Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Σωτηρία του πλανήτη ή σωτηρία της ζωής στον πλανήτη;
Τρίτη, 26/07/2022

Θα μπορούσε να την αποκαλέσει κανείς ως «μεγάλη παρανόηση». Αυτοί που μας προειδοποιούν, συνήθως καλοπροαίρετα, για την ανάγκη «σωτηρίας του πλανήτη» θα πρέπει κάποια στιγμή να συνειδητοποιήσουν ότι αυτή η συνθηματολογία είναι λάθος. Μάλλον είναι άστοχη από τη στιγμή που δε φαίνεται να επηρεάζει τους κυβερνήτες, ούτε να πείθει την πλειοψηφία των κοινωνιών. Ο «γαλάζιος πλανήτης» μας δεν έχει ανάγκη από σωτήρες. Θα συνεχίσει να υπάρχει ακόμα και αν πάψει να είναι γαλάζιος και μετατραπεί σε «γκρίζο» ή »κόκκινο».

Αυτό που είναι αμφίβολο αν θα συνεχίσει να υφίσταται είναι η ζωή. Κάθε είδους. Οχι μόνο η ανθρώπινη, αν και ο άνθρωπος, όπως έχει εξελιχθεί, μάλλον θα είναι από τα πιο ευαίσθητα είδη, που θα έχουν πρόβλημα να επιβιώσουν σε ένα «αβίωτο» πλανήτη. Πάντως η πρόσφατη έκθεση του Παγκόσμιου Συμβουλίου Βιοποικιλότητας (IPBS) προειδοποιούσε αυτές τις ημέρες, ότι περίπου ένα εκατομμύριο είδη απειλούνται πλέον με εξαφάνιση παγκοσμίως.

Συνεπώς για να κατανοήσουν οι κοινωνίες το πρόβλημα θα πρέπει να μιλάμε για τη «σωτηρίας της ζωής» και όχι απλώς του πλανήτη. Αυτό θα μπορούσε να ανατρέψει και την επιχειρηματολογία εκείνων που προσπαθούν να υποβαθμίσουν την ένταση της κλιματικής καταστροφής και αντιτείνουν ότι ο πλανήτης έχει περάσει διάφορες φάσεις κατά τη διάρκεια της δικής του ζωής και κάποια στιγμή θα ξαναβρεί την... ισορροπία του.

Η Ευρώπη στις φλόγες

Η εβδομάδα που πέρασε κατέδειξε ωστόσο για μια ακόμα φορά ότι η πορεία της γης προς τα... κόκκινα συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς. Οι φωτιές σε όλες τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Ελλάδα, αλλά ακόμα και σε βρετανικά λιβάδια και γερμανικά δάση δείχνουν ότι έχουμε περάσει πλέον σε μια φάση της κλιματικής καταστροφής που δεν συγχωρεί κι άλλες καθυστερήσεις και αναβολές. Οι καύσωνες διαρκείας και τα διαρκή «σπασίματα» αρνητικών ρεκόρ έχουν πλέον τόση μεγάλη συχνότητα, που δείχνουν ότι το πρόβλημα απειλεί πλέον πραγματικά τη ζωή.

Μοιάζει με κακόγουστο ανέκδοτο να ακούς το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καρλσρούης να διαπιστώνει και επίσημα ότι «η Γερμανία αποτελεί πλέον χώρα που μαστίζεται από δασικές πυρκαγιές». Τι θα σημάνει αυτό για χώρες όπως η Ελλάδα και ως πότε θα μπορεί η κοινωνία μας να ανέχεται ένα γελαστό πρωθυπουργό που δίνει συγχαρητήρια στον εαυτό του και απλώς χρησιμοποιεί την κλιματική κρίση ως άλλοθι για τη δική του ανικανότητα και αδιαφορία;

Το ερώτημα είναι απλό: Θα προκριθεί ως η λύση η λογική ότι χρειάζονται πια απλώς νέα τεχνικά μέτρα για να αντιμετωπιστούν τα ακραία φαινόμενα, όπως να αγοράσουν οι Γερμανοί aircondition και να καλούνται οι Βρετανοί να μένουν σπίτι κάθε φορά που το θερμόμετρο θα τα σπάει; Θα αποδεχτεί η ελληνική κοινωνία τη λογική του πρωθυπουργού ότι θα υπάρχουν και περιπτώσεις, που δεν θα μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα;

Η Ελλάδα αποτελεί φυσικά το πιο χυδαίο παράδειγμα της νεοφιλελεύθερης τυφλότητας απέναντι σε ένα συστημικό έγκλημα, αλλά το πρόβλημα είναι παγκόσμιο. Η ώρα για να αμφισβητηθεί αυτό το σύστημα, που καταναλώνει ασύστολα τις «εφεδρείες» του πλανήτη, που σπαταλά μέσα σε επτά μήνες, αυτά που η γη χρειάζεται ένα χρόνο για να τα ανπληρώσει έχει έρθει προ πολλού. Αλλά καμιά πολιτική δύναμη δεν έχει αυτή τη στιγμή μια άλλη πρόταση για το πώς αυτό το σύστημα θα πρέπει επιτέλους να αντικατασταθεί.

Το πρόβλημα δεν είναι απλώς να αγοράσει η ΕΕ περισσότερα εναέρια μέσα πυρόσβεσης, μια συζήτηση, που την περασμένη εβδομάδα άνοιξε με πολύ κρότο και στη Γαλλία. Σίγουρα η πυρόσβεση είναι υπόθεση προτεραιότητας και σίγουρα η Γαλλία θα χρειαζόταν περισσότερα από 12 μόλις Canadair. Αναμφίβολα είναι παράλογο, τη στιγμή που όλες οι χώρες της ΕΕ αναθεωρούν προς τα πάνω τους στρατιωτικούς τους προΰπολογισμούς και δεν διστάζουν να δαπανήσουν δισεκατομμύρια για πολεμικά αεροσκάφη, να γίνεται λόγος για μια πανευρωπαϊκή έλλειψη πτητικών μέσων πυρόσβεσης.

Αλλά το ζητούμενο είναι να υπάρξει μια αναστροφή αυτής της τάσης, που κάνει τον πλανήτη πιο θερμό, πιο ξηρό και πιο ευάλωτο. Τα επιστημονικά δεδομένα που αποδεικνύουν ότι αυτή η εξέλιξη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον ανθρώπινο παράγοντα υπάρχουν πλέον εδώ και δεκαετίες και θα πρέπει κάποια στιγμή να αξιοποιηθούν και πρακτικά. Τι είναι αυτό, που θα πρέπει πια να σταματήσουμε να κάνουμε;

Μέρες Οργής

Σε ένα άρθρο του στον βρετανικό Τhe Guardian με τίτλο «Μέρες Οργής» ο Τζορτζ Μονμπιότ γνωστός για τις «ριζοσπαστικές» του θέσεις αναφέρεται στην ουσία του προβλήματος, επαναλαμβάνοντας τη θέση ότι μόνο μια πραγματική αλλαγή του συστήματος μπορεί να διατηρήσει βιώσιμο τον πλανήτη.

Το πρόβλημα με τη σημερινή δομή εξουσίας είναι ότι δεν εξυπηρετεί απλώς τα συμφέροντα της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων, της βιομηχανίας τροφίμων και κτηνοτροφίας, τις κατασκευαστικές εταιρίες και την αυτοκινητοβιομηχανία, τις αεροπορικές εταιρίες και τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Υπηρετεί και αναμορφώνει όλο το σύστημα με στόχο την δική του επιβίωση και όχι της βιοποικιλότητας και της ζωής στον πλανήτη.

Κατά τη γνώμη του Μονμπιότ τα κύρια περιβαλλοντικά κινήματα έχουν κάνει ένα τρομερό λάθος. Αν και δε το ομολογούν δημόσια έχουν υποκύψει στην λογική των μικρών βημάτων, αφού θεωρούν ότι δεν υπάρχουν οι συνθήκες για να πειστεί η κοινή γνώμη για μια αλλαγή συστήματος και δεν έχουν αρκετή αυτοπεποίθηση για να τα βάλουν με τις κυβερνήσεις και τις πραγματικές δομές εξουσίας. Πιστεύουν ότι σταδιακά τα μικρά κομμάτια του παζλ θα συμπληρώσουν το ένα το άλλο και θα επιφέρουν τη συνολική αλλαγή που θέλουν.

Η προσέγγιση αυτή εκτός όλων των άλλων βόλεψε μια χαρά και τις ενεργοβόρες και κλιματοκτόνες πολυεθνικές, που για να διασφαλίσουν το κέρδος τους πουλούν πλέον συστηματικά «κοινωνική ευθύνη» και «οικολογική συνείδηση» σε εξημερωμένους καταναλωτές, που ζητούν απλώς μια εύπεπτη απαλλαγή από προσωπικές ενοχές.

Η τακτική αυτή αποδείχτηκε επίσης μάλλον επικίνδυνη αν δούμε την ετυμηγορία του Βρετανού δημοσιογράφου και πολιτικού και περιβαλλοντικού ακτιβιστή:

«Ενώ τα κινήματα πόνταραν στην υπομονή, η εξουσία έπαιζε πόκερ. Η εξέγερση της ριζοσπαστικής δεξιάς έχει σαρώσει τα πάντα μπροστά της, συντρίβοντας το διοικητικό κράτος, καταστρέφοντας τις δημόσιες προστασίες, καταλαμβάνοντας τα δικαστήρια, το εκλογικό σύστημα και την υποδομή της κυβέρνησης, αποκλείοντας το δικαίωμα διαμαρτυρίας και το δικαίωμα στη ζωή. Ενώ πείσαμε τους εαυτούς μας ότι δεν υπάρχει χρόνος για αλλαγή συστήματος, αυτοί μας απέδειξαν ότι κάναμε λάθος, αλλάζοντας τα πάντα».

Το συμπέρασμα για τον Μονμπιότ είναι ένα και μόνο. Δεν υπήρχε ποτέ χρόνος για τέτοια «σταδιακή» προσέγγιση, που στο τέλος καταλήγει να είναι το τέλμα, στο οποίο βυθίζεται η όποια ευγενής φιλοδοξία. Η αλλαγή συστήματος, όπως έχει αποδείξει με τη δράση της η Δεξιά, είναι και ήταν πάντα το μόνο γρήγορο και αποτελεσματικό μέσο μετασχηματισμού.

Αν δει κανείς την ευκολία, με τον οποίο τα σχέδια περί «πράσινης μετάβασης» της ΕΕ εγκαταλείφθηκαν άρον-άρον σε ταξίδια αστραπή προς αναζήτηση ορυκτών καυσίμων σε... εταίρους όπως το Αζερμπαϊτζάν, η Σαουδικής Αραβίας, το Κατάρ καταλαβαίνει κανείς την ταχύτητα του συστήματος να αλλάζει και την αφέλεια όσων πιστεύουν στην... άλωσή του μέσω της βραδύτητας και των μικρών «ρεαλιστικών» βημάτων.

Από την «Εποχή»