίου της περιοχής, ενώ αρνήθηκε να σχολιάσει τις ενδεχόμενες γεωπολιτικές εμπλοκές Τουρκίας, Κύπρου κλπ, περιοριζόμενος να δηλώσει ότι από την πλευρά του καταναλωτή όσο μεγαλύτερη διαφοροποίηση προσφοράς υπάρχει, όσο περισσότερα συμβόλαια και περισσότεροι αντισυμβαλλόμενοι, τόσο μεγαλύτερη είναι η ασφάλεια εφοδιασμού. Δεν παρέλειψε όμως να τονίσει ότι ο EastMed έχει «μία καταπληκτική πηγή προμήθειας», όπως την χαρακτήρισε.
Ο EastMed αποτελεί πρότζεκτ που σχεδιάστηκε αρχικά ως αγωγός μεταφοράς του φυσικού αερίου από τα offshore κοιτάσματα της Κύπρου και του Ισραήλ, στην Κρήτη, την ηπειρωτική Ελλάδα με τελικό προορισμό την Ιταλία. Παρότι συζητείται ως πρότζεκτ εδώ και περισσότερο από μία δεκαετία και έχει ενταχθεί και σε σχετικά ευρωπαϊκά προγράμματα, μέχρι σήμερα δεν έχει υλοποιηθεί. Το Ισραήλ πάντως χρησιμοποιεί τη διαδρομή μέσω Αιγύπτου για τις εξαγωγές αερίου.
Ερωτώμενος για την επάρκεια αερίου στην παγκόσμια αγορά ο κ. Feyedin στάθηκε στις ιδιαίτερα εύθραυστες ισορροπίες προσφοράς και ζήτησης. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, μόνον στην Κίνα είναι υπό κατασκευή μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο 45 GW, που ισοδυναμούν με κατανάλωση 1.000.000 τόνων LNG, το οποίο θα προστεθεί στις ήδη υπάρχουσες μονάδες της τάξης των 120 GW. H Kίνα μόνον αντιστοιχεί στο 10% της ανάπτυξης του LNG στην παγκόσμια αγορά. Στο πλαίσιο αυτό τα μακροοικονομικά αποκτούν ιδιαίτερη σημασία, όπως είπε, ενώ σε μικροοικονομικό επίπεδο, αν φέτος ο χειμώνας στην Ευρώπη και την Ασία είναι εξίσου ήπιος με τον περυσινό, με τη Γερμανία που είναι ένας μεγάλος καταναλωτής να βρίσκεται σε ήπια ύφεση, τότε δεν φαίνεται να υπάρχει, για τούτη την περίοδο τουλάχιστον, πρόβλημα εφοδιασμού.
Από τις καιρικές συνθήκες θα εξαρτηθούν βραχυπρόθεσμα και οι τιμές του αερίου, όπως είπε. Χαρακτήρισε “υγιές” το ύψος των αποθεμάτων αερίου στις ευρωπαϊκές αποθήκες, σημειώνοντας πάντως ότι καλύπτουν μόνον το 30% της χειμερινής ζήτησης, οπότε εύκολα θα μπορούσαν να απομειωθούν, ιδιαίτερα σε περίπτωση χαμηλών θερμοκρασιών. Πρόσθεσε ότι το 2024 δεν προγραμματίζεται να λειτουργήσει καμία νέα μονάδα αεριοποίησης στις χώρες της ΕΕ, με το νέο δυναμικό να αναμένεται από το 2025-26.
Σε μακροπρόθεσμο επίπεδο ωστόσο εκτιμά ότι οι τιμές του φυσικού αερίου θα σταθεροποιηθούν. Αναφέρθηκε μάλιστα και στο παράδειγμα του Henry Hub, του κόμβου αναφοράς για τις τιμές αερίου στις ΗΠΑ, όπου ακόμα και πέρυσι, κατά την ενεργειακή κρίση, οι τιμές του αερίου στα μακροπρόθεσμα συμβόλαια παράδοσης είχαν μείνει σταθερές.
Οσον αφορά στις νέες υποδομές αερίου που κατασκευάζονται ή σχεδιάζονται, όπως τα ελληνικά πρότζεκτ για το FSRU της Αλεξανδρούπολης κλπ και τον κίνδυνο να απαξιωθούν γρήγορα λόγω της πολιτικής για την αποανθρακοποίηση, η απάντηση του στελέχους της Cheniere ήταν καταλυτική : Oι εταιρίες είναι σε πολύ καλύτερη θέση να διαχειριστούν το ζήτημα αυτό από ότι οι πολιτικοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις.
Xαρακτήρισε ιδιαίτερα σημαντικά τα βήματα που έχει κάνει η Ελλάδα για τη διασύνδεσή της με άλλες αγορές και τόνισε ότι τα έργα αυτά ενισχύουν την αξία και των ίδιων των εγκαταστάσεων. Το πόσο όμως αυξάνεται η σξία τους, αυτό είναι κάτι που θα εξαρτηθεί από τις συνθήκες της αγοράς, από το κατά πόσον η ευρύτερη περιοχή θα συνεχίσει την απεξάρτησή της από τον άνθρακα, καθώς και από το ενδεχόμενο επαναφοράς των εισαγωγών ρωσικού αερίου.
Πρόσθεσε ότι η Ελλάδα ότι ήδη έχει μετεξελιχθεί σε κόμβο καθώς παίζει κρίσιμο ρόλο για την ενεργειακή ασφάλεια της περιοχής, ένα ρόλο που θα ενισχύεται συνεχώς όσο υλοποιούνται οι επενδύσεις που σχεδιάζονται.
Σχετικά με την Ευρώπη, είπε ότι δυσκολεύεται να φανταστεί ότι όλες αυτές οι υποδομές αερίου που διαθέτει, καθώς και οι πηγές αερίου που γειτνιάζουν θα μείνουν εντελώς αχρησιμοποίητες τις επόμενες δεκαετίες. “Νομίζω ότι θα περάσει πολύς καιρός μέχρι η Ευρώπη να φθάσει σε ένα επίπεδο άνετης ισορροπίας σε σχέση με τις δεσμεύσεις της, αλλά εξαιρουμένων των γεωπολιτικών παραγόντων, δεν πιστεύω ότι σε όλες αυτές τις υποδομές δεν θα εισρεύσει ξανά αέριο” δήλωσε χαρακτηριστικά.
Τάχθηκε σαφώς υπέρ της ανάπτυξης νέων υποδομών αερίου στην Ευρώπη, τονίζοντας ότι οι εταιρίες μπορούν να προσαρμόσουν ανάλογα τις επενδυτικές πολιτικές τους, ακόμα και σε εναλλακτικά σχέδια .
Όσον αφορά πάντως στο υδρογόνο, την αμμωνία και τα άλλα εναλλακτικά καύσιμα ο κ. Feyedin τοποθετήθηκε ευθέως υπέρ του…φυσικού αερίου. “Είμαστε πολύ τυχεροί που ασχολούμαστε με αυτόν ακριβώς τον τομέα, είπε (δηλαδή το φυσικό αέριο). Θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε με τους πελάτες μας για να αναπτύξουμε εναλλακτικούς τομείς, όπως το μεθάνιο, το οποίο είναι πολύ ευέλικτο. Οσον αφορά όμως στην αμμωνία και το υδρογόνο τόνισε πως δεν θεωρεί ότι η Cheniere θα ασχοληθεί με αυτά.