Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Μία κουρασμένη 30άρα
Δευτέρα, 05/10/2020

Η αυλή της κατοικίας του Γερμανού πρέσβη στην Αθήνα δεν πλημμύρίσε χθες από τον κόσμο, που παραδοσιακά τις τελευταίες δεκαετίες ερχόταν κάθε 3η Οκτωβρίου να απολαύσει βαυαρέζικα λουκάνικα, αλατισμένα brezel και άφθονη μπύρα. Το παραδοσιακό «πάρτυ» για την επέτειο της γερμανικής ενοποίησης φέτος δεν θα γίνει λόγω covid-19. Η πανδημία θα περιορίσει φυσικά τις εορταστικές εκδηλώσεις και στον υπόλοιπο πλανήτη, αλλά και στην ίδια τη Γερμανία.

Ισως αυτή είναι μια καλή ευκαιρία για να αναλογιστεί κανείς σε μια τέτοια στρογγυλή επέτειο, ποια είναι η κατάσταση στην ίδια την ενωμένη Γερμανία, ο ρόλος της στην Ευρώπη, η θέση της στον κόσμο. Είναι αμφίβολο αν αυτό θα συμβεί σε μια περίοδο που και η ίδια η χώρα έχει αρκετούς μπελάδες στο κεφάλι της, που γίνονται ακόμα περισσότεροι από το γεγονός ότι η προεδρία στην ΕΕ υποχρεώνει την πολιτική ηγεσία στο Βερολίνο να βάλει αναγκαστικά πολλά και διαφορετικού μεγέθους καρπούζια κάτω από τη μασχάλη.

Είναι πολύ πιθανό κάποιοι να αρχίσουν πάλι τις εικασίες, για το τι θα έλεγε ο Χέλμουτ Κολ, ο άνθρωπος που πέρασε στην ιστορία ως ο «καγκελάριος της ενοποίησης», επειδή επέλεξε να προχωρήσει με διαδικασίες εξπρές μια συνένωση δύο πολύ διαφορετικών κοινωνιών και οικονομιών, αγνοώντας τόσο τις διεθνείς ανησυχίες όσο και τις εσωτερικές αντιδράσεις. Αλλά αυτό είναι κάτι σαν επιστημονική φαντασία. Η Γερμανία που υποσχέθηκε ο Κολ δεν είναι αυτή, που θα παραδώσει σε περίπου ένα χρόνο η Μέρκελ.

Είναι λίγο πολύ γνωστά τα όσα ακολούθησαν με την περιβόητη Treuhand, που ξεπούλησε τον πλούτο της Ανατολικής Γερμανίας. Είναι επίσης γνωστές οι έρευνες που γίνονται κάθε τόσο με διάφορες αφορμές και μιλούν για το «τείχος στα κεφάλια των ανθρώπων», για τις γκρεμισμένες προσδοκίες, τις ανισότητες και τις διαφορές στην πρόσληψη της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας. Εκεί που ωστόσο αξίζει να σταθούμε είναι στο ρόλο της Γερμανίας ως μιας χώρας με παγκόσμιο βάρος, που παρουσιάζει συμπτώματα πρόωρης γήρανσης. Πνευματικής κυρίως, που όμως επηρεάζουν και τα αντανακλαστικά της. Η κεκτημένη ταχύτητα με την οποία έτρεχε η κυβέρνηση Μέρκελ έχει πλέον μειωθεί σημαντικά. Είναι άγνωστο που θα οδηγηθεί η χώρα που αποδείχτηκε η μόνη κερδισμένη από την προηγούμενη μεγάλη κρίση της ευρωζώνης, αποκομίζοντας πλεόνασμα σε χρήμα αλλά και αυταρέσκεια και επιλέγοντας για τον εαυτό της το ρόλο του δασκάλου και «τοποτηρητή».

Το μοντέλο της εξαγωγικής υπερδύναμης δέχτηκε όμως τώρα ένα ισχυρό πλήγμα από την πανδημία. Ο μέσος Γερμανός που πίστευε ότι ο κόσμος του ανήκει, είτε στο ρόλο του ανέμελου τουρίστα που εξήγαγε τη μόδα της κάλτσας μέσα από το ανατομικό πέδιλο, είτε στο ρόλο του φιλόδοξου επενδυτή με τις γεμάτες τσέπες, είτε στο ρόλο του πολύξερου ελεγκτή με τις «ακατανίκητες οδηγίες χρήσης» ξαφνικά διαπιστώνει πόσο εξαρτημένος είναι από τα όσα συμβαίνουν σε χώρες γειτονικές του, αλλά και πολύ μακρινές του.

Στο «πολιτικό» Βερολίνο όμως φαίνεται συχνά να μην θέλουν να αποδεχτούν αυτή την πραγματικότητα. Η στάση τους σε μια σειρά ζητήματα, που σχετίζονται με το μέλλον της ΕΕ, δείχνει την ίδια εσωστρεφή μυωπία, που θέλει να πιστεύει ότι όλα τα προβλήματα πρέπει να λύνονται με τη δική τους λογική και συνυπολογίζοντας το δικό τους όφελος. Η προσπάθεια κατευνασμού της Τουρκίας, η ουσιαστική διγλωσσία απέναντι στη Μόσχα, το διπλωματικό εκκρεμές στην αντιμετώπιση της Γαλλίας που κινείται άλλοτε στην απαξίωση και άλλοτε στην άνευ περιεχομένου φιλοφρόνηση, η προσπάθεια οικοδόμησης ειδικών σχέσεων με όλες τις ανερχόμενες ή παρηκμασμένες «μεγάλες δυνάμεις» δείχνουν μια αυτοαναφορικότητα στην αντιμετώπιση όλων των καυτών ζητημάτων, που εμποδίζουν την Γερμανία να συμπεριφερθεί ως εκείνη η «ηγέτιδα δύναμη», που θα τραβήξει την Ευρώπη μπροστά.

Και υπάρχουν και άλλα παραδείγματα. Οταν έχεις την πιο βαριά βιομηχανία στην Ευρώπη, που στηρίζεται ακόμα στην «οικονομία των ορυκτών καυσίμων» είναι λογικό τα μεγάλα σου λόγια για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής να αποδεικνύονται ως απλώς τέτοια: μεγάλα λόγια. Οταν το τραπεζικό σου σύστημα δεν έχει απαλλαγεί από τις ασθένειες που επιδείνωσαν την χρηματοπιστωτική κρίση, είναι αυτονόητο να κοιτάξεις πώς θα κρύψεις αυτές τις αδυναμίες και όχι πώς θα αντιμετωπίσεις πραγματικά την αιτία της μεγάλης κρίσης.

Εχουμε να κάνουμε λοιπόν με μια τριαντάρα, που άλλοτε προσποιείται την «αθωότητα έφηβης», άλλοτε ρητορεύει με την σιγουριά πολυταξιδεμένης μεσόκοπης και συχνά καταλήγει να κινείται με την ταχύτητα μιας υπερήλικης, χτυπημένης από αρτηριοσκλήρωση.

Οι αντιφάσεις μέσα στην ίδια την γερμανική κοινωνία, η έλλειψη πραγματικού αντίβαρου στην έτσι κι αλλιώς διασπασμένη ΕΕ, οι αβεβαιότητες της νέας φάσης της πανδημίας δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας ότι η Γερμανία θα μπορέσει να δει πιο μακριά από τη σκιά της και να λειτουργήσει, όπως κάποιες φορές διατείνεται ότι θέλει και μπορεί, προς όφελος δηλαδή ολόκληρης της Ευρώπης.