Καθώς ο άνθρακας, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο απομακρύνονται από το δίκτυο λόγω της ταχύτατης επέκτασης της αιολικής και ηλιακής ενέργειας, εισερχόμαστε σε μία νέα περίοδο μείωσης της παραγωγής ορυκτών καυσίμων. Όπως προκύπτει από ανάλυση του ενεργειακού think tank Ember, η αιολική και η ηλιακή ενέργεια έφτασαν το ρεκόρ του 12% της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας πέρυσι. Αυτό οδήγησε το συνολικό μερίδιο ηλεκτρικής ενέργειας με χαμηλές εκπομπές άνθρακα σε σχεδόν 40% της συνολικής παραγωγής.
Με την ακόμη ταχύτερη ανάπτυξη που αναμένεται να συνεχιστεί φέτος, οι αναλυτές λένε ότι το 2022 είναι πιθανό να έχει ξεκινήσει το «σημείο καμπής» οπότε η παγκόσμια παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα κορυφώθηκε και άρχισε να πέφτει. Το think tank προβλέπει ότι, μέχρι το τέλος του 2023, περισσότερο από το 100% της αύξησης της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας θα καλύπτεται από πηγές χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Οι ειδικοί συμφωνούν σε γενικές γραμμές ότι η παγκόσμια παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να απελευθερωθεί πλήρως από τις ανθρακούχες εκπομπές έως το 2040, εάν ο κόσμος θέλει να παραμείνει σε ένα «καλό δρόμο» για τους κλιματικούς στόχους του. Η ταχεία επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σημαίνει ότι η σταδιακή κατάργηση του φυσικού αερίου καθώς και της ενέργειας από άνθρακα που απαιτείται για αυτή τη μετάβαση είναι τώρα εφικτή. Ωστόσο, υπογραμμίζεται ότι η στασιμότητα της πυρηνικής και της υδροηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να αντιστραφεί... Η παγκόσμια ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας αυξάνεται εδώ και δεκαετίες, λόγω της αύξησης του πληθυσμού, της αυξανόμενης εκβιομηχάνισης και των υψηλότερων εισοδημάτων. Επιπλέον, αυτή η τάση πρόκειται να συνεχιστεί, ιδιαίτερα καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι αλλάζουν τα αυτοκίνητα και τα μέσα θέρμανσης με ορυκτά καύσιμα σε ηλεκτροκίνητα και αντλίες θερμότητας αντίστοιχα. Η ζήτηση θα αυξηθεί επίσης καθώς παρέχεται ενέργεια στα 775 εκατομμύρια άτομα που εξακολουθούν να μην έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια...
Μέχρι σήμερα, η αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας έχει γενικά ξεπεράσει την ταχεία επέκταση των πηγών χαμηλών εκπομπών άνθρακα, πράγμα που σημαίνει ότι οι εκπομπές από τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας συνέχισαν να αυξάνονται. Οποιοδήποτε έλλειμμα στην αντιμετώπιση της ανάπτυξης με πηγές χαμηλών εκπομπών άνθρακα έχει καλυφθεί από τα ορυκτά καύσιμα. Ωστόσο, οι πηγές χαμηλών εκπομπών άνθρακα πρέπει τελικά να αρχίσουν όχι μόνο να καλύπτουν την αυξανόμενη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και να αρχίσουν να διώχνουν τα ορυκτά καύσιμα από το μείγμα, εάν πρόκειται να επιτευχθούν οι παγκόσμιοι στόχοι άνθρακα.
Το 2022, η επέκταση της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας κάλυψε το 80% της αύξησης της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας. Σε συνδυασμό με την υδροηλεκτρική ενέργεια και τη βιοενέργεια, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κάλυψαν το 92% της αύξησης, πλησιάζοντας στο να καλύψουν πλήρως την αυξανόμενη ζήτηση. Ταυτόχρονα, υπήρξε επίσης μια παγκόσμια πτώση της πυρηνικής παραγωγής που συνδέεται με διακοπές στη Γαλλία και κλείσιμο στη Γερμανία και το Βέλγιο. Ως αποτέλεσμα, οι εκπομπές στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκαν για άλλη μια φορά το 2022.
Φέτος, ωστόσο, εκτιμάται ότι η αύξηση ρεκόρ στην παραγωγή ενέργειας με χαμηλές εκπομπές άνθρακα θα προκαλέσει πτώση της παραγωγής ορυκτών καυσίμων κατά 0,3%. Προβλέπεται ότι οι πηγές χαμηλών εκπομπών άνθρακα θα αυξηθούν κατά ρεκόρ 773 τεραβατώρες (TWh) το 2023, μεγαλύτερες πχ, από τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας της Βραζιλίας. Αυτή θα ήταν μια ακόμη ταχύτερη επέκταση από την ανάπτυξη χαμηλών εκπομπών άνθρακα 500 TWh μεγέθους Γερμανίας το 2021 και το 2022. Αν και το 2023 δεν θα είναι η πρώτη φορά που μειώνεται η παραγωγή ορυκτών καυσίμων, θεωρείται πως θα καταγραφεί ως η «πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό σε δομικό, διαρκές επίπεδο». Προηγούμενες μειώσεις υπήρξαν μόνο κατά τη διάρκεια εκτεταμένων υφέσεων, όπως το 2008 και το 2020, ή για άλλους κυκλικούς λόγους, όπως το 2019.
Αυτή θα είναι η αρχή της μακροπρόθεσμης μείωσης της χρήσης ορυκτών καυσίμων στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας. Η συνεχιζόμενη επέκταση της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας «θα μπορούσε να σημαίνει ότι οι εκπομπές στον τομέα της ενέργειας δεν θα κορυφωθούν ποτέ υψηλότερα απ’ ότι το 2022».