Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Ηλεκτρικό χώρο παράγει μόνο η κατανάλωση
Πέμπτη, 24/09/2020

O ΣΠΕΦ έχει από νωρίς εκφράσει τις ανησυχίες του για την πλημμυρίδα επενδυτικού ενδιαφέροντος που άρχισε να παρουσιάζεται ιδίως από τα τέλη του 2019 στις ΑΠΕ και τα φωτοβολταϊκά με την «έκρηξη» αιτημάτων για άδειες παραγωγής προς την ΡΑΕ (15 GW στον κύκλο Δεκεμβρίου 2019).  Θέση μας μάλιστα ήταν πως η έντονη αποψίλωση της εν λόγω αδειοδότησης, δύναται να θέσει σε κίνδυνο επόμενα ιδιαιτέρως ευαίσθητα στάδια που αναμένεται να φορτιστούν, όπως λ.χ. αυτό των προσφορών σύνδεσης. 

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η Γεν. Γραμματέας, το συνολικό επενδυτικό ενδιαφέρον σε αιολικά και φωτοβολταϊκά φθάνει σήμερα τα 76 GW στα διάφορα στάδια αδειοδότησης, για ένα διαθέσιμο περιθώριο μόλις 8,5 GW νέων έργων αιολικών και φωτοβολταϊκών μέχρι το 2030 σύμφωνα με το ΕΣΕΚ.  Υπενθυμίζεται πως το καταγεγραμμένο ενδιαφέρον των 76 GW θα ήταν πολύ μεγαλύτερο, αν για τεχνικούς λόγους δεν είχαν αναβληθεί δύο κύκλοι υποδοχής αιτήσεων στην ΡΑΕ, ήτοι αυτών του Μαρτίου και Ιουνίου 2020 και μετατεθεί για τον Δεκέμβριο αυτός του Σεπτεμβρίου.  Και βεβαίως δεν είναι το ΕΣΕΚ που θέτει περιοριστικούς στόχους, αλλά η ίδια η πραγματικότητα του ηλεκτρικού χώρου.

Για να διαλυθεί κάθε παρανόηση στο ευρύ κοινό που τυχόν θα διαβάσει τις θέσεις μας, ας επαναλάβουμε πως ηλεκτρικό χώρο δεν παράγουν ούτε τα δίκτυα, ούτε οι υποσταθμοί των ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ.  Ηλεκτρικό χώρο παράγει μόνο η κατανάλωση, η οποία και βρίσκεται σε τάση ύφεσης μεσομακροπρόθεσμα λόγω των προγραμμάτων εξοικονόμησης αλλά και επιπλέον, βραχυπρόθεσμα, λόγω του COVID-19.  Τάσεις που θα μπορούσαν να μεταβάλλουν το τοπίο αυτό, συνιστούν ίσως μόνο η ηλεκτροκίνηση και οι μαζικές εξαγωγές, για τις οποίες εξαγωγές ωστόσο δεν θα στοιχηματίζαμε, ένεκα του ιδιαίτερα ευμετάβλητου χαρακτήρα των αγορών ηλεκτρισμού αφενός, ιδίως αν τελούν και υπό σύζευξη (coupling).  Αφετέρου οι υπόλοιπες χώρες αντιμετωπίζουν και αυτές ανάλογες με εμάς προκλήσεις. 

Ο ρόλος των δικτύων από την άλλη πλευρά είναι για να διευκολύνουν την μεταφορά ενέργειας από τους χώρους παραγωγής στις εστίες κατανάλωσης και δεν παράγουν ηλεκτρικό χώρο σε επίπεδο συνόλου.  Σε ότι αφορά δε την αποθήκευση, αυτή αμβλύνει τους περιορισμούς του ετεροχρονισμού μεταξύ ανανεώσιμης παραγωγής με κατανάλωση.  Σε ένα υποθετικό σενάριο τέλειας και πλήρους αποθηκευτικής δυναμικότητας στη χώρα μας ικανής να εξαλείψει το πρόβλημα του ετεροχρονισμου, όπως λ.χ. το θέσαμε τον περασμένο Νοέμβριο, 30 GW αιολικών και φωτοβολταϊκών θα μπορούσαν άνετα να καλύψουν όλη την σημερινή κατανάλωση ηλεκτρισμού στη χώρα, μέρα-νύχτα, όλο το χρόνο.  Αυτό δηλαδή συνιστά τρόπον τινά το απόλυτο άνω όριο εγκατεστημένης ισχύος ΑΠΕ με τα σημερινά δεδομένα.  Χωρίς αποθήκευση, οι στόχοι του ΕΣΕΚ για το 2030, που τείνουν να ικανοποιηθούν αρκετά νωρίτερα, δείχνουν ήδη υψηλοί.