Ημέρες πρωτοφανούς κρίσης περνά η αγορά καυσίμων, με τη ζήτηση στα πρατήριανα έχει πέσει κατά 70-80% και τα διυλιστήρια της χώρας να περικόπτουν παραγωγή και να αποθεματοποιούν, έχοντας ταυτόχρονα να αντιμετωπίσουν όλες τις αβεβαιότητες της διεθνούς αγοράς πετρελαίου, η οποία δεν έχει ανακάμψει παρά μερικώς, από την αρχική μεγάλη πτώση, ενώ οι προοπτικές της παραμένουν θολές.
Το επόμενο δίμηνο Μαϊου-Ιουνίου θεωρείται κομβικό για την εγχώρια αγορά, καθώς θα δείξει αν θα μπορέσει να διαχειριστεί και να επιβιώσει από τις επιπτώσεις της πανδημίας και του lockdown που ακολούθησε. Η ζήτηση πετρελαίου διεθνώς μειώθηκε δραματικά και οι τιμές κατέρρευσαν. Τα μέτρα που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση του Covid- 19 με τον περιορισμό των μετακινήσεων είχαν σαν αποτέλεσμα η ζήτηση βενζινών να μειωθεί κατά 70-80%, η κατανάλωση πετρελαίου κίνησης να περικοπεί κατά 30-40%, οι πωλήσεις αεροπορικών καυσίμων σχεδόν να μηδενιστούν και οι πωλήσεις ναυτιλιακών καυσίμων να περιοριστούν δραστικά. Το μόνο που σχετικά “κράτησε” ήταν το πετρέλαιο θέρμανσης, του οποίου οι πωλήσεις αυξήθηκαν αλλά από τις 15 Απριλίου η χειμερινή σαιζόν λήγει και η διάθεσή του σταματά.
Η πρόσφατη συμφωνία του ΟΠΕΚ+ για τη μείωση της παραγωγής αργού κατά περίπου 10 εκατ.βαρέλια/ημερησίως δεν κρίθηκε ικανοποιητική από τις αγορές αφού θεωρείται ότι δεν μπορεί να αντισταθμίσει την τεράστια πτώση της ζήτησης. Οπότε όλες οι αγορές παρακολουθούν με αγωνία την πορεία άρσης του lockdown στις διάφορες χώρες, για να δουν πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση, αν και οι προβλέψεις για την μεγάλη ύφεση στην οποία περιέρχεται η παγκόσμια οικονομία δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας.
Στην εγχώρια αγορά καυσίμων το πρόβλημα όξυνε η πρόσφατη απόφαση της κυβέρνησης για το πάγωμα των επιταγών για 75 ημέρες, καθώς άφησε στην ουσία χωρίς ρευστότητα τις εταιρίες εμπορίας καυσίμων που καλούνται να προκαταβάλουν στο δημόσιο τους φόρους και τα τέλη. Ασφυκτικό είναι το πρόβλημα και για τα πρατήρια, τα οποία δυσκολεύονται να ανεφοδιαστούν με καύσιμα, καθώς οι εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών δεν τους δίνουν πίστωση παρά για ελάχιστες ημέρες.
Ο Σύνδεσμος Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών έχει ζητήσει από το υπουργείο Οικονομικών πίστωση 20 – 30 ημερών, όπως άλλοι κλάδοι που είναι υποχρεωμένοι να προκαταβάλουν τους φόρους. Ας σημειωθεί ότι το ειδικό τέλος στα καύσιμα είναι ιδιαίτερα υψηλό.
Από την άλλη πλευρά, όπως ανέφεραν κύκλοι των ΕΛΠΕ οι χαμηλές τιμές του αργού καθιστούν ευκολότερη τη χρηματοδότηση εφοδιασμού των διυλιστηρίων και έχουν συμβάλει στη βελτίωση των περιθωρίων διύλησης. Τυατόχρονα όμως τα αποθέματα ασφαλείας που είναι υποχρεωμένα να διατηρούν τα διυλιστήρια τα επιβαρύνουν λογιστικά με εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ καθώς έχουν αγοραστεί στα προηγούμενα, σαφώς υψηλότερα επίπεδα τιμών και αποτιμώνται τώρα πολύ χαμηλότερα. Αυτή η διαφορά μπορεί να είναι λογιστική όμως αποτυπώνεται στα μεγέθη της εταιρίας. Πάντως τα οικονομικά αποτελέσματα του ομίλου δεν φαίνεται να έχουν επηρεαστεί σημαντικά το πρώτο τρίμηνο από την κρίση, ενώ καθοριστικό ρόλο για την πορεία των αποτελεσμάτων του δεύτερου τριμήνου εκτιμάται ότι θα παίξει το δίμηνο Μαΐου -Ιουνίου. Οι επιπτώσεις της κρίσης τον Απρίλιο μέχρι στιγμής δείχνουν σημαντικές αλλά όχι σε τόσο έντονο βαθμό
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι η πανδημία και η πτώση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου δεν έχουν επηρεάσει αρνητικά τα οικονομικά αποτελέσματα. Η ζήτηση έχει μειωθεί δραστικά και τα αποθέματα αποτιμώνται χαμηλά. Ομως τα ΕΛ-ΠΕ, όπως τονίζουν στελέχη της εταιρίας, “ είναι ένας όμιλος εξωστρεφής και ιδιαίτερα ανθεκτικός σε περιόδους κρίσεων και, στην παρούσα φάση, έχει εξασφαλισμένη ρευστότητα και γραμμές χρηματοδότησης, καθώς και ισχυρά ταμειακά διαθέσιμα. Η συνθετότητα των διυλιστηρίων του, επιτρέπει την προμήθεια διαφορετικών τύπων αργού και την βέλτιστη εκμετάλλευσή τους”.