Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
H καλή μας η δασκάλα
Δευτέρα, 29/06/2020

Ενόψει της ανάληψης της προεδρίας της ΕΕ από τη Γερμανία, ο Τύπος πλημμύρισε από αναλύσεις για την «καλή μας τη δασκάλα». Ας είναι καλά η Deutsche Welle, που μεταφράζει στα ελληνικά κάποια άρθρα Γερμανών σχολιαστών και βοηθά πολλούς να γράψουν μετά «αναλύσεις». Ναι για τη Μέρκελ πρόκειται. Τελευταία ευκαιρία της, λένε, να αποδείξει πόσο «Ευρωπαία» είναι, να σώσει την ιδέα του Ταμείου Ανάκαμψης να αποδείξει ότι η Ευρώπη μπορεί να λειτουργήσει συνεκτικά και αλληλέγγυα. Oλα αυτά βέβαια θα τα δουν όσοι έχουν υπομονή να περιμένουν κάποιους μήνες, ενθυμούμενοι πάντα ότι η επιβίωση της ΕΕ και της Ευρωζώνης σε μια περίοδο αυξανόμενης παγκόσμιας αστάθειας και προστατευτισμού, είναι και ζήτημα επιβίωσης για την «πρωταθλήτρια-χώρα των εξαγωγών». Οποιος κατάλαβε, κατάλαβε.

 

Μέσα στην αναμπουμπούλα της πανδημίας λησμονούν όμως ορισμένοι ότι μέχρι πριν από μερικούς μήνες, αυτό που υπόσχονταν με συνεχείς διαρροές οι κυβερνητικοί στο Βερολίνο, με πρώτο και καλύτερο τον κινούμενο στην γκρίζα ζώνη μεταξυ Δεξιάς και Ακροδεξιάς υπουργό Εσωτερικών Χορστ Ζέεχοφερ ήταν μια «ρηξικέλευθη αναπροσαρμογή» της πολιτικής της Ενωσης για το προσφυγικό. Τώρα οι τόνοι έχουν πέσει, οι φιλοδοξίες έχουν κοντύνει επικίνδυνα και το μόνο που διαρρέει είναι η ελπίδα να υπάρξουν έστω κάποια καλωπιστικού χαρακτήρα ημίμετρα, αν βοηθήσουν και κάποιοι «πρόθυμοι» εταίροι, αλλά πάνω από όλα ο «απρόβλεπτος γείτονας» Ερντογάν.

 

Εδώ ακριβώς είναι που η εικόνα της καλής δασκάλας αρχίζει να αποκτά σκιές. Γιατί η προσπάθεια, που σαφώς προωθείται από το Βερολίνο είναι να συμβεί ότι ακριβώς και το 2016. Να «το πάρει πάνω της», να «καλοπιάσει» η κυρία Μέρκελ τον Ερντογάν για να μη τα κάνει όλα λίμπα. Στην διπλωματική διάλεκτο αυτό βεβαίως διατυπώνεται αλλιώς: Η καγκελάριος «έχει πάρει προσωπικά την υπόθεση» των σχέσεων με την Τουρκία, θέλει να κρατήσει ζωντανές τις γέφυρες με την Αγκυρα, δεν επιθυμεί κόντρες με τον Ερντογάν. Αυτό είχε φανεί και στο παρελθόν και ευθύνεται και τώρα για τη διγλωσσία στην αντιμετώπιση του Τούρκου προέδρου από την ΕΕ, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τις διαφορές ανάμεσα στη στάση του κυρίου Μακρόν και στην προσέγγιση της κυρίας Μέρκελ.

Η Τουρκία δεν κρατά όμηρο την Ευρώπη μόνο με το προσφυγικό. Ο Ερντογάν ξέρει ότι μπορεί να πυροδοτήσει έναν άτυπο εμφύλιο με απροσδιόριστες συνέπειες στις τάξεις των εκατομμυρίων Τούρκων μεταναστών, που ζουν στη Γερμανία. Το έχει υπονοήσει και το έχει σχεδόν ξεκινήσει κάποιες φορές.

Υπάρχουν βεβαίως και τα οικονομικά συμφέροντα. Η Τουρκία των φτηνών εργατών παραμένει ιδανικός επενδυτικός τόπος για γερμανικές εταιρίες. Αυτές τις μέρες όμως η αριστερή «taz» του Βερολίνου σημείωνε ότι το 2019 ήταν χρονιά ρεκόρ και για τις εξαγωγές γερμανικού πολεμικού υλικού στην Τουρκία, οι οποίες έφτασαν τα 344 εκατ. ευρώ. Αυτό σε μια χώρα, που εμπλέκεται σε μια σειρά πολεμικά μέτωπα (Συρία, Λιβύη, Ιράκ) και απειλεί σταθερά τη «σύμμαχο» Ελλάδα με επίδειξη της πολεμικής της ισχύος. Αυτή και εαν είναι «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη»....

 

Ολα αυτά δε μπορεί να μην τα γνωρίζει και η καλή μας η δασκάλα. Οπως δε μπορεί να μην τα γνωρίζουν και οι «χαράκτες» της εξωτερικής πολιτικής στην Αθήνα που της «κράτησαν μούτρα» όταν δε μας κάλεσε στη διάσκεψη για τη Λιβύη τον περασμένο Ιανουάριο.

Τότε αποφάσισαν να αντιδράσουν με επικοινωνισμούς για το ιθαγενές ακροατήριο, με γαρνιτούρα παρορμητισμούς του τύπου «κι εμείς θα καλέσουμε το Χαφτάρ στην Αθήνα για να σας δείξουμε»... Με «ελεγχόμενη» επιτυχία όπως γνωρίζουμε στο μεταξύ.

Οταν χώρες με πολύ μικρότερη ιστορία μέσα στην ΕΕ, τολμούν να «αντιμιλήσουν» στη δασκάλα μέσα στα Συμβούλια, τότε γιατί η Ελλάδα να μη μπορεί να το κάνει; Θεσμικά και εμπεριστατωμένα. Και φυσικά όχι από τη μια μέρα στην άλλη. Η αξιοπιστία δεν χτίζεται με μια παθιασμένη ομιλία. Η εξωτερική πολιτική δεν είναι έρωτας, που από τον αμέτρητο θαυμασμό και το πάθος πέφτουμε στις σκηνές ζήλιας και απόγνωσης.

Οταν το συνειδητοποιήσουμε αυτό μπορεί να καταλάβουμε και πώς λειτουργεί τελικά η καλή μας η δασκάλα και το πολυπληθές επιτελείο της.