Το σκόπελο των νέων μέτρων ύψους 5,7 δισ. ευρώ στη διετία 2015-16, ποσό που μπορεί να προσαυξηθεί με το κόστος των μισθολογικών «επανορθώσεων» των ένστολων, θέλει να αποφύγει η κυβέρνηση κατά την αξιολόγηση του φθινοπώρου από την τρόικα.
Εφόσον κατορθώσει να αποκρούσει τις επιθέσεις για νέα μέτρα, σε δεύτερο πλάνο είναι η διεκδίκηση μειώσεων φόρων, αλλά θα πρόκειται για μια εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση και η μοναδική μείωση φόρου που μπορεί να γίνει αποδεκτή από τους δανειστές είναι η μείωση της φορολογίας στο πετρέλαιο θέρμανσης, η οποία εκτός από το κοινωνικό κόστος προκαλεί και μείωση των εσόδων! Εάν προστεθούν και τα διαρθρωτικά μέτρα που αναφέρονται στο μνημόνιο, όπως είναι οι αλλαγές στο ασφαλιστικό, απελευθέρωση απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα, απολύσεις στο δημόσιο τομέα, τότε η διαπραγμάτευση του Σεπτεμβρίου μετατρέπεται σε γόρδιο δεσμό για την κυβέρνηση. Ωστόσο, η κυβέρνηση δρομολογεί ήδη το πρώτο νέο εισπρακτικό μέτρο για το 2015, που είναι η συνέχιση της επιβολής της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, όπως δηλώνει ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.
Το ελληνικό αίτημα
Αναλυτικότερα, η κυβέρνηση προετοιμάζεται να αντιμετωπίσει τα δημοσιονομικά κενά που βλέπουν οι δανειστές για τη διετία 2015 και 2016, το συνολικό ύψος των οποίων φτάνει στο ποσό των 5,7 δισ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται τα «κενά» που δημιουργούν οι αποφάσεις για τους ένστολους. Η θέση της κυβέρνησης θα διευκολυνόταν εάν Κομισιόν και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αποδεχτούν το ελληνικό αίτημα για μείωση των στόχων των πρωτογενών πλεονασμάτων και τεθούν ρεαλιστικότεροι στόχοι, οι οποίοι απαιτούν λιγότερη δημοσιονομική προσπάθεια, αλλά κυρίως θα έδιναν μια ανάσα στην οικονομία.
Η «ομολογία» και οι ένστολοι
Στη διεκδίκηση του στόχου αυτού, η κυβέρνηση μπορεί να αξιοποιήσει την «ομολογία» του ΔΝΤ για τα λάθη στο ελληνικό πρόγραμμα, όπως είναι οι αναποτελεσματικές μειώσεις μισθών, η αύξηση της φορολογίας κ.λπ., προκειμένου να επιτύχει αλλαγές στην πολιτική και να αποφύγει έκτακτα μέτρα για την προσεχή τριετία. Για το 2014 η τρόικα αποδέχεται ότι δεν υπάρχει «κενό», αλλά έχει δεσμεύσει την κυβέρνηση πως εάν ικανοποιήσει τους ένστολους, για τις μισθολογικές αναπροσαρμογές, θα υποχρεωθεί να λάβει μέτρα για να καλύψει το κόστος. Επειδή όμως υπάρχει η τελεσίδικη απόφαση του ΣτΕ, η επιβάρυνση του προϋπολογισμού είναι δεδομένη, αλλά το υπουργείο Οικονομικών επιχειρεί να κερδίσει χρόνο αναβάλλοντας την υλοποίηση της δικαστικής απόφασης και αφετέρου να περιορίσει το εύρος των αναδρομικών.
Ανάλογα με τη διαδικασία που θα επιλεγεί, το δημοσιονομικό κόστος από την αντισυνταγματικότητα των μειώσεων των μισθών των ένστολων κυμαίνεται από 300 εκατ. ευρώ μέχρι και 1 δισ. ευρώ, ποσό που ασφαλώς καλύπτεται μόνο με νέα μέτρα, εξέλιξη που φέρνει σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση.