Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Καταδικασμένοι να συμβιώσουν;
Τετάρτη, 15/01/2020

Η συμφωνία του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος της Αυστρίας με τους Πράσινους για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού μπορεί να φαντάζει εκ πρώτης όψεως ως έκπληξη. Αν δει όμως τις συνθήκες κάτω από τις οποίες προκύπτει, καταλαβαίνει ότι και για τα δύο κόμματα δεν υπήρχαν και πολλά περιθώρια να την αποφύγουν.

Για τον Χριστιανοδημοκράτη καγκελάριο Σεμπάστιαν Κουρτς οι Πράσινοι φάνταζαν ως η μοναδική επιλογή, από τη στιγμή που είχε αναγκαστεί να τερματίσει τη συνεργασία με τους βουτηγμένους σε σκάνδαλα, αλλά και εσωτερικές διαμάχες ακροδεξιούς Ελεύθερους. Eνας συνασπισμός με τους επίσης βρισκόμενους σε βαθιά κρίση Σοσιαλδημοκράτες είχε μάλλον αποκλειστεί εκ των προτέρων και από τις δύο πλευρές. Αλλωστε η συγκυβέρνησή τους είχε ολοκληρωθεί το 2017 όχι και κάτω από τις καλύτερες συνθήκες.

Ο Κουρτς αισθάνεται άλλωστε αρκετά ισχυρός, έτσι ώστε να περάσει εύκολα και από την κομματική βάση οποιαδήποτε συνεργασία, αλλά και για να θεωρεί ότι θα μπορεί να τα βγάλει πέρα με οποιονδήποτε εταίρο, από τη στιγμή που το αποτέλεσμα των εκλογών του Σεπτεμβρίου ήταν εντυπωσιακό για το κόμμα του (37,5%).

Το πρόβλημα των επόμενων μηνών ή ετών θα το έχουν κυρίως οι Πράσινοι. Το 13,9% των εκλογών ήταν μια μεγάλη επιτυχία, αν αναλογιστεί κανείς την αδυναμία τους να μπουν στη Βουλή μόλις δύο χρόνια πριν, στις εκλογές του 2017. Ετσι κι αλλιώς οι Πράσινοι της Αυστρίας ποτέ δεν ανήκαν στην ριζοσπαστική Αριστερά. Η κομματική τους βάση αποτελείται σε μεγάλο βαθμό πλέον από μεσοαστούς, μορφωμένους ψηφοφόρους, που δεν έχουν πρόβλημα προσέγγισης με την Χριστιανοδημοκρατία. Πολλοί από αυτούς την ψήφιζαν στο παρελθόν.

Υπάρχει ωστόσο και ένα σημαντικό «αριστερό» κομμάτι στη βάση τους, που θεωρεί ότι αυτή η συνεργασία μπορεί να αποβεί καταστροφική, ειδικά αν ο Σεμπάστιαν Κουρτς επιμείνει στην πολύ σκληρή γραμμή στο μεταναστευτικό-προσφυγικό, ένα τομέα τον οποίο με βάση την κατανομή των υπουργείων κράτησε για το κόμμα του. Αυτή ήταν ίσως η σημαντικότερη πράσινη υποχώρηση. Η κυβερνητική συμφωνία περίπου 300 σελίδων, αλλά και η κατανομή των υπουργείων μοιάζει να δίνει στους Πράσινους σχετικά διευρυμένες αρμοδιότητες για τα ζητήματα, που σχετίζονται με το περιβάλλον (αν και χωρίς τις δεσμεύσεις, που απαιτούσαν ορισμένοι) αλλά ως ένα βαθμό και για την κοινωνική πολιτική. Θα πρέπει να αποδείξουν και ότι είναι σε θέση να κυβερνήσουν, αλλά και ότι δεν θα ανταλλάξουν τις υπουργικές καρέκλες με μεγάλες εκπτώσεις σε ζητήματα αρχών. Αυτό δεν θα είναι απαραίτητα εύκολο, αλλά όπως εκτίμησε η ηγεσία τους το πολιτικό κόστος θα ήταν μεγαλύτερο, αν επέλεγαν να παραμείνουν στην αντιπολίτευση, οδηγώντας σε μια επανάληψη συνεργασίας κεντροδεξιάς-ακροδεξιάς ή τη χώρα σε νέες εκλογές.

Για την αυστριακή σοσιαλδημοκρατία τα πράγματα δεν θα είναι καθόλου εύκολα, αφού το κόμμα πάσχει από έλλειψη τόσο προσανατολισμού όσο και ηγεσίας. Η κατάστασή του θα μπορούσε να συγκριθεί με εκείνη του «αδελφού» γερμανικού SPD. Το πέρασμά του στην αντιπολίτευση μπορεί να του προσφέρει μια ευκαιρία ανασυγκρότησης και αναδιάταξης των δυνάμεων του. Ωστόσο δεν είναι λίγοι αυτοί που φοβούνται ότι μπορεί τελικά να μην φανεί καθόλου στους Αυστριακούς ψηφοφόρους η απουσία του. Οι εκλογές στο παραδοσιακό κόκκινο κρατίδιο της Βιέννης ερχόμενο φθινόπωρο θα είναι το βαρόμετρο για τις πιθανότητες επιβίωσης του. Μια ήττα και στην αυστριακή πρωτεύουσα θα μπορούσε να ερμηνευθεί και ως η αρχή του οριστικού του τέλους.