Νέα συνάντηση μεταξύ Αλέξη Τσίπρα, Ανγκελα Μέρκελ και Φρανσουά Ολάντ πραγματοποιήθηκε πριν απο λίγο στις Βρυξέλλες, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής. Η νέα τριμερής έγινε γνωστή πριν λίγο και σύμφωνα με πληροφορίες είχε διάρκεια περίπου 30 λεπτών, έγινε τελικά στα γραφεία της γαλλικής και όχι της γερμανικής αντιπροσωπείας, όπως είχε διαρρεύσει αρχικά, ενώ είχε στόχο την άρση του αδιεξόδου στις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τους εταίρους των δανειστών.
Από ελληνικές κυβερνητικές πηγές έγινε γνωστό ότι ο κ. Τσίπρας ενημέρωσε τους δύο ηγέτες για την ελληνική πρόταση και τους τόνισε ότι η ελληνική πλευρά δεν κατανοεί την επιμονή των θεσμών σε τόσο σκληρά μέτρα.
Οι ίδιες πηγές ανέφεραν ότι οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν μετά το πέρας της Συνόδο. Στην κυβέρνηση προσπαθούν να αποκωδικοποιήσουν και να ερμηνεύσουν τη στάση των δανειστών, μετά από τις δραματικές διαβουλεύσεις του προηγούμενου διημέρου σε επίπεδο κορυφής με τους Θεσμούς.
Η επιμονή του ΔΝΤ στην πιο «σκληρή» εκδοχή μίας συμφωνίας, η αδυναμία του Eurogroup να καταλήξει σε μία καθαρή απόφαση, αλλά και το βαρύ κλίμα που δημιούργησε ο Σόιμπλε στη συνεδρίαση της Πέμπτης, καθώς και η πίεση που δέχθηκε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κατά την πρώτη ημέρα της συνόδου κορυφής, έχουν θορυβήσει την ελληνική πλευρά για τους πραγματικούς σχεδιασμούς μίας μερίδας των δανειστών.
«Διατηρούμε την αισιοδοξία μας και ελπίζουμε να πρυτανεύσει η αίσθηση ευθύνης, έλεγαν κυβερνητικοί αξιωματούχοι, αλλά ταυτόχρονα επισήμαιναν ότι το «θέμα είναι αν υπάρχει πολιτική βούληση για μία βιώσιμη λύση». Υπογράμμιζαν δε ότι υπήρξαν κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων με τους Θεσμούς, πολλά πισωγυρίσματα των δανειστών, ιδίως στην περιπτώσεις που η κυβέρνηση παρουσίαζε ισοδύναμα μέτρα τα οποία απέρριπταν μάλλον με μονότονη ευκολία οι απέναντι και κυρίως το ΔΝΤ.
Εκτιμούσαν δε ότι παρότι «δεν υπάρχουν αγεφύρωτες διαφορές και ότι οι διαφωνίες έχουν μειωθεί πολύ», την ίδια ώρα «κάποιοι δείχνουν να μην θέλουν συμφωνία». Εκτίμηση υψηλόβαθμων κυβερνητικών στελεχών ειναι ότι πραγματικός στόχος ορισμένων κύκλων στους δανειστές είναι η πολιτική ταπείνωση του Αλέξη Τσίπρα και της κυβέρνηση και υπό αυτή την έννοια ήταν αρκετά «κουμπωμένοι» για τις περαιτέρω διεργασίες και τη δυνατότητα εξεύρεσης λύσης. Μάλιστα επισήμαιναν με νόημα ότι δεν είναι δυνατόν το Eurogroup της Πέμπτης από τη μια μεριά να καλεί την ελληνική πλευρά να αποδεχθεί το νέο, «σκληρό» κείμενο των Θεσμών και από την άλλη να... υπόσχεται ότι θα εξετάσει και τις ελληνικές προτάσεις.
Η σημερινή μέρα θα είναι κρίσιμη: τα τεχνικά κλιμάκια θα κάνουν διαβουλεύσεις και η ελληνική πλευρά αναμένει το Σάββατο νέο κείμενο από τους θεσμούς, ευελπιστώντας ότι θα έχει πραγματικά ενσωματώσει τις ελληνικές προτάσεις, όπως τις παρουσίασε η αντιπροσωπεία το πρωί της Πέμπτης.
Στη συνέχεια και συγκεκριμένα το Σάββατο τη «σκυτάλη» θα πάρει το Eurogroup, που θα έχει μάλλον την πιο κρίσιμη συνεδρίαση. Εάν υπάρξει συμφωνία, που θα περιλαμβάνει όμως ρύθμιση για το χρέος και την ανάπτυξη, η κυβέρνηση θα το παρουσιάσει στη Βουλή έως τις 30 Ιουνίου, έχοντας τη βεβαιότητα οτι θα εγκριθεί από την κυβερνητική πλειοψηφία.
Η ελληνική πρόταση
Με νέες υποχωρήσεις, που οδηγούν σε αρκετές συγκλίσεις με τους θεσμούς σε θέματα όπως ο εισπρακτικός στόχος για τον ΦΠΑ, η εταιρική φορολόγηση, αλλά και η φορολόγηση της ναυτιλίας κατατέθηκε χθες η αναθεωρημένη ελληνική πρόταση σε ΔΝΤ, ΕΕ και ΕΚΤ, αλλά δεν συζητήθηκε τελικά στο Eurogroup, και παραπέμπεται στα τεχνικά κλιμάκια ώστε με την πρόταση της τρόικας να ενσωματωθούν σε ενιαίο κείμενο.
Πάντως, παραμένουν αποκλίσεις σε ζητήματα σχετικά με τον ΦΠΑ στον τουρισμό, τον ΦΠΑ στα νησιά και τις αμυντικές δαπάνες. Στο ασφαλιστικό διάφορες εντοπίζονται στο ΕΚΑΣ, στην αύξηση των εισφορών υγείας των συνταξιούχων, αλλά και στο χρόνο έναρξης μείωσης των πρόωρων συντάξεων.
Η ελληνική κυβέρνηση προτείνει στους θεσμούς τα πρόσθετα έσοδα από τον ΦΠΑ να ανέλθουν στο 0,93% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση, έναντι 0,74% που ήταν η αρχική της πρόταση. Σημειώνεται πως οι θεσμοί ζητούν πρόσθετα έσοδα 1% του ΑΕΠ από τον ΦΠΑ. Η κυβέρνηση ξεκαθαρίζει πως τρόφιμα, ενέργεια, νερό και ξενοδοχεία θα μείνουν στο μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13% και στον υπερμειωμένο του 6% θα υπάγονται φαρμακευτικά προϊόντα, βιβλία και τα θέατρα. Πάντως, στο τελευταίο αυτό κείμενο της η ελληνική κυβέρνηση διατηρεί την έκπτωση 30% στο ΦΠΑ στα νησιά, υπαναχωρώντας από την αρχική της θέση.
Η νέα πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης υιοθετεί μερικώς την πρόταση των θεσμών για αύξηση της φορολόγησης της χωρητικότητας των πλοίων (tonnage tax), αλλά δεν δέχεται την κατάργηση των φοροαπαλλαγών στη ναυτιλία και μιλά για εφαρμογή ενός αποτελεσματικού πλαισίου φορολογίας για τον εμπορικό στόλο.
Στο ασφαλιστικό η Ελλάδα αποδέχεται εξοικονόμηση στη συνταξιοδοτική δαπάνη 0,25%-0,5% του ΑΕΠ για το 2015 και 1% για το 2016, αλλά για την πλήρη εξάλειψη των πρόωρων συντάξεων μέχρι το 2022 (στα 67 χρόνια ανεξάρτητα από χρόνια εργασίας ή στα 62 χρόνια με 40 χρόνια εργασίας) θέλει να ισχύσει μετά την 31 Οκτωβρίου 2015 και όχι από την 1η Ιουλίου 2015 όπως ζητούν οι θεσμοί.
Για το ΕΚΑΣ η ελληνική πρόταση προβλέπει τη σταδιακή αντικατάστασή του μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου 2018, όταν η νέα πρόταση των θεσμών προβλέπει την κατάργηση του ΕΚΑΣ μέχρι το Δεκέμβριο του 2019 με άμεση ωστόσο ισχύ για το 20% των πιο εύπορων δικαιούχων του επιδόματος (θα το χάσουν άμεσα οι 2 στους 10 δικαιούχους).
Σχετικά με την αύξηση των εισφορών υγείας των συνταξιούχων (κύρια και επικουρική σύνταξη) η κυβέρνηση προτείνει αύξηση κατά 1% από το 4% στο 5%, όταν οι θεσμοί προτείνουν αύξηση από το 4% στο 6%.
Στα εργασιακά η ελληνική πλευρά επιμένει στη διαδικασία διαβούλευσης παρόμοια με εκείνη που προβλέπεται για τον προσδιορισμό του επιπέδου του κατώτατου μισθού (άρθρο. 103 του Νόμου 4172/2013) για την αναθεώρηση των υφιστάμενων πλαισίων των συλλογικών διαπραγματεύσεων, λαμβάνοντας υπόψη τις βέλτιστες πρακτικές στην υπόλοιπη Ευρώπη. Σημειώνεται πως οι θεσμοί ζητούν να μην γίνει καμία μεταβολή στις συλλογικές συμβάσεις πριν από το τέλος του 2015 και σε κάθε περίπτωση να μην γίνουν αλλαγές χωρίς τη σύμφωνη γνώμη τους.
Σχετικά με τις αμυντικές δαπάνες η ελληνική πρόταση επιμένει στη μείωσή τους κατά 200 εκατ. ευρώ και όχι κατά 400 εκατ. ευρώ που ζητούν οι θεσμοί.
Στις αποκρατικοποιήσεις η ελληνική πλευρά δεσμεύεται να ανακοινώσει συγκεκριμένες ημερομηνίες για ΟΛΠ και ΟΛΘ το αργότερο έως το τέλος Οκτωβρίου 2015. Δεσμεύεται δε να προχωρήσει τις εκκρεμείς δράσεις που απαιτούνται για τις ιδιωτικοποιήσεις των περιφερειακών αεροδρομίων, της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, της Εγνατίας Οδού, των ΟΛΠ , ΟΛΘ, αλλά και του Ελληνικού.