Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Τι ωραία που θα ήταν...
Τετάρτη, 29/03/2023

Ως τίτλος ακούγεται εξαιρετικός: «Βιομηχανικό Σχέδιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας» το ονόμασε παρουσιάζοντάς το η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει να διαθέσει 380 δισεκατομμύρια ευρώ έως το 2030 για τον πράσινο μετασχηματισμό της οικονομίας. Αλλά μετά από μια προσεκτικότερη ανάγνωση ο ενθουσιασμός ξεθυμαίνει. Ενα μεγάλο μέρος των χρημάτων αυτών δεν είναι παρά τα «ρέστα» από ένα άλλο μεγάλο Ταμείο. Περίπου 250 δισ. ευρώ προέρχονται από τα αδιάθετα από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, που «γεννήθηκε» ως απάντηση στην πανδημία. Η οποία για την ΕΕ έχει ολοκληρωθεί.

Ουσιαστικά, η Επιτροπή υπέκυψε στο βέτο της Γερμανίας και άλλων κρατών που έχουν ως «ευαγγέλιο» τη λιτότητα, τα οποία είχαν εκφράσει την κάθετη αντίθεσή τους στο ενδεχόμενο να αναλάβουν από κοινού νέο χρέος με τους «ανοιχτοχέρηδες» του Νότου. Στόχος να υπάρξει μια «ευπρεπής» απάντηση στην πρόκληση, που έθεσε ο νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού (ΙRA) της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Ο Τζό Μπάιντεν θα απελευθερώσει 369 δισεκατομμύρια σε επιδοτήσεις για εταιρείες, που θα παράγουν για παράδειγμα μπαταρίες για ηλεκτροκίνηση ή πράσινο υδρογόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, είναι εδώ και εβδομάδες κυρίαρχος ο φόβος ότι «δικές» τους εταιρείες θα μεταφέρουν την παραγωγή τους στο εξωτερικό, επειδή οι εκεί συνθήκες, δηλαδή οι επιδοτήσεις, φαντάζουν πολύ πιο δελεαστικές. Ο φόβος της Κομισιόν ήταν ότι θα μπορούσε να εκδηλωθεί ένας διατλαντικός πόλεμος «προσφορών» μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ, αλλά και μεταξύ μεμονωμένων κρατών-μελών της ΕΕ.

Με την πρότασή τους οι Βρυξέλλες επιδιώκουν να χαλαρώσουν τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις σε εθνικό επίπεδο, σε μια λογική ότι «ο καθένας μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του». «Η απανθρακοποίηση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας ενδέχεται να απαιτήσει προσωρινά πρόσθετα κίνητρα για την ενθάρρυνση των επενδύσεων και τη διατήρησή τους στην Ευρώπη», όπως στη γλώσσα των Βρυξελλών το έθεσε η Επίτροπος Μαργκρέιτε Βέστεϊγιερ.

Το ζήτημα που προκύπτει είναι ωστόσο ότι, οι πλούσιες χώρες όπως η Γερμανία θα έχουν την ευχέρεια να συνεχίσουν να υποστηρίζουν γενναιόδωρα τη δική τους βιομηχανία, ενώ οι λιγότερο πλούσιες πιθανότατα θα μείνουν στα κρύα του λουτρού.

Προσθέστε σε αυτή τη συζήτηση και εκείνη που «τρέχει» για την ανανέωση του Συμφώνου Σταθερότητας και την επιθυμία της Γερμανίας και των δορυφόρων της να μην επιτρέψουν «φαντασιώσεις» για περαιτέρω χαλάρωση και καταλαβαίνετε γιατί οι κραυγές ενθουσιασμού είναι περιττές, τουλάχιστον σε χώρες που θα πρέπει να φροντίσουν να «συμμαζέψουν» τα δημοσιονομικά τους.

Ο εκπρόσωπος της οικονομικής πολιτικής της Ομάδας της Αριστεράς, Κρίστιαν Λάιε το συνόψισε σε μια φράση: «Αυτό που λείπει, είναι αφενός ένας μηχανισμός αλληλεγγύης για τη στήριξη της βιομηχανικής πολιτικής των οικονομικά ασθενέστερων κρατών μελών και αφετέρου η απαραίτητη επενδυτική δύναμη, η οποία θα ήταν διαθέσιμη, για παράδειγμα, μέσω κοινού δανεισμού».

Βεβαίως η Κομισιόν υποστήριξε ότι «στοχεύει να εγγυηθεί ίσους όρους ανταγωνισμού εντός της ενιαίας αγοράς», αλλά αυτό υποτίθεται ότι συνέβαινε και μέχρι τώρα. Για όσους έχουν ακόμα ψευδαισθήσεις καθίσταται παραπάνω από σαφές ότι η πολυδιαφημισμένη «πράσινη μετάβαση» δεν αφορά τη διάσωση του κλίματος, αλλά την πολύ σημαντικότερη για τις κυβερνήσεις στήριξη της βιομηχανίας συγκεκριμένων χωρών.

«Τι ωραία που θα΄τανε λοιπόν» αν οι επιτελείς των Βρυξελλών αποφάσιζαν να πάρουν επιτέλους αποφάσεις εκτός της πεπατημένης. Να έθεταν ως προτεραιότητες ειλικρινά το κλίμα, αλλά και τους εργαζόμενους, για τους οποίους το μόνο που προβλέπεται πάλι είναι η αοριστία της «ανάπτυξης των δεξιοτήτων». Στην Ελλάδα τέτοιες «δεξιότητες» τις βαφτίσαμε κάποτε «σκόιλ ελικίκου».