Σε χαμηλότερο συντελεστή απόδοσης (WACC) για τη ΔΕΠΑ Υποδομών σε σχέση με αυτό που έχει εισηγηθεί η εταιρία φαίνεται ότι προσανατολίζεται η ΡΑΑΕΥ, ενώ στις νέες οικοδομές γίνεται πλέον προαιρετική για σύνδεση με το δίκτυο φυσικού αερίου, από υποχρεωτική που ήταν στο παρελθόν.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το νέο WACC της ΔΕΠΑ Υποδομών, η οποία ανήκει στην ιταλική Italgas, προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί γύρω στο 8,3% για την περίοδο 2024-2027, έναντι 10% που είχε ζητήσει η εταιρία και 8,57% που είχε εγκρίνει η Αρχή για το 2023. Η σχετική απόφαση αναμένεται να ληφθεί και να ανακοινωθεί από τη ΡΑΑΕΥ εντός του Δεκεμβρίου.
Το υψηλό WACC για τα δίκτυα αερίου, που μεταφράζεται στα τέλη χρήσης που πληρώνουν οι καταναλωτές έχει αρχίσει να προβληματίζει, καθώς σε μία εποχή που στις περισσότερες χώρες της ΕΕ η επέκταση των δικτύων αερίου έχει σταματήσει, λόγω της πολιτικής της ΕΕ για το μηδενικό ανθρακικό αποτύπωμα, στην Ελλαδα τα σχετικά έργα συνεχίζονται, με αποτέλεσμα και το υψηλά τέλη χρήσης για την απόσβεση/απόδοση των επενδυόμενων κεφαλαίων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε ορισμένες χώρες από το 2025 έχει απαγορευτεί η σύνδεση με δίκτυο αερίου στις νέες οικοδομές. Η θέρμανση εξηλεκτρίζεται και προωθούνται οι αντλίες θερμότητας, για την εγκατάσταση των οποίων χορηγούνται υψηλά κίνητρα.
Στην Ελλάδα, με το αιτιολογικό ότι το δίκτυο είναι σχετικά νέο και ότι η ανάπτυξη του δεν ήταν τόσο εκτεταμένη όσο σε άλλες χώρες, οι σχετικές υποδομές συνεχίζουν να διευρύνονται, καθώς αναγνωρίζεται ότι το φυσικό αέριο θα παραμείνει το καύσιμο γέφυρα για τα επόμενα χρόνια, μέχρι τον πλήρη εξηλεκτρισμό από ΑΠΕ και τη χρήση εναλλακτικών καυσίμων, όπως το υδροόνο κλπ. Δεν αποκλείεται όμως, καθώς οι πολιτικές και οι στόχοι της ΕΕ για την επίτευξη του μηδενικού ανθρακικού αποτυπώματος γίνονται όλο και πιο αυστηροί με κάθε αναθεώρηση/επικαιροποίηση των οδηγιών, να μειωθούν και στη χώρα μας τα χρόνια ζωής του φυσικού αερίου, τουλάχιστον για τη θέρμανση
Πρόσφατα, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας προώθησε ρύθμιση σύμφωνα με την οποία γίνεται προαιρετική η μελέτη για την εγκατάσταση συστημάτων φυσικού αερίου στις νέες οικοδομές, η οποία ήταν υποχρεωτική.
Αρχικά στόχος του υπουργείου ήταν να καταργήσει πλήρως το Προεδρικό Διάταγμα που προέβλεπε την υποχρεωτικότητα των μελετών σύνδεσης με το δίκτυο για τις νέες οικοδομές. Η αναδιατύπωση στο κείμενο της τελικής ρύθμισης- που κατ’ουσία και πάλι αίρει την υποχρεωτικότητα- θεωρείται ότι ήταν αποτέλεσμα των αντιδράσεων των εταιριών φυσικού αερίου, οι οποίες σχεδιάζουν και υλοποιούν επενδύσεις, που όμως ενδέχεται να μείνουν ανενεργές πριν κάν αποσβεστούν.
Εταιρίες όπως η ΔΕΠΑ Εμπορίας, η ΔΕΠΑ Υποδομών αλλά και ο ΔΕΣΦΑ ανησυχούν ότι η ρύθμιση θα επισπεύσει το τέλος του φυσικού αερίου για οικιακή χρήση, ενώ ακόμα το κόστος των αντλιών θερμότητας παραμένει υψηλό, κατά πολύ μεγαλύτερο από το κόστος σύνδεσης με το δίκτυο αερίου.
Από την άλλη πλευρά, παρακινδυνευμένη είναι και η όποια πρόβλεψη για τις τιμές του ηλεκτρισμού, που στη τρέχουσα φάση αντανακλούν τις τιμές του φυσικού αερίου. Αργότερα όμως και όσο αυξάνεται η διείσδυση των ΑΠΕ στο σύστημα, θα προκύψουν πολλά συνοδά κόστη, από την αποθήκευση ενέργειας, τα τέλη χρήσης των δικτύων ηλεκτρισμού, τις χρεώσεις για τις διασυνδέσεις κλπ, που μπορεί να υπερβούν το όφελος από την όποια προβλεπόμενη μείωση της τιμής παραγωγής των ΑΠΕ.