Σήμα κινδύνου για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες της ΕΕ εκπέμπουν οι εκτιμήσεις της προέδρου του SSM, του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού των τραπεζών της ευρωζώνης, κ. Claudia Buch, η οποία προειδοποιεί τις τράπεζες για δυσκολότερους καιρούς.
Η επικεφαλής του SSM, η οποία ανέλαβε τα ηνία της εποπτικής αρχής την 1η Ιανουαρίου, σε συνέντευξή της στους FT, αναφέρει ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της ΕΕ αντιμετωπίζουν κίνδυνο νέας εκτίναξης των κόκκινων δανείων, γεωπολιτικούς κινδύνους και σοβαρές ανατροπές στις βιομηχανίες έντασης ενέργειας.
«Είναι εξαιρετικά απίθανο να έχουμε μια περίοδο διαρθρωτικών αλλαγών, κατά την οποία δεν θα υπάρξει αύξηση των χρεοκοπιών» ανέφερε η κα Buch, προσθέτοντας ότι «Οι βιομηχανικές περιοχές της Ευρώπης θα φαίνονται πολύ διαφορετικές στο μέλλον, ανάλογα με τη διαθεσιμότητα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε διάφορες χώρες». Προέβλεψε ότι στο μέλλον θα υπάρξουν περισσότερες μετεγκαταστάσεις βιομηχανικών δραστηριοτήτων και μετεγκαταστάσεις ολόκληρων κλάδων, προτρέποντας τις εταιρίες να προσαρμοστούν και και τις τράπεζες να το λάβουν υπόψη.
Οι προειδοποίησεις αυτές της προέδρου του SSM προς τις τράπεζες σχετικά με τα ρίσκα που οι ίδιες αναλαμβάνουν όταν χρηματοδοτούν βιομηχανίες έντασης ενέργειας, γίνονται στην περίοδο της ενεργειακής μετάβασης και όταν το “πρασίνισμα” της βιομηχανικής δραστηριότητας, που επιβάλλουν οι κανόνες της ΕΕ, απαιτεί τεράστιες επενδύσεις υψηλού κόστους.
Παρότι τα κόκκινα δάνεια μειώθηκαν σημαντικά τα προηγούμενα χρόνια και οι ισολογισμοί των τραπεζών της ευρωζώνης εξυγιάνθηκαν, αποδίδοντας φέτος στους μετόχους τους μερίσματα ύψους 120 δισεκατομμύρια ευρώ, αυξημένα άνω του 50% σε σχέση με πέρυσι, η πρόεδρος του SSM φαίνεται να θεωρεί ότι τα προβλήματα είναι μπροστά μας.
Το επιτόκιο αναφοράς της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) αυξήθηκε στο επίπεδο-ρεκόρ 4% προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο πληθωρισμός. Σύμφωνα με την Claudia Buch οι χρεοκοπίες και οι αθετήσεις δανείων είναι πιθανό να συνεχίσουν να αυξάνονται.
Aς σημειωθεί ότι ενώ κατά την περίοδο 2020-22 οι αθετήσεις πληρωμών είχαν μειωθεί σημαντικά κυρίως λόγω των γενναίων κρατικών επιδοτήσεων προς τις επιχειρήσεις κατά την περίοδο του κορωνοϊού, οι αθετήσεις πληρωμών το 2023 αυξήθηκαν, επιστρέφοντας σχεδόν στα προ της πανδημίας επίπεδα.
Η αφερεγγυότητα των επιχειρήσεων αυξάνεται, λόγω της στασιμότητας της ανάπτυξης, του αυξανόμενου κόστους δανεισμού και των υψηλών τιμών της ενέργειας, που έχουν επηρεάσει τις περισσότερες επιχειρήσεις.
Η επικεφαλής του SSM φαίνεται να ανησυχεί για την ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων των τραπεζών, εκτιμώντας ότι τα μοντέλα που χρησιμοποιούν για τη μέτρηση του κινδύνου είναι ξεπερασμένα. «Τα περισσότερα από τα μοντέλα κινδύνου που χρησιμοποιούν οι τράπεζες δεν μας δίνουν το πραγματικό σενάριο για το πώς θα εξελιχθούν οι κίνδυνοι στο μέλλον, επειδή βασίζονται στο παρελθόν», είπε. Εξ’ ού και το καμπανάκι κινδύνου για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες, οι οποίες ως γνωστόν επηρεάζονται άμεσα από το κόστος ενέργειας τις πολιτικές της ΕΕ για την κλιματική αλλαγή, αλλά και τις γεωπολιτικές εξελίξεις, που διαταράσσουν τις εφοδιαστικές τους αλυσίδες.
Οπως άφησε να εννοηθεί στη συνέντευξη στους FT, η πρόεδρος του SSM επιθυμεί τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να χρησιμοποιούν πιο επίκαιρα και συγκεκριμένα μοντέλα για τη χαρτογράφηση των μελλοντικών κινδύνων . «Πάρτε, για παράδειγμα, τα γεγονότα στην Ερυθρά Θάλασσα ή τον τρόπο κατακερματισμού των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού: πώς θα επηρεάζουν αυτά τους συγκεκριμένους εταιρικούς πελάτες, στους τομείς στους οποίους εκτίθεται η τράπεζα;» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ας σημειωθεί ότι η αύξηση του ρίσκου για την τράπεζα μεταφράζεται σε υψηλότερο επιτόκιο για τον δανειολήπτη.
Οσο για τα κλιματικά στρες τεστ, στα οποία υποχρεούνται πλέον οι τράπεζες και τις νέες πιο αυστηρές απαιτήσεις σχετική με το κλιματικό προφίλ των πελατών τους, η πρόεδρος του SSM είπε ότι οι τράπεζες πρέπει να πληρούν αυτές τις απαιτήσεις και να συγκεντρώνουν τα στοιχεία από τις εταιρίες- πελάτες τους. ‘Εδωσε μάλιστα και το παράδειγμα του ενεργειακού πιστοποιητικού για τα στεγαστικά δάνεια, επισημαίνοντας ότι παρότι το ενεργειακό πιστοποιητικό είναι εύκολο να αποκτηθεί, ακόμα υπάρχουν αρκετές ελλείψεις. “Επομένως οι τράπεζες δεν λαμβάνουν τις πληροφορίες που πρέπει να λάβουν για να αξιολογήσουν αυτούς τους κινδύνους» κατέληξε.