Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Tο λόμπι της αγροτικής βιομηχανίας απειλή για τον Λούλα
Τετάρτη, 22/03/2023

Η απόφαση του Ινάσιο Λούλα να απομακρύνει την ηγεσία του στρατού λόγω της «αδυναμίας» της να αποτρέψει τους βανδαλισμούς των Μπολσοναριστών έριξε φως στη μια μεγάλη απειλή που έχει να αντιμετωπίσει ο πρόεδρος της Βραζιλίας. Το πρόβλημα ήταν γνωστό και το είχε θίξει άλλωστε και ο ίδιος πριν τελικά προχωρήσει στην αποστρατεία 40 υψηλόβαθμων στελεχών του στρατεύματος.

Λίγο μετά την ανάληψη της προεδρίας ο Λούλα είχε προαναγγείλει ότι θα προχωρήσει σε εξυγίανση των σωμάτων ασφαλείας με την εκκαθάριση των «σκληροπυρηνικών οπαδών του Μπολσονάρου», οι οποίοι δεν δίσταζαν να συζητούν ανοικτά μεταξύ τους ακόμα και για ένα στρατιωτικό πραξικόπημα προκειμένου να επαναφέρουν τον ακροδεξιό πρώην πρόεδρο στην εξουσία.

Η δεύτερη μεγάλη απειλή για τον Λούλα προέρχεται ωστόσο από αλλού. Πρόκειται για το λόμπυ της αγροτικής βιομηχανίας που επίσης στήριξε την «απόπειρα πραξικοπήματος» με τη βία και το οποίο ήδη προεκλογικά είχε θορυβηθεί από το γεγονός ότι τα θέματα του περιβάλλοντος και της κλιματικής κρίσης βρίσκονταν ψηλά στην ατζέντα του νέου προέδρου. Αγροτοβιομήχανοι και στρατιωτικοί αποτελούν κατά τον ανθρωπολόγο Πιέρο Λάιρνερ «αγκάθια στο σώμα της κυβέρνησης» που θα μπορούσαν να της προκαλέσουν σοβαρά τραύματα.

Η περιβαλλοντική πολιτική ήταν βεβαίως προτεραιότητα του Λούλα και κατά τη διάρκεια της προηγούμενης του προεδρίας το διάστημα 2003-2011. Η αρμόδια υπουργός Περιβάλλοντος Μαρίνα Σϊλβα είχε προσπαθήσει να περάσει αλλαγές στη νομοθεσία και μεταξύ άλλων να περιορίσει την αποψίλωση των δασών και τη μετατροπή αυτών των εκτάσεων σε καλλιέργειες σόγιας. Παρά τις δυσκολίες η καταστροφή των δασών περιορίστηκε από το 2005 έως το 2012 κατά περίπου 70% σε σχέση με την περασμένη δεκαετία ενώ εφαρμόστηκε και το μέτρο της εισαγωγής ενός μητρώου διαφάνειας όπου μπορούσε να ελέγξει κανείς ποιες δασικές περιοχές είχαν αλλάξει καθεστώς.

Όλα αυτά εξαφανίστηκαν φυσικά στα χρόνια της προεδρίας του Μπολσονάρου, ο οποίος διατηρούσε άριστες σχέσεις με την αγροτική βιομηχανία και δεν δίσταζε να αποκαλεί την αποδάσωση ως μια απόδειξη «ανάπτυξης» της χώρας. Ο τομέας αυτός διέθετε πάντοτε προσβάσεις και στις τάξεις του στρατού τον οποίο και επιστράτευσε συχνά σε διάφορα σχέδια για την μετατροπή δασικών εκτάσεων σε αγροκτήματα.

Η σαβανοποίηση μεγάλων περιοχών του Αμαζονίου αποτελεί τώρα ένα από τα πιο επείγοντα προβλήματα της τρίτης προεδρικής θητείας του Λούλα. Αν η αποψίλωση συνεχιστεί με τους σημερινούς ρυθμούς τότε μέχρι το 2025 θα πρέπει να ξεχάσουμε τον Αμαζόνιο όπως τον ξέρουμε σύμφωνα με αναλύσεις επιστημόνων και μη κυβερνητικών οργανώσεων.

Τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά του «πνεύμονα του πλανήτη» συντελέστηκαν από το Μπολσονάρου στον πρώτο ενάμιση χρόνο της θητείας του και ειδικά στην περίοδο της πανδημίας, όταν και κατάφερε να προωθήσει μια σειρά νομοθετικές πρωτοβουλίες στα «μουλωχτά». Η δυνατότητα αποδάσωσης ανήκε σε αυτή την κατηγορία, όπως και η «απελευθέρωση» της οπλοκατοχής και ο περιορισμός της διαφάνειας του κρατικού τομέα. Ο Λούλα έχει ήδη προωθήσει μια σειρά διατάγματα για να ακυρώσει πολλές από τις αποφάσεις Μπολσονάρου.

Η μετονομασία του υπουργείου Περιβαλλοντικής Πολιτικής σε Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής και κυρίως η επιστροφή σε αυτό της Μαρίνα Σίλβα, αποτιμήθηκαν ως ενδείξεις ότι ο πρόεδρος είναι αποφασισμένος να έρθει σε ρήξη με τα συμφέροντα που ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για τα οικολογικά προβλήματα της χώρας.

H Σίλβα είχε αποχωρήσει το 2008 από το υπουργείο διαφωνώντας σε ζητήματα «προτεραιοποίησης» που αφορούσαν ακριβώς την αγροτική πολιτική, αλλά επανήλθε στο πλευρό του Λούλα και ήταν ένα από τα ισχυρά χαρτιά της προεκλογικής του ομάδας. H 64χρονη πράσινη πολιτικός γεννημένη η ίδια στον Αμαζόνιο και πρώην εργάτρια στις φυτείες καουτσούκ μπήκε από τα φοιτητικά της χρόνια στην Αριστερά ως μέλος του Επαναστατικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Βρέθηκε στο πλευρό του αγροτοσυνδικαλιστή Τσίκο Μέντες, στην περιφέρεια του Ακρε, «πατρίδα του καουτσούκ» που δολοφονήθηκε από τους μεγαλογαιοκτήμονες του τομέα, μια υπόθεση που προκάλεσε κύμα οργής στην χώρα και είχε μεγάλη απήχηση και στο εξωτερικό. Το 2008 λίγο πριν την παραίτησή της ο βρετανικός Guardian είχε κατατάξει την Σίλβα ανάμεσα στους 50 ανθρώπους που θα μπορούσαν «να βοηθήσουν να σωθεί ο πλανήτης». Τώρα έχει μια δεύτερη ευκαιρία να αποδείξει ότι ο χαρακτηρισμός αυτός δεν της αποδώθηκε άδικα.

Στο πλευρό της θα βρίσκεται η 49χρονη Σόνια Γκουαζαζάρα υπουργός υπεύθυνη για τους αυτόχθονες πληθυσμούς και εκπρόσωπος της ομώνυμης φυλής ιθαγενών.

Θα έχουν να αντιμετωπίσουν τώρα το λόμπυ των Agrobusiness που έχει πολύ ισχυρή εκπροσώπηση στο Εθνικό Κογκρέσο και ελέγχει αν όχι υπαγορεύει παραδοσιακά τη νομοθεσία που αφορά τα συμφέροντα των μεγάλων γαιοκτημόνων. Αυτοί ήταν που στήριξαν μέχρι την τελευταία στιγμή με νύχια και με δόντια το Μπολσονάρου, μη διστάζοντας να χρησιμοποιήσουν ακόμα και ωμή βία εναντίον ιθαγενών και αγροτικών πληθυσμών. Πρόβλημα μπορεί να αποτελέσει και το γεγονός ότι στην ανάγκη του να σχηματίσει μια ευρεία πλειοψηφία ο Λούλα αναγκάστηκε να συνεργαστεί και με τον Γερουσιαστή Κάρλος Φάβαρο, ο οποίος θεωρείται φίλος του λόμπυ της γεωργικής βιομηχανίας. Η μάχη λοιπόν για την προστασία του Αμαζονίου, των ιθαγενών και του περιβάλλοντος συνολικά δεν θα είναι καθόλου εύκολη. Ο Λούλα θα χρειαστεί πολλή φαντασία και ίσως και μια προσωπική υπέρβαση για να μετατρέψει την Βραζιλία σε μια περιβαλλοντική υπερδύναμη, όπως είχε υποσχεθεί αμέσως μετά την ορκωμοσία του.