Οι αποθήκες φυσικού αερίου μπορεί βρίσκονται στο επίκεντρο της νέας ενεργειακής πραγματικότητα που δημιούργησε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η αβεβαιότητα για τις ροές ρωσικού αερίου, όμως η ΡΑΕ έδωσε δεκαήμερη παράταση, ως τις 28 Μαρτίου στη δημόσια διαβούλευση για την ανάπτυξη του δικτύου φυσικού αερίου που προτείνει ο ΔΕΣΦΑ προκειμένου το κεντρικό σύστημα να συνδεθεί με την υπόγεια αποθήκη αερίου της Νότιας Καβάλας. Πρόκειται για το σύστημα που προκαλεί επιφυλάξεις στην Αρχή όσον αφορά στη σχέση κόστους/οφέλους.
Παράλληλα παρατάθηκε ως τις 28 Μαρτίου και η δημόσια διαβούλευση επί του πλαισίου κανονισμού τιμολόγησης για την υπόγεια αποθήκη αερίου της Ν. Καβάλας.
Οι επιφυλάξεις που διατυπώνει η Ρυθμιστική Αρχή στην εισήγησή της επικεντρώνονται στη σχέση κόστους οφέλους των υποδομών που σχεδιάζονται από τον ΔΕΣΦΑ. Εκτιμά πως το τελικό κόστος θα είναι πολύ υψηλότερο από αυτό που προϋπολογίζει ο Διαχειριστής, καθώς θα απαιτηθεί, το νέο δίκτυο φυσικού αερίου να υποστηρίζει την μεταφορά υδρογόνου και ανανεώσιμων αερίων, κάτι το οποίο πλέον αποτελεί βασική προϋπόθεση για τα δίκτυα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στο πλαίσιο αυτό, τα έργα που προτείνει ο ΔΕΣΦΑ προϋποθέτουν τη σημαντική επαύξηση του Συστήματος Μεταφοράς, με κόστος της τάξης των 300-700 εκατ. Ευρώ, τα οποία θα επιβαρύνουν τα τέλη χρήσης δικτύου που πληρώνει ο καταναλωτής.
Επιπρόσθετα, η Αρχή σημειώνει ότι “τα Προγράμματα Ανάπτυξης των Δικτύων Διανομής είναι αρκετά φιλόδοξα στην εξάπλωση του δικτύου σε νέες περιοχές, ακόμα και στη νότια Ελλάδα, παρά τις μελέτες που αναδεικνύουν τις αντλίες θερμότητας ως πιο οικονομικές.”
Στην πολύ πρόσφατη συνέντευξη τύπου που έδωσαν ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν και αρμόδιος για το Κλίμα Φραντς Τίμμερμανς και η Επίτροπος Ενέργειας Κάντρι Σίμσον κατέστη σαφές ότι οι αποθήκες αερίου και οι αντλίες θερμότητας, που λειτουργούν με ηλεκτρισμό, παίρνουν προτεραιότητα ως βασικά εργαλεία για την όσο το δυνατόν ταχύτερη απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο και σε βάθος χρόνου, από το φυσικό αέριο γενικότερα. Γι’ αυτό και οι νέες αποθήκες θα πρέπει να μπορούν στο μέλλον να χρησιμοποιηθούν για την αποθεματοποίηση υδρογόνου ή ανανεώσιμων αερίων.
Στην εισαγωγική της τοποθέτηση επί της πρότασης του ΔΕΣΦΑ, η ΡΑΕ παρατηρεί ότι το σύστημα με τη θετική σχέση κόστους/οφέλους για τον καταναλωτή, ενδεχομένως στο μέλλον να μην μπορεί να χρησιμοποιηθεί διότι δεν θα είναι κατάλληλο για τη μεταφορά υδρογόνου και άλλων ανανεώσιμων αερίων.
“Η υιοθέτηση του νέου συστήματος «εισόδου-εξόδου» (entry-exit) σε εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Κανονισμών, είναι πιθανό να οδηγήσει σε υπερδιαστασιολόγηση των αγωγών αερίου, αναφέρει η ΡΑΕ και επισημαίνει ότι στο market test που διεξήγαγαν από κοινού ΤΑΡ και ΔΕΣΦΑ το 2019 “το ενδιαφέρον περιορίστηκε στο μη δεσμευτικό στάδιο, καθώς προϋπόθεση για την ικανοποίηση των αιτημάτων ήταν έργα αναβάθμισης του ΕΣΦΑ ύψους 394 εκ. €”.
Τονίζει ότι αποφάσεις που θα επιβαρύνουν τον ‘Ελληνα καταναλωτή για αρκετά χρόνια χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής και προσθέτει ότι ακόμη και αν οι τεχνικές μελέτες δείχνουν την ανάγκη ενίσχυσης του Συστήματος στο πλαίσιο του entry-exit, πρέπει να εκτιμάται το πραγματικό οικονομικό όφελος των επενδύσεων.
Η ΡΑΕ έχει ζητήσει από το ΤΑΙΠΕΔ Μελέτη Κόστους-Οφέλους, προκειμένου να αποτιμηθεί η συμβολή της Εγκατάστασης Αποθήκευσης Νέας Καβάλας στην ελληνική αγορά φυσικού αερίου και βάσει της μελέτης έθεσε σε διαβούλευση το σχέδιο απόφασης για το Πλαίσιο Κανονισμού Τιμολόγησης.
Η Αρχή ενημέρωσε το ΤΑΙΠΕΔ ότι η χορήγηση Όρων Σύνδεσης της ΥΑΦΑ στο ΕΣΦΑ (firm capacity) και η απρόσκοπτη λειτουργία της Αποθήκης προϋποθέτουν σημαντική επαύξηση του Συστήματος Μεταφοράς, κόστους της τάξης των 300-700 εκατ. Ευρώ, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα μελέτης υδραυλικών προσομοιώσεων του ΔΕΣΦΑ.
Τα κυριότερα σημεία της εισήγησης του Διαχειριστή έχουν ως εξής:
Να συμπεριληφθεί η επαύξηση της δυναμικότητας του ΕΣΦΑ, εκτιμώμενου κόστους 422 εκ. Ευρώ, για την ανάπτυξη της υπόγειας αποθήκης της Νότιας Καβάλας. Η εκτιμώμενη επίπτωση στο μεσοσταθμικό κόστος χρήσης του ΕΣΦΑ από την επαύξηση ανέρχεται σε περίπου 0,3 €/MWh, επί ενός μεσοσταθμικού κόστους χρήσης χωρίς την επαύξηση ίσο με 2,1 €/MWh.
Όπως προκύπτει από τη Μελέτη, τα οφέλη λειτουργίας της ΥΑΦΑ υπερβαίνουν τα κόστη μόνο στην περίπτωση του σεναρίου μερικής επαύξησης του Συστήματος.
Στο πλαίσιο αυτό, η Αρχή επισημαίνει τα ακόλουθα:
1. Το κόστος των 422 εκ. ευρώ αφορά την κατασκευή αγωγού ο οποίος δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη μεταφορά υδρογόνου. Καθώς η ΡΑΕ, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις, θα απαιτεί στο εξής όλοι οι νέοι αγωγοί που κατασκευάζονται να είναι «hydrogen-ready», το κόστος της επαύξησης θα είναι τελικά μεγαλύτερο των 422 εκ. ευρώ. Επίσης, η εκτίμηση αυτή κρίνεται συντηρητική, καθώς δεν λαμβάνει υπόψη τις αυξημένες τιμές χάλυβα και λοιπών πρώτων υλών.
2. Στο κόστος δεν έχει περιληφθεί το απαραίτητο για τη λειτουργία της ΥΑΦΑ cushion gas, (αποθεματικό αερίου) το οποίο εκτιμάται σε 47-60 εκ. € (συντηρητική εκτίμηση με τις πολύ χαμηλές τιμές φυσικού αερίου του έτους 2020).
3. Επίσης, σύμφωνα με ενημέρωση του ΤΑΙΠΕΔ προς τη ΡΑΕ :
◦ Ο διαχειριστής της αποθήκης δεν θα έχει πρόσβαση στις επίγειες (onshore) εγκαταστάσεις (περιοχή ΣΙΓΜΑ), οπότε θα χρειαστεί επιπλέον επένδυση σε νέα κτίρια και εξοπλισμό onshore εγκαταστάσεων. Αυτό αυξάνει το εκτιμώμενο κόστος της αποθήκης στα €293 εκατ. (μη περιλαμβανομένου του cushion gas).
◦ Λόγω της ανάγκης σφράγισης παλαιών γεωτρήσεων και διάνοιξης 5 νέων γεωτρήσεων, το εκτιμώμενο κόστος εγκατάστασης της ΥΑΦΑ αναπροσαρμόζεται στα 314 εκατ. € (μη συμπεριλαμβανομένου του κόστους του cushion gas).
◦ Εφαρμόζοντας τη μεθοδολογία της Μελέτης του ΔΕΣΦΑ για την αναγωγή του κόστους της ΥΑΦΑ σε τιμές 2021, προκύπτει κόστος επένδυσης – ανηγμένο σε τιμές 2021 – 311 εκ. €