Πολλά ερωτήματα για το αν ποτέ θα προλάβουν να αποζημιωθούν με τα “νέα ΑΔΙ” οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής θέτουν οι όροι και οι προϋποθέσεις που εμπεριέχονται στις βασικές κατευθύνσεις για τον μεταβατικό μηχανισμό ευελιξίας, όπως τέθηκε χθες σε διαβούλευση από τη ΡΑΕ με τον τίτλο “Δημόσια Διαβούλευση για τις βασικές αρχές σχεδιασμού του Μεταβατικού Μηχανισμού Αποζημίωσης Ευέλικτης Ισχύος (ΜΜΑΕΙ) στο Διασυνδεδεμένο Ηλεκτρικό Σύστημα της χώρας μας στη βάση της «Μελέτης Αναγκών Ευελιξίας του Συστήματος για την περίοδο 2018-2027» του Διαχειριστή”.
Το πρώτο και κύριο είναι οι αυστηρές προυποθέσεις που τίθενται για να κριθεί επιλέξιμη μία μονάδα, καθώς η δυνατότητα αυτή περιορίζεται στις περιπτώσεις όπου υπάρχει υπό συνθήκες έλλειψη καυσίμου και εφόσον η μονάδα τηρεί όλες τις προυποθέσεις για χρήση ντίζελ ή για απόθεμα αερίου.
Εξάλλου, μειώνεται στα 25.000 ευρώ ανά μεγαβάτ από 45.000 ευρώ ανά μεγαβάτ, η ανώτατη τιμή ως την οποία μπορεί να φθάσει η αποζημίωση του μεταβατικού μηχανισμού, της οποίας η τελική τιμή θα διαμορφώνεται πλέον με ανταγωνιστικές διαδικασίες, μέσω δημοπρασιών.
Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι στο νέο μοντέλο δεν συμμετέχει η λεγόμενη “απόκριση ζήτησης” δήλαδή οι καταναλωτές, όπως άλλωστε ζητούσαν οι μεγάλες βιομηχανίες, που δεν επιθυμούσαν να εμπλακεί ο μηχανισμός αυτός με τη “διακοψιμότητα”. Ο λόγος που δεν συμπεριελήφθη τελικώς η ζήτηση στο μέτρο είναι ότι δεν υπάρχει στη φάση αυτή η τεχνική δυνατότητα, σύμφωνα με όσα αναφέρει το σχετικό κείμενο της διαβούλευσης.
Ας σημειωθεί οτι προβλέπονται δύο τύποι ευελιξίας, που θα τεθούν σε δημοσπρασία, ο πρώτος που αφορά σε ευελιξία τριών ωρών με μεγίστη ισχύ για το 2018 τα 4.363 ΜW και ο δεύτερος, που αφορά στη λεγόμενη ευελιξία μίας ώρας και αφορά σε μεγίστη ισχύ 2.662 MW ως μέρος του πρώτου τύπου, των 4.263 MW.
Oi μονάδες που μπορούν να λάβουν μέρος στις δημοπρασίες είναι οι κατανεμόμενες υδροηλεκτρικές, τα εργοστάσια φυσικού αερίου ανοικτού και συνδυασμένου κύκλου, καθώς και οι κατανεμόμενες μονάδες ΑΠΕ-ΣΗΘΥΑ για το μέρος εκείνο της ισχύος τους που δεν αμείβεται από τους μηχανισμούς που ισχύουν για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Για τις υδροηλεκτρικές μονάδες, λόγω του περιορισμού στη διαθεσιμότητα των φυσικών πόρων, η επιλέξιμη ισχύς τους θα απομειώνεται σε σύγκριση με την ονομαστική τους ισχύ. Η απομείωση αυτή θα βασίζεται στην αξιολόγηση της διαθεσιμότητάς τους και της πραγματικής δυνατότητάς τους να παρέχουν την υπηρεσία, λαμβανομένου υπόψη και του συντελεστή παραγωγής τους, με βάση ιστορικά στοιχεία των τελευταίων ετών.
Για τις μονάδες φυσικού αερίου, πέρα από τους τεχνικούς τρόπους προσδιορισμού της μεγίστης ισχύος, θα λαμβάνονται υπόψη “τα δεδομένα λειτουργίας των μονάδων ΦΑ υπό συνθήκες έλλειψης καυσίμου, όπως αυτά καταδείχθηκαν κατά την ενεργειακή κρίση του προηγούμενου χειμώνα, και προκειμένου για την επίτευξη μεγαλύτερου επιπέδου ασφάλειας εφοδιασμού, η επιλεξιμότητα των μονάδων φυσικού αερίου θα συνδέεται με την από μέρους τους παροχή εγγυήσεων ως προς την εξασφάλιση σταθερής παροχής ενέργειας / διαθεσιμότητας καυσίμου, σύμφωνα και με τους ισχύοντες όρους αδειοδότησης των μονάδων (διαθεσιμότητα εναλλακτικού καυσίμου πετρελαίου ντίζελ ή αποθηκευμένης ποσότητας φυσικού αερίου). “, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το υπό διαβούλευση σχέδιο.
Η διαβούλευση λήγει στις 22 Σεπτεμβρίου.
Ο μεταβατικός μηχανιαμός ευελιξίας, που αποτελεί μνημονιακή υποχρέωση, θα αντικαταστήσει τα παλαιά ΑΔΙ, ένα σύστημα αποζημίωσης των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής στη χονδρική αγορά, τα οποία έχουν λήξει από την περασμένη άνοιξη, με αποτέλεσμα οι μονάδες να μην αμείβονται όλο αυτό το χρονικό διάστημα.
Ο νέος μηχανισμός θα παραμείνει σε ισχύ μέχρι τη μετάβαση στο νέο ευρωπαϊκό μοντέλο αγοράς, το target model.