Ιδιωτικοποιήσεις και απελευθερώσεις στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου αλλά και των οδικών και σιδηροδρομικών μεταφορών συστήνει ο ΟΟΣΑ υπογραμμίζοντας πως αν υλοποιηθούν αυτές οι μεταρρυθμίσεις στους συγκεκριμένους τομείς θα αυξηθεί κατά περισσότερες από δύο ποσοστιαίες μονάδες η παραγωγή στην επόμενη δεκαετία.
Ο Οργανισμός στην έκθεση του για την ελληνική οικονομία διαπιστώνει κανονισμούς, οι οποίοι σε συνδυασμό με την δημόσια ιδιοκτησία προκαλούν εμπόδια στην είσοδο νέων επιχειρήσεων, υψηλό κόστος, και υπονομεύουν συνολικά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Οι συγγραφείς της έκθεσης αναφερόμενοι στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου υποστηρίζουν ότι οι περιορισμοί που υφίστανται είναι πάνω από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Αναγνωρίζουν την προσπάθεια που έγινε σε συνεργασία με τους θεσμούς για την απόσχιση του ΑΔΜΗΕ από τη ΔΕΗ και περιγράφουν το σχέδιο που έχει συμφωνηθεί: Στο δημόσιο το 51% του Διαχειριστή, το 20% σε επενδυτή και το 29% στο χρηματιστήριο.
Εντούτοις η έκθεση, υπογραμμίζει ότι εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική συγκέντρωση της αγοράς στην χονδρική και λιανική αγορά για λογαριασμό της ΔΕΗ. Παρατηρεί ακόμη την ύπαρξη των διασταυρούμενων επιδοτήσεων στα τιμολόγια ρεύματος μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών πελατών με αποτέλεσμα να μειώνεται ο ανταγωνισμός και να αυξάνονται οι τιμές. Μάλιστα ο ΟΟΣΑ αναφέρει πως επιπτώσεις υπάρχουν στις εξαγωγές.
Η έκθεση τονίζει ακόμη και την ανάγκη για την επιχειρησιακή και οικονομική ανεξαρτησία της ΡΑΕ.
Σε ό,τι αφορά τον τομέα του φυσικού αερίου, ο ΟΟΣΑ, σημειώνει πως αποφασίστηκαν επί του παρόντος κάποιες μεταρρυθμίσεις οι οποίες αν υλοποιηθούν θα αυξήσουν το δικαίωμα στους καταναλωτές να επιλέγουν προμηθευτή.
Αναφορά γίνεται και στις ΑΠΕ. Όπως συστήνει ο ΟΟΣΑ, η μεγαλύτερη χρήση των ανανεώσιμων πηγών στην παραγωγή ενέργειας θα αυξήσει επίσης τον ανταγωνισμό. Όπως υπενθυμίζει ο Οργανισμός η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας γίνεται όλο και μικρότερης έντασης άνθρακα. Το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε σταθερά από 5% το 1990 σε 23% το 2013. Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας , που εκπονήθηκε το 2010, σύμφωνα με την οδηγία για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας της ΕΕ, περιγράφει τις πολιτικές και τα μέτρα για την επίτευξη των στόχων στην Ελλάδα το 2020 για τις ΑΠΕ. Θέτει στόχους του 18% έως 20% της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, το 40% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, το 20% για θέρμανση και ψύξη, και 10% για τις μεταφορές.