H μεγάλη πτώση στο κόστος της ανανεώσιμης ενέργειας, σε σημείο που την καθιστά ικανή πλέον να ανταγωνιστεί από πλευράς τιμής τις μονάδες φυσικού αερίου, πετρελαίου και άνθρακα, αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια. Η μεγάλη πρόκληση βρίσκεται πλέον στην τεχνολογία αποθήκευσης της ηλεκτρικής ενέργειας με μπαταρίες, της οποία το κόστος θα πρέπει να μειωθεί κατά 90%, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της κλιματικής ουδετερότητας.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του IRENA, η φθηνότερη μορφή ανανεώσιμης ενέργειας το 2018 ήταν η υδροηλεκτρική με μέσο κόστος σε παγκόσμιο επίπεδο τα 0,05 δολ/kWh. ‘Οσο για το μέσο κόστος ανάπτυξης νέων μονάδων ΑΠΕ από αιολικά, φωτοβολταϊκά, βιομάζα ή γεωθερμία κυμαίνεται πλέον κατά μέσον όρο κάτω από τα 0,10 δολ/kWh. Πιο ακριβά παραμένουν τα offhshore αιολικά, στα 0,13 δολ/kWh.
Παρότι οι τιμές αυτές αφορούν σε μέσα επίπεδα παγκοσμίως, πράγμα που σημαίνει ότι κατά περίπτωση το κόστος για κάθε ξεχωριστή μονάδα ΑΠΕ μπορεί να διαφοροποιείται σε μεγάλο βαθμό, όπως για παράδειγμα μία μονάδα βιομάζας, της οποίας το κόστος παραγωγής κυμαίνεται από τα 0,05 δολ/kWh ως περίπου 0,25 δολ/kWh, τα στοιχεία της IRENA δείχνουν ότι όλες οι μονάδες ΑΠΕ ανεξαρτήτως τεχνολογίας μπορούν να ανταγωνιστούν το κόστος μίας νέας ηλεκτροπαραγωγικής μονάδας πετρελαίου ή αερίου, το οποίο κατά κανόνα κυμαίνεται από 0,05 δολ/kWh ως πάνω από δολ/kWh.
Η ΙRENA είναι ο Διεθνής Οργανισμός Ανανεώσιμης Ενέργειας, μία διακυβερνητική οργάνωση με περίπου 160 μέλη, που εδρεύει στο Άμπου Ντάμπι.
Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, η πιο ελκυστική μορφή ΑΠΕ, όσον αφορά στο κόστος είναι τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά. Σε περιοχές με καλό αιολικό δυναμικό, σωστό ρυθμιστικό και θεσμικό πλαίσιο μπορούν σήμερα να εγκατασταθούν αιολικά με κόστος 0,03 δολ/kWh ως 0,04 δολ/kWh.
Παράλληλα σε νέα φωτοβολταϊκά έργα σε χώρες όπως η Χιλή, το Μεξικό, το Περού, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα επιτεύχθηκε σταθμισμένο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας (LCOE) ως και 0,03 δολ/kWh, χάρη και στο γεγονός ότι οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών διενεργούν ανταγωνιστικές διαδικασίες για την εγκατάσταση νέων μονάδων.
Η πορεία του κόστους των ΑΠΕ δείχνει ότι ως το 2020 οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα είναι σταθερά φθηνότερες από τις παραδοσιακές, συμβατικές μορφές ενέργειας από ορυκτά καύσιμα (αέριο, πετρέλαιο, άνθρακας).
Ακόμα και η πιο ακριβή τεχνολογία ΑΠΕ, το CSP -συμπυκνωμένη ηλιακή ενέργεια- μπορεί, υπό προϋποθέσεις να είναι ανταγωνιστική σε σχέση με τα ορυκτά καύσιμα. Το κόστος ανάπτυξης μίας μονάδας CSP κυμαίνεται από $0,10/kWh ως $0,27/kWh, με μία μέση τιμή της της τάξης των $0,18/kWh.
Η συνεχής πτώση του κόστους παραγωγής των ΑΠΕ όλων των τεχνολογιών είναι ο βασικός λόγος που κατέστησε την ανανεώσιμη ενέργεια ανταγωνιστική της συμβατικής ενέργειας. Μόνον το 2018, ο παγκόσμιος σταθμισμένος δείκτης του κόστους ηλεκτρισμού από βιοενέργεια έπεσε κατά 14%, ενώ το κόστος για τα φωτοβολταϊκά και τα αιολικά έπεσε κατά 13%. Το κόστος των υδροηλεκτρικών έπεσε 11% . Η μεγαλύτερη μείωση κόστους , 26%, καταγράφηκε στις μονάδες CSP, ενώ τη μικρότερη μείωση παρουσίασαν, μόλις 1%, παρουσίασαν οι μονάδες γεωθερμίας και τα υπεράκτια αιολικά.
Σύμφωνα με τη μελέτη της IRENA η τάση μείωση του κόστους θα συνεχιστεί την επόμενη δεκαετία, κυρίως όσον αφορά στα φωτοβολταϊκά και τα αιολικά. Ο διεθνής οργανισμός εκτιμά ότι πάνω από το 75% των αιολικών και πάνω από το 80% των φωτοβολταϊκών που θα τεθούν σε λειτουργία τον επόμενο χρόνο σε όλο τον κόσμο θα παράγουν ηλεκτρική ενέργεια σε τιμή χαμηλότερη από τη φθηνότερη νέα ανθρακική μονάδα ή τη φθηνότερη νέα μονάδα φυσικού αερίου ή πετρελαίου. Το σημαντικότερο είναι ότι θα το επιτύχουν αυτό χωρίς οικονομική βοήθεια, υπογραμμίζει η μελέτη.
Αποθήκευση
Παρότι οι ΑΠΕ είναι η μορφή ενέργειας που παίζει κεντρικό ρόλο για την επίτευξη του στόχου μετάβασης στη μεταανθρακική εποχή, η πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα προϋποθέτει πέραν από τη μείωση του κόστους των ΑΠΕ και τη μείωση του κόστους της αποθήκευσης ενέργειας.
Μία νέα μελέτη, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο αμερικανικό επιστημονικό περιοδικό Joule από ερευνητές του ΜΙΤ, αναφέρει ότι το κόστος των τεχνολογιών αποθήκευσης ενέργειας πρέπει να πέσει κάτω από τα 20 δολ/kWh για να γίνουν ανταγωνιστικές και να καταστήσουν αξιόπιστο ένα σύστημα ηλεκτρισμού που θα στηρίζεται 100% σε ΑΠΕ
Η επίτευξη του στόχου αυτού επιβάλλει μείωση κατά 90% του τρέχοντος κόστους των υλικών και της κατασκευής των συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας με μπαταρίες (BESS).
Πρόκειται για μία τεράστια πτώση, που θα αποτελέσει το κρίσιμο στοίχημα της δεκαετίας που έρχεται, καθώς οι μπαταρίες θεωρούνται το μέλλον στον τομέα της αποθήκευσης ενέργειας.
Η επίτευξη της συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα εκτιμάται ότι όχι μόνον θα αλλάξει ριζικά την αγορά ηλεκτρισμού αλλά θα μεταβάλλει και τον γεωπολιτικό χάρτη της ενέργειας, με την Κίνα να παίρνει ηγετικό ρόλο σε βάρος των παραδοσιακών πετρελαιοπαραγωγών χωρών.