H χονδρική τιμή ηλεκτρισμού συνεχίζει την ανοδική τροχιά με τη μέση Οριακή Τιμή του Συστήματος να διαμορφώνεται στα 65,26 ευρώ/MWh, στο χρονικό διάστημα 7 -13 Οκτωβρίου, αυξημένη κατά κατά 5,84% σε σχέση με τη μέση ΟΤΣ της αμέσως προηγούμενης εβδομάδας.
Μάλιστα η μέγιστη ΟΤΣ ανήλθε σε 84,40ευρώ/MWh, ενώ η ελάχιστη ήταν στα 35,07 ευρώ/MWh. Ας σημειωθεί δε ότι οι τιμές χονδρικής στην ελληνική αγορά είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη και με σημαντική διαφορά σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, όπως δείχνουν τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το δεύτερο τρίμηνο του 2019.
Για σήμερα Παρασκευή 18/10 η μέση ΟΤΣ διαμορφώθηκε στην προημερήσια αγορά στα 71,032 ευρώ/MWh, από 72,034 ευρώ/MWh την Πέμπτη 17/10 και 68,657 ευρώ/Mwh προχθές, Τετάρτη 16 Οκτωβρίου.
Οι τιμές αυτές μάλιστα εμφανίζονται σε μία περίοδο, όπως η τρέχουσα, που η ζήτηση ηλεκτρισμού είναι σχετικά περιορισμένη, λίγο πάνω από τα 6.000 MW και αρκετά χαμηλότερη από τις καταναλώσεις του χειμώνα, που παραδοσιακά είναι υψηλότερες, πιέζοντας προς τα πάνω και τις τιμές.
Η Οριακή Τιμή Συστήματος τις περισσότερες ώρες του μήνα διαμορφώνεται από τις μονάδες φυσικού αερίου, κυρίως της ΔΕΗ και σε μικρότερο βαθμό των ιδιωτών. Το τελευταίο χρονικό διάστημα, μετά το σβήσιμο των λιγνιτικών μονάδων 3 και 4 του σταθμού της ΔΕΗ στη Μεγαλόπολη λόγω προβλημάτων στην περιβαλλοντική αδειοδότηση τους, την ΟΤΣ καθορίζει για πολλές ώρες η νέα μονάδα φυσικού αερίου Μεγαλόπολη 5 της ΔΕΗ. Το μείγμα φυσικού αερίου όμως της ΔΕΗ είναι συγκριτικά πιο ακριβό, καθώς η μεγαλύτερη ποσότητα προέρχεται μέσα από τις μακροχρόνιες συμβάσεις που έχει με τη ΔΕΠΑ, η οποία με τη σειρά της είναι δεσμευμένη σε σημαντικές προμήθειες αερίου μέσω αγωγών (κυρίως από τη Ρωσία), του οποίου η τιμή τους τελευταίους μήνες είναι υψηλότερη από αυτήν του υγροποιημένου αερίου (LNG). Αν στο ακριβότερο μείγμα καυσίμων ηλεκτροπαραγωγής προσθέσουμε την απουσία προθεσμιακής αγοράς και των άλλων εργαλείων που προσφέρουν το target model και η έλλειψη άφθονης μεταφορικής ικανότητας από διασυνδέσεις, τότε εξηγούνται εν μέρει οι υψηλές τιμές χονδρικής στην ελληνική αγορά.
Ενδιαφέρον είναι και το στοιχείο, του sunset effect, όταν “σβήνουν” τα φωτοβολταϊκά με τη δύση του ηλίου και πρέπει αμέσως να μπούν στο σύστημα οι συμβατικές μονάδες. Για παράδειγμα οι λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ στο συγκρότημα του Αγίου Δημητρίου λειτουργούν τις περισσότερες ώρες της ημέρας στα τεχνικά ελάχιστα προκειμένου να είναι διαθέσιμες να καλύψουν την αύξηση της ζήτησης μόλις πέσει ο ήλιος. Με ακόμα μεγαλύτερη ετοιμότητα ανταποκρίνονται και μονάδες φυσικού αερίου, καθώς η συνεισφορά των ΑΠΕ, αιολικών και φωτοβολταϊκών ξεπερνάει τα 1.500 MW για αρκετές ώρες, ενώ προσεγγίζει ακόμη και τα 2.000 MW.
Η αύξηση των φωτοβολταϊκών έχει αλλάξει τη καμπύλη του φορτίου, δημιουργώντας τη λεγόμενη στη διεθνή ορολογία duck curve (καμπύλη της πάπιας), από το σχήμα της καμπύλης που απεικονίζει τη χρονική ανισορροπία μεταξύ της ζήτησης αιχμής και της παραγωγής ηλεκτρισμού από φωτοβολταϊκά κατά τη διάρκεια της ημέρας.