Την παράταση ως τις 30 Ιουνίου 2024 του μέτρου επιβολής πλαφόν στα έσοδα των παραγωγών ηλεκτρισμού από φθηνότερες πηγές ενέργειας, τις λεγόμενες υπο -οριακές, προβλέπει μεταξύ άλλων το τελευταίο σχέδιο για τη Μεταρρύθμιση της Αγοράς Ηλεκτρισμού.
Πρόκειται για το Σχέδιο, που μετά από πολλές διαβουλεύσεις και αντεγκλήσεις, απέσπασε τελικώς την κατ’ αρχήν συμφωνία των υπουργών Μεταφορών, Τηλεπικοινωνιών και Ενέργειας της ΕΕ, κατά τη πρόσφατη συνεδρίαση του Συμβουλίου, στις 17 Οκτωβρίου.
Ας σημειωθεί ότι παρεμφερές μοντέλο είχε ακολουθήσει η Ελλάδα με τον μηχανισμό παρακράτησης εσόδων των παραγωγών ηλεκτρισμού στη χονδρική αγορά και τα μέτρα στη λιανική. Τα έσοδα από τον μηχανισμό αυτό αποδίδονται στους καταναλωτές μέσω του επιδόματος στους λογαριασμούς ρεύματος. Το μέτρο, όπως έχει δηλώσει ο υπουργός Θόδωρος Σκυλακάκης, εκπνέει στο τέλος του χρόνου, τελικώς όμως τίποτα δεν αποκλείει την παράτασή του, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, αν χρειαστεί.
‘Ηταν η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που την περασμένη άνοιξη προανήγγειλε το τέλος της κρίσης, δίνοντας στα έκτακτα μέτρα που είχε λάβει κάθε χώρα “διάρκεια ζωής” στις 31 Δεκεμβρίου 2023, με την επιφύλαξη να επανεξεταστούν σε περίπτωση νέας ανόδου τιμών.
Παρότι το νέο κείμενο δεν κάνει αναφορά στις τελευταίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και το πιθανό ξέσπασμα μίας νέας ενεργειακής κρίσης, εν τούτοις αναγνωρίζει ότι οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας παραμένουν υψηλές και στο πλαίσιο αυτό εκτιμά ότι ορισμένα από τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης, θα πρέπει να παραμείνουν στη διάθεση των χωρών-μελών.
Τίθενται όμως όροι και προϋποθέσεις: Tα έσοδα από το πλαφόν στις υπο-οριακές τεχνολογίες παραγωγής ηλεκτρισμού θα πρέπει να αποδοθούν στους καταναλωτές και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ακόμα και μέσω ρυθμιζόμενου τιμολογίου. Το μέτρο αυτό, όπως ρητά ορίζεται, δεν μπορεί να ισχύσει για τις μεγάλες επιχειρήσεις.
Αναλυτικότερα, το κείμενο της Κομισιόν, το οποίο κατ’ αρχήν εγκρίθηκε από τους υπουργούς των “27” χωρών-μελών, επικαλείται το ανώτατο όριο εσόδων στις υπο- οριακές τεχνολογίες παραγωγής ηλεκτρισμού, που θεσπίστηκε με τα άρθρα 6 έως 8 καθώς και το άρθρο 10 του Κανονισμού ΕΕ 2022/1854, κατά την περίοδο της ενεργειακής κρίσης, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τις εξελίξεις που ακολούθησαν. Υπενθυμίζει τη μεγάλη άνοδο της τιμής του ηλεκτρισμού λόγω της εκτόξευσης της τιμής του φυσικού αερίου και υπογραμμίζει ότι λόγω του τρόπου λειτουργίας της χονδρικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, από την άνοδο των τιμών επωφελήθηκαν και είχαν υπερέσοδα οι μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού που χρησιμοποιούσαν φθηνότερες τεχνολογίες απ΄ότι οι αντίστοιχες με φυσικό αέριο ή άνθρακα, που είχαν τις υψηλότερες τιμές και διαμόρφωναν την οριακή τιμή.
Οπως αναφέρει το σχέδιο της Μεταρρύθμισης, ο κανονισμός (ΕΕ) 2022/1854 δίνει σε συγκεκριμένες περιπτώσεις τη δυνατότητα της διάθεσης ορισμένων εσόδων για την άμβλυνση των επιπτώσεων των υψηλών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας στους λογαριασμούς των καταναλωτών. “Ο παρών κανονισμός παρέχει εργαλεία που θα φέρουν επίσης ανακούφιση στους καταναλωτές σε περιόδους υψηλών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας· ενώ τα κράτη μέλη εφαρμόζουν αυτά τα εργαλεία….και επίσης θα πρέπει να επιτρέπεται η εφαρμογή ένα υπο-οριακού ανώτατου ορίου εσόδων έως τις 30 Ιουνίου 2024” αναφέρει το Σχέδιο.
Το ανώτατο επίπεδο εσόδων θα πρέπει να υπόκειται σε όρους αντίστοιχους με αυτούς που ίσχυαν στο πλαίσιο του Κανονισμού (ΕΕ) 2022/1854. Προκειμένου να αξιολογηθεί η εφαρμογή οποιουδήποτε τέτοιου πλαφόν, η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει έκθεση στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
Σε περίπτωση δε που οποιοδήποτε από τα μέτρα που προβλέπονται στον προτεινόμενο κανονισμό συνιστά κρατική ενίσχυση, η Επιτροπή θα είναι αρμόδια για την αξιολόγησή και τη συμβατότητα των κρατικών ενισχύσεων με την εσωτερική αγορά.
Ας σημειωθεί τέλος, ότι η κατ’ αρχήν συμφωνία για το Σχέδιο Μεταρρύθμισης, το οποίο περιλαμβάνει επίσης τις διατάξεις για τα ΡΡΑ (τις μακροχρόνιες διμερείς συμβάσεις προμήθειας ηλεκτρισμού) και τα Συμβόλαια για τη Διαφορά (CfD), αποτελεί κατά την ορολογία της ΕΕ, τη “γενική προσέγγιση”, που χρησιμεύσει ως εντολή του Συμβουλίου κατά τις τριμερείς διαπραγματεύσεις με το Κοινοβούλιο και την Επιτροπή, οπότε και το σχέδιο για τη Μεταρρύθμιση της Αγοράς Ηλεκτρισμού θα λάβει την τελική του μορφή