Νέα προβλήματα, χτυπούν τον κλάδο της ιχθυοκαλλιέργειας, καθώς ενώ είχε μπει το νερό στο αυλάκι για την διάσωση των μεγάλων εταιρειών με την δημιουργία δύο υπερσχημάτων και βασικό ρόλο από τις τράπεζες, τα capital controls αλλά και η γενικότερη κατάσταση των τελευταίο μήνα, φέρνουν νέα εμπόδια στην εξυγίανση του κλάδου.
Την ώρα που το 2015 θα μπορούσε να είναι μια από τις καλύτερες χρονιές για τον κλάδο, καθώς όπως τονίζουν άνθρωποι της αγοράς στο b.e., υπάρχει αυξημένη ζήτηση στις εξαγωγές αλλά και πολύ καλή τιμή στις αγορές, τα εσωτερικά προβλήματα που δημιουργούνται από εξωγενείς παράγοντες δεν αφήνουν τις εταιρείες να εκμεταλλευτούν το θετικό momentum.
Προβλήματα, όπως η εισαγωγές ιχθυοτροφών, οι οποίες παρακωλύονται λόγω capital controls , δυσκολίες μεταφορών, αλλά και η επιβολή του νέου καθεστώτος ΦΠΑ, αποτελούν βασικά προσκόμματα στην ανάπτυξη των πωλήσεων και την ενδυνάμωση του κλάδου.
Από την άλλη οι τράπεζες που στη διάσωση του κλάδου έχουν ρόλο ρυθμιστή των εξελίξεων και πλέον αποτελούν και μεγαλομετόχους των βασικών εταιρειών, έχουν σημαντικά εγγενή προβλήματα να αντιμετωπίσουν στο επόμενο διάστημα, οπότε εκ των πραγμάτων τα όποια ζητήματα σχετικά με τις ιχθυοκαλλιέργειες μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα.
Ο παράγοντας της αλλαγής ΦΠΑ, από την άλλη πλευρά φέρνει αύξηση του κόστους παραγωγής στην ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια κατά 30 εκατ. ευρώ ετησίως, γεγονός που σύμφωνα με τις επιχειρήσεις του κλάδου θα οδηγήσει σε μείωση της παραγωγής ή ακόμη και σε διακοπή της λειτουργίας κάποιων επιχειρήσεων. Η σημαντική αυτή αύξηση του κόστους έρχεται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο για τον κλάδο της ιχθυοκαλλιέργειας, καθώς βρίσκονται σε εξέλιξη σημαντικές ανακατατάξεις και επιχειρείται η ανάκαμψή του μέσα από τις αναδιαρθρώσεις δανείων και κινήσεων εξυγίανσης.
Ειδικότερα σε ότι αφορά στις τροφές αυτές αποτελούν το 60% του κόστους ανά κιλό παραγόμενου προϊόντος. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η μέση τιμή το 2015 ανέρχεται στο 1,3 ευρώ/κιλό. Ο κλάδος παράγει ετησίως σχεδόν 115.000 τόνους ψάρι και χρησιμοποιεί περίπου 230.000 τόνους τροφής αξίας σχεδόν 300 εκατ. ευρώ. Η αύξηση του ΦΠΑ θα αυξήσει την τιμή των τροφών κατά 0,13 ευρώ/κιλό. Πρακτικά, για μια οικογενειακή επιχείρηση δυναμικότητας 300 τόνων η αύξηση αυτή ισοδυναμεί με αύξηση του κόστους λειτουργίας κατά 78.000 ευρώ ετησίως, ενώ για μια μικρομεσαία επιχείρηση δυναμικότητας 1.500 τόνων, κατά 390.000 ευρώ.
Τέλος, την ώρα που οι τράπεζες αδυνατούν να χρηματοδοτήσουν έστω και με ένα ευρώ τις επιχειρήσεις του κλάδου και τα κόστη ανεβαίνουν, αλλά και παρά την έντονη εξαγωγική δραστηριότητά τους, οι εταιρείες δεν έχουν λάβει από το ελληνικό Δημόσιο τις επιστροφές ΦΠΑ, με τις οφειλές να υπερβαίνουν το ένα έτος.
Σε αυτό το πλαίσιο ο Σύνδεσμος Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών , σε επιστολή του προς τον υπουργό Οικονομικών κ. Ε. Τσακαλώτο με κοινοποίηση και στο υπουργείο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ζητεί να εξαιρεθούν οι ιχθυοτροφές ή γενικότερα οι ζωοτροφές, καθώς επίσης και οι πρώτες ύλες που απαιτούνται για την παρασκευή τους από τον συντελεστή Φ.Π.Α 23% και να επανέλθουν στο 13%, καθώς αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό του κόστους παραγωγής και είναι αδύνατον να απορροφηθεί από τις επιχειρήσεις υπό τις παρούσες συνθήκες.