Να αποφασίσει η Κυβέρνηση σχετικά με τη δημιουργία ρυθμιζόμενης προθεσμιακής αγοράς, για την πρόσβαση προμηθευτών σε ηλεκτρική ενέργεια από λιγνιτική και υδροηλεκτρική παραγωγή, την καλεί η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας. Πρόκειται για το περίφημο μοντέλο δημοπρασιών ΝΟΜΕ, επί του οποίου, η διαβούλευση με 22 φορείς και εταιρείες της ενεργειακής αγοράς οδηγήθηκε σε αδιέξοδο… Η κεντρική εξουσία θα πρέπει κατά τη ΡΑΕ να απαντήσει, μέχρι το τέλος του μηνός, -δηλαδή, την προσεχή Δευτέρα-, αν στις δημοπρασίες θα μετέχουν αποκλειστικά παραγωγοί και προμηθευτές, ή επιπλέον και αυτοπρομηθευόμενοι βιομηχανικοί καταναλωτές, όπως επίσης, αν υπάρχει περίπτωση επιβολής καθεστώτος διοικητικά καθορισμένης τιμής.
Η ΔΕΗ από τη μια πλευρά θεωρεί πως οι τιμές πώλησης των «πακέτων» ηλεκτρικής ενέργειας, θα πρέπει να καλύπτουν, τουλάχιστον, το πλήρες λογιστικό κόστος παραγωγής στα 60 ευρώ, ενώ, οι βιομηχανίες (ΕΒΙΚΕΝ, Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος) τάσσονται υπέρ του διοικητικού καθορισμού, χωρίς δημοπράτηση, στα επίπεδα που καθορίστηκαν από τη ΓΣ της ΔΕΗ δηλαδή στα 30 ευρώ. Το ζήτημα είναι σοβαρό, καθώς, αφορά, πρωτίστως, τον περιορισμό του ενεργειακού κόστους της χώρας, και, τα χρονικά όρια που έχει θέσει το επικαιροποιημένο μνημόνιο του περασμένου Απριλίου, επί του προκειμένου πιέζουν την Αθήνα να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Ευφυώς, λοιπόν, η ΡΑΕ καλεί το ΥΠΕΚΑ να λύσει τον «Γόρδιο Δεσμό».
Ειδικότερα, σύμφωνα με την επιστολή του Προέδρου της ΡΑΕ, δρος Νίκου Βασιλάκου, προς τους κ.Μανιάτη, Παπαγεωργίου και τον ΓΓ, Κ.Μαθιουδάκη, υπογραμμίζει ότι όσοι συμμετείχαν στη διαβούλευση υπέβαλαν πλήθος εποικοδομητικών απόψεων, παρατηρήσεων και προτάσεων. Όμως, «από την ανάλυση των κειμένων που υποβλήθηκαν στη Δημόσια Διαβούλευση, η ΡΑΕ διαπιστώνει την πλήρη ασυμβατότητα, χωρίς καμία δυνατότητα συγκερασμού, των απόψεων και προτάσεων αφ’ ενός του «πωλητή» της προς διάθεση λιγνιτικής /υδροηλεκτρικής παραγωγής, δηλαδή, της ΔΕΗ Α.Ε., αφ’ ετέρου του βασικότερου τελικού «αγοραστή» της παραγωγής αυτής, δηλαδή της βιομηχανίας, λαμβανομένων υπ’ όψη και των συναφών επιλογών της Πολιτείας, όπως αυτές έχουν αποτυπωθεί στα επίσημα κείμενα των επικαιροποιημένων Μνημονίων Κατανόησης με την Τριμερή (Third Review, Ιούλιος 2013, σελ.183, Fourth Review, Απρίλιος 2014, σελ. 207)».
Περιγράφοντας, αναλυτικά, την κατάσταση, ο κ.Βασιλάκος αναφέρει ότι:
-H μεν ΔΕΗ Α.Ε. υποστηρίζει τη διενέργεια πλειοδοτικών δημοπρασιών, το αποτέλεσμα των οποίων (τιμή) πρέπει να αντανακλά, κατ’ ελάχιστον, το πλήρες λογιστικό κόστος παραγωγής της, το οποίο η ίδια προσδιορίζει, σε πλείστες όσες ανακοινώσεις και μελέτες της, περί τα 60€/MWh, αφού, κατά δήλωσή της «… η ΔΕΗ μεταφέρει και με το παραπάνω οποιοδήποτε πλεόνασμα παραγωγού τυχόν έχει στον τελικό καταναλωτή, εις βάρος της απόδοσης των κεφαλαίων της».
-H βιομηχανία (ΕΒΙΚΕΝ, ΣΒΒΕ, κ.α.) υποστηρίζει το διοικητικό καθορισμό (διατίμηση) της τιμής αγοράς της διατιθέμενης από τη ΔΕΗ παραγωγής (κατ’ αναλογία με τα βιομηχανικά τιμολόγια που καθόρισε η Γενική Συνέλευση των μετόχων της ΔΕΗ Α.Ε. στις 28.02.2014), χωρίς καμία διαδικασία δημοπράτησης, και μάλιστα στα επίπεδα των 30€/MWh , αφού κατά τη βιομηχανία, η εν λόγω τιμή «..δεν μπορεί να βασίζεται αποκλειστικά στα λογιστικά στοιχεία ενός μονοπωλίου που επιδιώκει με κάθε τρόπο να μετακυλύει τις οικονομικές ανεπάρκειές του στην αγορά και τον καταναλωτή, όπως γίνεται μέχρι σήμερα». Η βιομηχανία υποστηρίζει επίσης, με ιδιαίτερη έμφαση, την ανάγκη απ’ ευθείας πρόσβασης των εγχώριων βιομηχανικών καταναλωτών στη διατιθέμενη από τη ΔΕΗ παραγωγή, για το σύνολο της ετήσιας κατανάλωσής τους.
-Tα επικαιροποιημένα Μνημόνια που προαναφέρθηκαν (Ιουλίου 2013 και Απριλίου 2014) καθορίζουν, ως διαδικασία για τη διάθεση της ως άνω παραγωγής της ΔΕΗ, τη διενέργεια δημοπρασιών, στις οποίες πρόσβαση έχουν αποκλειστικά οι παραγωγοί και οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας.
Ο Πρόεδρος της ΡΑΕ τονίζει πως από τα παραπάνω προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι είναι «άνευ ουσιαστικού αντικειμένου η περαιτέρω επεξεργασία και πρακτική εξειδίκευση της πρότασης της ΡΑΕ για τη διάθεση προθεσμιακών προϊόντων λιγνιτικής/υδροηλεκτρικής παραγωγής της ΔΕΗ, στη βάση και του πραγματικά πλούσιου και πολύτιμου υλικού της διαβούλευσης, εάν όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς δεν κατανοήσουν και δεν αποδεχθούν τον κύριο στόχο του εγχειρήματος, που είναι το πραγματικό άνοιγμα της λιανικής αγοράς στον ανταγωνισμό, προς όφελος όλων (σ.σ. :το υποσημειώνει με νόημα) των καταναλωτών».
Στο πλαίσιο αυτό, προσθέτει ο Πρόεδρος της ΡΑΕ, και, επειδή οι συνέργειες που δημιουργούνται με την ενεργειακή, βιομηχανική και οικονομική πολιτική της χώρας είναι μεγάλες, η Πολιτεία, που έχει και την αποκλειστική αρμοδιότητα θεσμοθέτησης και νομοθετικής ρύθμισης/εξειδίκευσης της όλης διαδικασίας, είναι αναγκαίο να αποσαφηνίσει ή/και επιβεβαιώσει τις επιλογές της στα εξής δύο κρίσιμα θέματα:
1.Η διάθεση των ως άνω προθεσμιακών προϊόντων της ΔΕΗ θα γίνει μέσω δημοπρασιών στις οποίες θα συμμετέχουν αποκλειστικά οι παραγωγοί και οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, όπως προβλέπει σήμερα το Μνημόνιο, ή θα έχουν πρόσβαση σε αυτές και αυτοπρομηθευόμενοι βιομηχανικοί καταναλωτές, όπως ήταν η αρχική (Νοέμβριος 2012) πρόταση της ΡΑΕ; Υπάρχει περίπτωση επιβολής καθεστώτος διατίμησης (διοικητικά/νομοθετικά καθορισμένης τιμής);
2.Η τελική τιμή διάθεσης/αγοράς του προθεσμιακού προϊόντος θα αντανακλά το λογιστικό κόστος παραγωγής μείον το κίνητρο απόδοσης (potential efficiency gains), όπως αυτό θα καθορίζεται ρυθμιστικά από τα στοιχεία κοστολογικού ελέγχου της αλυσίδας παραγωγής της ΔΕΗ Α.Ε., σε συνδυασμό με τις εκτιμώμενες προσφορές της επιχείρησης στον ΗΕΠ υπό συνθήκες πραγματικού ανταγωνισμού, όπως είναι η πρόταση της ΡΑΕ που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση;
«Ή, εναλλακτικά, καταλήγει ο κ.Βασιλάκος, α) θα καλύπτει, κατ’ ελάχιστον, το πλήρες λογιστικό κόστος παραγωγής της ΔΕΗ Α.Ε., δηλαδή τα 60€/MWh περίπου, όπως είναι η πρόταση της ΔΕΗ; β) θα καθορίζεται διοικητικά, σύμφωνα «…με διεθνή standards και μελέτες για το κόστος ανάλογων χαρτοφυλακίων παραγωγής, όσο και με πρόσφατες και παλαιότερες ρυθμιστικές και διαιτητικές αποφάσεις με αυτό ακριβώς το αντικείμενο», και μάλιστα στα επίπεδα των 30€/MWh, όπως είναι η πρόταση της ΕΒΙΚΕΝ;»