Το Διεθνές Δικαστήριο των Ηνωμένων Εθνών θα εξετάσει την προσφυγή της Νοτίου Αφρικής κατά του Ισραήλ για παραβίαση της Σύμβασης του 1948 περί αποτροπής και τιμωρίας του εγκλήματος της γενοκτονίας.
Το δικαστήριο (το οποίο δεν πρέπει να συγχέεται με το επίσης εδρεύον στη Χάγη, αλλά πολύ νεότερο, Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, το οποίο διώκει άτομα) θα χρειαστεί αρκετό καιρό για να εκδώσει την απόφασή του, ωστόσο η διαδικασία της εβδομάδας αυτής ενδέχεται να αποβεί καθοριστική από νωρίς, αν γίνει δεκτό το αίτημα της Νοτίου Αφρικής, να διακηρυχθεί, υπό τύπον ασφαλιστικών μέτρων, ότι πρέπει να υπάρξει άμεση διακοπή των επιχειρήσεων του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας, λόγω ενδείξεων ότι ήδη διαπράττεται το έγκλημα της γενοκτονίας.
Η προσφυγή της Νοτίου Αφρικής στηρίζεται αφενός στα αντικειμενικά δεδομένα του αριθμού των θυμάτων και του είδους των καταστροφών που έχουν προκαλέσει οι ισραηλινές επιχειρήσεις στη Λωρίδα τη Γάζας και αφετέρου σε δηλώσεις ιθυνόντων του Ισραήλ οι οποίες φέρεται να αποτυπώνουν γενοκτονική πρόθεση (εκκλήσεις για ισοπέδωση της περιοχής, εκτόπιση ή εξόντωση του πληθυσμού, απανθρωποποιητικοί χαρακτηρισμοί εις βάρος των Παλαιστινίων κ.ο.κ.).
Επειδή η πιστοποίηση της εγκληματικής πρόθεσης είναι κρίσιμης σημασίας για την έκδοση της τελικής απόφασης, το Ισραήλ ήδη επιχειρηματολογεί ότι οι δηλώσεις που επικαλείται η νοτιοαφρικανική πλευρά έχουν αποσπασθεί από τα συμφραζόμενά τους ή έχουν πραγματοποιηθεί από πρόσωπα τα οποία δεν έχουν την ευθύνη λήψης των αποφάσεων.
Στην διαδικασία της Πέμπτης και Παρασκευής το εβραϊκό κράτος θα εκπροσωπήσει ο γνωστός Βρετανός νομικός σερ Μάλκολμ Σο, ο οποίος έχει διδάξει Διεθνές Δίκαιο στα πανεπιστήμια του Λέστερ και του Έσεξ, έχει αρθρογραφήσει επί ζητημάτων γενοκτονίας, έχει διατελέσει σύμβουλος κυβερνήσεων και έχει υπερασπισθεί υποθέσεις ενώπιον του βρετανικού ανώτατου δικαστηρίου, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του ICJ.
Διαψεύδονται έτσι οι πληροφορίες ότι την υπεράσπιση του Ισραήλ θα αναλάμβανε ο 85χρονος Αμερικανο-εβραίος δικηγόρος-σταρ Άλαν Ντέρσοβιτς, προφανώς διότι το όνομα του τελευταίου έχει συνδεθεί με την υπόθεση του Τζέφρι Έπσταϊν του οποίου υπήρξε συνήγορος.
Διαψεύδονται επίσης οι προηγούμενες πληροφορίες ότι το Ισραήλ θα απέφευγε να συμμετάσχει στη διαδικασία. Η πολιτική βλάβη (και μάλιστα για μία χώρα η οποία έχει συνυπογράψει τη σύμβαση του 1948 και ιδρύθηκε στη σκιά της εβραϊκής γενοκτονίας) θα ήταν σημαντική, όσο και αν η εκπροσώπηση ενώπιον του ICJ ενέχει ρίσκα.
Οι πληροφορίες θέλουν τη χώρα του Βενιαμίν Νετανιάχου να αντιμετωπίζει την προσφυγή ως μία καθαρά πολιτική ενέργεια, την οποία θα αποκρούσει με αντίστοιχα μέσα. Ειδικότερα η γραμμή υπεράσπισης του Ισραήλ θα στηριχθεί στο γεγονός ότι η Νότια Αφρική δεν έχει αποστείλει πρεσβευτή στο Τελ Αβίβ εδώ και αρκετά χρόνια, υποχρέωσε τον Ισραηλινό πρεσβευτή στην Πρετόρια να αποχωρήσει μετά την 7η Οκτωβρίου, έχει μπλοκάρει την συμμετοχή του εβραϊκού κράτους στην Αφρικανική Ένωση με καθεστώς παρατηρητή και έχει καταγγείλει ενώπιον της ομάδας BRICS την συλλογική τιμωρία των Παλαιστινίων. Σημαδεμένη άλλωστε από την εμπειρία του απαρτχάιντ, η Νότιος Αφρική είναι η μόνη από τις χώρες που αναγνωρίζουν το Ισραήλ, η οποία στηρίζει επισήμως το κίνημα BDS (για το μποϊκοτάζ και τη θέσπιση κυρώσεων κατά του Ισραήλ).
Με διπλωματικό τηλεγράφημα, το οποίο διέρρευσε στο Axios, το Υπουργείο Εξωτερικών του Ισραήλ ζητά από όλες τις πρεσβείες του στο εξωτερικό να πιέσουν τις φιλοξενούσες χώρες να αποκηρύξουν ως "εξωφρενική, παράλογη και αστήρικτη” την 84σέλιδη προσφυγή της Νότιας Αφρικής, υποσημειώνοντας ότι τυχόν καταδικαστική απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου δεν θα είχε μόνο αφηρημένες νομικές επιπτώσεις, αλλά και πρακτικό αντίκτυπο στη διμερή ή πολυμερή συνεργασία του Ισραήλ με άλλα κράτη, στους τομείς της οικονομίας και ασφάλειας.
Μένει να φανεί ποιες χώρες θα ανταποκριθούν. Μέχρι στιγμής μόνο οι ΗΠΑ έσπευσαν να χαρακτηρίσουν αστήρικτη την προσφυγή. Αλλά στην περίπτωση αυτή μπορεί να μιλά κανείς για νομική αυτοάμυνα, εφόσον, σε περίπτωση καταδίκης του Ισραήλ προκύπτουν ευθύνες και για τους Αμερικανούς ιθύνοντες, οι οποίοι δια της εξοπλιστικής βοήθειας που προσφέρουν καθιστούν την καταγγελλόμενη γενοκτονία εφικτή.